Του Στάθη Αποστόλου,
Στο πέρασμα των χρόνων ανάμεσα στα πολλά σκαμπανεβάσματα, τα οποία έχουν οι λαοί όπως και η Ελλάδα, οι φίλοι και οι σύμμαχοι αποτέλεσαν τους ακρογωνιαίους λίθους της σταθερότητας και πολλές φορές της ανάκαμψης της χώρας.
Ένας, παραδοσιακά, και χρησιμοποιούμε αυτήν την έκφραση καθότι η ίδια η ιστορία μας το έχει αποδείξει πως είναι, φίλος και σύμμαχος της Ελλάδας θεωρείται η Γαλλία. Μια χώρα που πρώτη, σε μία σημαντική ιστορική αφετηρία, από κάθε άλλο λαό διακήρυξε την ελευθερία, την ισότητα, την αδελφοσύνη και προχώρησε με προοδευτικό και δημοκρατικό πρόσημο στο διάβα των χρόνων, έστω και αν πέρασε μέσα από συμπληγάδες κάποιες φορές.
Αυτή η χώρα, λοιπόν, η ευρωπαϊκή και μεσογειακή, κάτι που οφείλουμε να το τονίζουμε, καθότι αποτελεί ένα ακόμη στοιχείο στη σχέση αλληλεξάρτησης και αλληλοβοήθειας την οποία έχουν οι δύο χώρες, προσπάθησε κατά το πρόσφατο και μη παρελθόν να στηρίξει την Ελλάδα. Αυτό το δοκίμασε όχι ως μια οποιαδήποτε χώρα της Ένωσης αλλά διότι αποτελεί κράτος με τελείως διαφορετικά μεγέθη μεν, με κοινά προβλήματα και ανησυχίες δε, αλλά και το σημαντικότερο διότι η γεωστρατηγικη θέση της στην ευρύτερη περιοχή αποτελεί ίσως την πιο μεγάλη προσδοκία της από τη συμμαχία με την Ελλάδα.
Αυτή η σχέση πέρασε μεν δια πυρός και σιδήρου, οφείλουμε δε για να αποδώσουμε τα του Καίσαρος το Καίσαρι, να σταθούμε στις κυριότερες και διαχρονικότερες στιγμές στήριξης της Γαλλίας στην Ελλάδα.
Μία από τις πιο σημαντικές στιγμές στις σχέσεις μας συνέπεσε με μια από τις πιο δύσκολες και κρίσιμες στιγμές του έθνους μας, τη μετάβαση από τη δικτατορία στη Δημοκρατία. Όταν τα βλέμματα της παγκόσμιας κοινότητας ήταν στραμμένα στο Κυπριακό, η Γαλλία έπαιρνε ξεκάθαρα θέση υπέρ της Ελλάδας και της δημοκρατίας με μια κίνηση υψηλού συμβολισμού καθώς ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο άνθρωπος που είχε τη δύσκολη αποστολή της ειρήνευσης στην Κύπρο και της επαναφοράς της Δημοκρατίας έφτασε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού με το προεδρικό αεροσκάφος του προσωπικού του φίλου και τότε Προέδρου της Γαλλίας, Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εσταίν.
Και εν πολλοίς αυτή η φιλία αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα, ώστε 5 χρόνια αργότερα, το 1979, να γίνει πραγματικότητα το όνειρο του Κωνσταντίνου Καραμανλή και η Ελλάδα να εισέλθει στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), με τη στήριξη της Γαλλίας, πάρα τις αρχικές αντιρρήσεις της Γερμανίας και το αρνητικό πόρισμα της Επιτροπής.
Μία ακόμη σημαντική στιγμή στήριξης ήρθε από τα χείλη του Φρανσουά Μιτεράν, ενός πολιτικού ανδρός ο οποίος άλλαξε τον ρου της γαλλικής ιστορίας προς το καλύτερο και άφησε ανεξίτηλο το σημάδι του στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Ήταν τότε, όταν έδωσε τη στήριξη και συμπαράσταση στους Έλληνες για το ευαίσθητο θέμα της ονοματοδοσίας των Σκοπίων, ενάντια στις απαιτήσεις των περισσότερων δυτικών δυνάμεων που πίεζαν για αναγνώριση των Σκοπίων ως Μακεδονία. Τρίτη σημαντική στιγμή υπήρξε η ένθερμη στήριξη της Γαλλίας στην πρόταση της Ελλάδας, από την κυβέρνηση Σημίτη, για είσοδο της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μία μεγάλης σημασίας επιτυχία, καθότι ναι μεν εισήλθε στην Ένωση αλλά ως ανεξάρτητο κράτος· και όχι μόνο με το 66% το οποίο κατέχεται από την ελληνοκυπριακή πλευρά, αλλά με το 100% του συνόλου της μεγαλονήσου. Όπερ και εγένετο αρχές του 2004 με την εισδοχή στην ένωση της Κύπρου, κατά την μεγάλη διεύρυνση.
Το ημερολόγιο της ιστορίας έγραφε 2005, όταν το άστρο της ανατολικογερμανίδας πολιτικού Άνγκελα Μέρκελ άρχισε να ανατέλλει επιθετικά, προσπαθώντας να σκεπάσει την Ευρώπη. Βλέποντας, λοιπόν, το σκοτάδι να έρχεται ορμητικά προς το μέρος τους, ο τότε Έλληνας κεντροδεξιός πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής και ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί αναθερμαίνουν τις μηχανές του ελληνογαλλικού άξονα απέναντι στις δυνάμεις που μόνο καλόπιστες απέναντι στο νότο δεν ήταν και με αρχηγό τη Γερμανία ζητούσαν ή μάλλον απαιτούσαν εδώ και τώρα την κηδεμονία της Ευρώπης.
Η σύνοδος του Βουκουρεστίου του ΝΑΤΟ το 2008 θα μείνει στην ιστορία ως το τελευταίο μεγάλο, ηχηρό και ιστορικό όχι των Ελλήνων απέναντι σε όποιους προσπάθησαν να παραλλάξουν την ιστορία της χώρας. Η τότε κεντροδεξιά κυβέρνηση της Ελλάδας άσκησε βέτο και μπλόκαρε την είσοδο των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, μέχρις ότου αποβάλλουν τον αλυτρωτισμό. Αυτό ήταν κάτι που αγκάλιασε και στήριξε η Γαλλία του Νικολά Σαρκοζί, δυσαρεστώντας έντονα χώρες του βορειοδυτικού συμφώνου.
Αυτή η Γαλλία, βέβαια, του φιλέλληνα προέδρου Σαρκοζί ήταν και εκείνη που ενέργησε αντίθετα στις κινήσεις του τέως πρωθυπουργού Γιώργου Α. Παπανδρέου, που έθεταν σε κίνδυνο τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωζώνη.
Η Γαλλία, όμως, με το εκσυγχρονιστικό πρόσωπο το οποίο διέθετε, αποφάσισε να επανέλθει στην πλευρά της Ελλάδας τα κρίσιμα χρόνια του 2012 και του 2015, όπου κάποιοι επιζητούσαν την παραδειγματική έξοδο της χώρας από το ευρώ και να την στηρίξει έμπρακτα υπό την προεδρία του σοσιαλιστή Φρανσουά Ολάντ.
Και έτσι, φθάνουμε στο σήμερα όπου η πιο σημαντική κίνηση της Γαλλίας δεν είναι μόνο κίνηση υπέρ της Ελλάδας, αλλά υπέρ της σταθερότητας και προσπάθειας ακρωτηριασμού ενός παρορμητικού γείτονα. Η καταδίκη του τουρκολιβυκού μνημονίου ήταν ένα από τα σημαντικότερα θέματα που κατέδειξαν τις σχέσεις της Αθήνας με το Παρίσι. Αμυντικές συμφωνίες, προάσπιση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ), στήριξη στα εθνικά και δημοσιονομικά θέματα είναι μερικά από τα ζητήματα που βρίσκονται υψηλά στη βεντάλια της συνεργασίας των δύο χωρών.
Οφείλουμε, όμως, να μην είμαστε αφελείς ιδιαιτέρως σε μια εποχή, όπου η ηγεμονία της Γερμανίας στην Ευρώπη περιορίζεται αισθητά και το άστρο της γερμανίδας καγκελάριου σταδιακά σβήνει.
Ο πρόεδρος Μακρόν αναδύει τη Γαλλία ως νέα ατμομηχανή της Ένωσης και επιζητά στρατηγικούς συμμάχους, οι οποίοι θα έχουν το ρόλο του πολιορκητικού κριού σε ένα πόλεμο μεταξύ τιτάνων, καθώς γνωρίζει πως μόνο ένας στο τέλος θα φέρει κλάδο ελαΐας.