Της Αναστασίας – Δήμητρας Βογιατζή,
Αναφερόμενοι στο κομμάτι του αθλητισμού, που αδιαμφισβήτητα συγχέεται με το πολιτικό προσκήνιο, αξίζει να τονιστεί η σημασία του μέσα από την επιθυμία του Πιερ ντε Κουμπερτέν, η οποία ήταν να εντάξει τον αθλητισμό σε μια σφαιρική, παιδαγωγική και ανθρωπιστική προοπτική. Ωστόσο αναμφίβολα το αθλητικό γίγνεσθαι στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία ταυτίζεται και εναρμονίζεται με το άθλημα – γόητρο ή αλλιώς σε κοινά ελληνικά «ποδόσφαιρο», ένα άθλημα που ποτέ δεν έπαψε να ταλανίζει το αθλητικό και πολιτικό προσκήνιο και που για ακόμα μια φορά επιτίθεται απειλώντας πλέον με νομοσχέδιο το οποίο έχει τεθεί σε ψήφιση και το οποίο έχει εγκριθεί με τις ψήφους να φτάνουν τις 156.
Πρόκειται για ένα δίκοπο μαχαίρι το οποίο φαίνεται να τραυματίζει τις μέχρι τώρα σχέσεις της οικογένειας Σαββίδη με το ελληνικό ποδόσφαιρο αλλά και με την δικαιοσύνη, η οποία αμφιταλαντεύεται ευμενώς στον όρο της πολυιδιοκτησίας χωρίς όμως να τίθεται καθαρά ένας τέτοιου είδους προβληματισμός, δεδομένου ότι υπό την ιδιοκτησία της οικογένειας βρίσκονται και οι δύο ομάδες, ΠΑΟΚ και Ξάνθη. Πιο συγκεκριμένα, πολυιδιοκτησία συντρέχει μόνο όταν ο ιδιοκτήτης μιας ΠΑΕ αποκτά μετοχές κάποιας άλλης ΠΑΕ ή και εφόσον οι συγγενείς του, μέχρι δεύτερο βαθμό, διεκδικήσουν και αποκτήσουν μετοχές. Παρόλα αυτά στην περίπτωση αυτή οι αποδείξεις φαίνεται να μην εμπεριέχουν τίποτα περισσότερο από την πρόθεση και την επιθυμία για την ποινή του υποβιβασμού. Σύμφωνα, λοιπόν, με την τροπολογία που κατατέθηκε από τον Υφυπουργό Αθλητισμού Λευτέρη Αυγενάκη, σχετικά με τις ποινές που θα επιβάλλονται στο εξής στα θέματα πολυιδιοκτησίας και ψηφίστηκε, οι εκάστοτε ομάδες κατηγορούνται για βαρεία παράβαση με τους βαθμούς τους να φτάνουν μέχρι και το -10. Η κείμενη και ισχύουσα νομοθεσία τροποποιείται αναλόγως του βαθμού παράβασης και συμφωνεί με την αυτοτέλεια και το αυτοδιοίκητο των αθλητικών ομοσπονδιών, με σκοπό να αποφευχθούν στο μέλλον προβληματισμοί για την ορθή λειτουργία του κρατικού μηχανισμού στο θέμα του αθλητισμού, το οποίο αξίζει να τονιστεί ότι είναι νομοθετημένο και απευθύνεται σε όλες τις ομάδες ανεξαιρέτως χωρίς να αφήνει ανεξέλεγκτο το ενδεχόμενο κοινωνικού διχασμού.
Η ανθρωπιστική προοπτική, ωστόσο, όπως παρατηρείται μέσα από τέτοιου είδους ζητήματα της καθημερινότητας σε έναν τομέα που η Ελλάδα κατέχει την πρωτοκαθεδρία από τα αρχαία χρόνια, συντρέχει με την παιδεία. Η παιδεία δεν αφορά μονάχα τα σχολικά ιδρύματα, τον πανεπιστημιακό χώρο και τις πάσης είδους εξετάσεις αλλά και το αίσθημα της ευθύνης, των ηθικών φραγμών, του δικαίου και του άδικου που τίθενται στον βωμό της δικαιοσύνης και της εξισορρόπησης και ορθής λειτουργίας και λειτουργικότητας της εκάστοτε κοινωνίας και του κράτους. Σκοπός της νομοθέτησης δεν είναι η τιμωρία αλλά η οριοθέτηση στον τομέα της κατάχρησης της ελευθερίας και της ανθρώπινης δικαιοδοσίας.
Ο αθλητισμός δεν πρέπει αποτελεί ναρκοπέδιο για την ικανοποίηση ατομικών συμφερόντων αλλά αντίθετα να αποτελεί την έμπνευση για ευγενή άμιλλα και ομαδικότητα. Από τα αρχαία χρονιά εναρμονίστηκε με τον τρόπο ζωής και την πολιτική: «νους υγιής εν σώματι υγιεί». Η σύγχρονη ελληνική κοινωνία δεν αποτελεί σημείο αναφοράς παραβιάσεων, καταχρήσεων και εκμετάλλευσης στο κομμάτι του ατομικού κοινωνικού γίγνεσθαι και δεν πρέπει να αποτελεί καθώς σύμφωνα με το παρελθόν, το πολιορκούμενο αυτό κράτος έχει δεχτεί αρκετές φορές «τον διχασμό» και βρέθηκε κλονισμένο στο χείλος του γκρεμού.