Του Άγγελου Μαρίνου,
Η μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης, για το 2020, φημολογείται ότι θα φτάνει τουλάχιστον το 30% σε όλα τα εισοδηματικά κλιμάκια, ενώ το όριο πιθανόν να ανέλθει από τα 12 στα 20 χιλιάδες ευρώ. Αυτή η πράξη, σε συνδυασμό με το οικονομικό κλίμα που διατηρείται, αποτελεί συνέχεια μιας κυβερνητικής προσπάθειας για αλλαγή της εικόνας της Ελλάδας στις εντυπώσεις των πολιτών, αλλά και του εξωτερικού επενδυτικού κοινού.
Η έκτακτη εισφορά δεν έχει απομνημονευθεί ευχάριστα στον συλλογικό νου. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει ιδιαίτερη πολιτική δυσκολία στη συγκεκριμένη πράξη. Σε τελική ανάλυση, δεν είναι πολιτικά δύσκολος ένας νόμος που μειώνει τις εισφορές προς το κράτος ούτως ή άλλως, αλλά ειδικά ο συγκεκριμένος δεν αποτελεί απειλή. Σε ό,τι αφορά τη τελική μορφή της μείωσης, τα σενάρια είναι κυρίως δύο. Κατά το πρώτο, θα αφαιρούταν το τελευταίο κλιμάκιο και θα μειώνονταν οι συντελεστές στα υπόλοιπα. Κατά το δεύτερο, θα μειωνόταν σημαντικά ο συντελεστής για το πρώτο κλιμάκιο και λιγότερο έντονα στα υπόλοιπα. Όλα θα εξαρτηθούν απ’ την εικόνα του προϋπολογισμού.
Η μείωση των φόρων είναι βέβαιο ότι αποτελεί θετικό μήνυμα όσον αφορά την ενίσχυση της κατανάλωσης της χώρας, αλλά και συνολικά της οικονομίας. Η δηλωμένη πολιτική της κυβέρνησης είναι ταυτόσημη με αυτή τη μείωση, επομένως σε κάποιο βαθμό αποτελεί τη συνέχεια στον σχεδιασμό ενός narrative, ενός οικονομικού αφηγήματος αλλαγής της χώρας σε σχέση με πριν. Τέτοιου είδους αφηγήματα αποτελούν κλασσικά εργαλεία δεξιών αλλά και αριστερών κυβερνήσεων, ενώ η γραμμή μεταξύ πολιτικής και οικονομικής επιτυχίας δεν είναι ξεκάθαρη. Το να πετύχεις την αλλαγή της εντύπωσης για μια χώρα είναι ένας στόχος πολιτικός, αλλά με ξεκάθαρες οικονομικές εκροές. Η συνολική τάση των φορολογικών αλλαγών, που έχει πραγματοποιήσει η κυβέρνηση, εμφανίζει μια συγκεκριμένη συνοχή η οποία δεν πρέπει να περνάει απαρατήρητη. Αποτελεί την ενίσχυση της μεσαίας τάξης που έχει μειώσει σοκαριστικά την κατανάλωσή της τα τελευταία χρόνια.
Εάν δεν αυξηθεί η κατανάλωση σε πάγιο επίπεδο, το πιο πιθανό είναι ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να προσαρμόσει τις προοπτικές της αρνητικά. Για αυτό, οι προσπάθειες της είναι συνολικές όσον αφορά τον οικονομικό τομέα. Τόσο στο επίπεδο της διεκπεραίωσης δημόσιων επενδύσεων, όσο και στο επίπεδο του εισοδήματος των πολιτών, αποτυπώνεται η προσπάθεια για αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας. Εάν ο πολίτης σκέφτεται να μην περάσει τα νέα του έσοδα απ’ τις μειώσεις φόρων στη κατανάλωσή του, τότε πολύ απλά αυτό που χρειάζεται είναι έναν ακόμα λόγο να ξοδέψει. Δεν αρκεί ο πολίτης να δει περισσότερα λεφτά στη τσέπη του, πρέπει να πιστεύει και ότι θα τα κρατήσει.
Η συνέχεια θα δείξει κατά πόσο οι προσπάθειες της κυβέρνησης είναι αποδοτικές. Πάνω στην αποδοτικότητα αυτών των προσπαθειών θα διαπραγματευτεί τη μείωση των πλεονασμάτων. Η σημασία αυτού του στόχου είναι πελώρια. Δεν θα τελειώσουν εδώ, λοιπόν, αυτές οι πολιτικές, διότι πρέπει να υπάρξει πιο αισθητό αποτέλεσμα. Αποτελούν τη βάση για την επιτυχία του κυβερνητικού εγχειρήματος.
Μία απ’ τις κριτικές που υπήρξαν κατά τη διάρκεια εκπόνησης του προϋπολογισμού ήταν ότι η κυβέρνηση υπήρξε πολύ φιλόδοξη. Σε περίπτωση που αυτή είναι αληθές, δεν είναι εντελώς απίθανο το σενάριο αντιστροφής της τωρινής κυβερνητικής πολιτικής ως προς τον προϋπολογισμό. Αυτό προφανώς είναι και το οικονομικό wager, ότι η ενέργεια και οι προσπάθειες της κυβέρνησης θα οδηγήσουν στην απαραίτητη δραστηριότητα, ώστε να συνεχιστεί η οικονομική άνοδος της Ελλάδας. Σε περίπτωση αποτυχίας, ειδικά στη μείωση των πλεονασμάτων, η θέση της χώρας θα ήταν δημοσιονομικά εκτεθειμένη.
Γεννηθείς το 1996 στη Κομοτηνή, είναι φοιτητής του Οικονομικού Τμήματος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, με κατεύθυνση στην οικονομική ανάλυση. Διαθέτοντας ακόρεστο ενδιαφέρον για τα πολιτικά, αρθρογραφεί στην κατηγορία των Οικονομικών του OffLine Post.