Της Σωτηρίας Γιαννακοπούλου,
Εν όψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου, τα δύο παραδοσιακά στρατόπεδα-πυλώνες της αμερικανικής πολιτικής σκηνής υψώνουν προοδευτικά τα όπλα τους με στόχο την επικράτηση και τη λήψη εξουσίας, αποσκοπώντας σαφώς στη νομιμοποίηση του προγράμματός τους από τον Αμερικανικό λαό, επιστρατεύοντας δοκιμασμένες και μη συνταγές, οι οποίες φιλοδοξούν ότι θα στρέψουν την έκβαση του εκλογικού αποτελέσματος θριαμβευτικά υπέρ τους. Το ρεπουμπλικανικό κόμμα παραμένοντας σταθερά πιστό στον πρόεδρο Τrump, επικεντρώνεται τόσο στο χώρο του εμπορίου, όσο και των συναλλαγών, δυσχεραίνοντας το μέλλον των μη αμερικανικών προϊόντων εντός των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ ιδιαίτερη έμφαση αποδίδεται επικοινωνιακά και στη διεθνή εικόνα του Trump, ο οποίος ακολουθώντας ριζοσπαστικές αλλά και για πολλούς παράλογες πολιτικές στο διεθνή χώρο, επιβεβαιώνει και εφαρμόζει την ιδέα περί αμερικανικής παντοδυναμίας, ικανοποιώντας τα λαϊκιστικά οράματα των Αμερικανών πολιτών. Στον αντίποδα, το δημοκρατικό κόμμα εξετάζει προσεκτικά τις υποψηφιότητες για τη θέση του επικεφαλής του, αναζητώντας τον υποψήφιο που θα ανατρέψει την τρέχουσα κατάσταση πραγμάτων, διακόπτοντας την πολιτική πορεία του παρόντος πλανητάρχη. Έπειτα από αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις το πρόσωπο που αναδεικνύεται σταθερά ως καταλληλότερο στην προτίμηση των πολιτών δεν είναι άλλο από τον Joe Biden, ο οποίος θα αποτελέσει, όπως όλα δείχνουν, το αντίπαλο δέος του Trump στην πολυαναμενόμενη εκλογική μάχη του φθινοπώρου. Ποιος είναι όμως ο Joe Biden;
Ο 77χρονος Joe Biden, παιδί μιας μεσοαστικής καθολικής οικογένειας από την Πενσυλβάνια, έδειξε από νωρίς τις ηγετικές και ρητορικές του ικανότητες, συμμετέχοντας ενεργά στο φοιτητικό συνδικαλισμό. Η είσοδός του στην Αμερικανική Γερουσία εγκαινιάστηκε το 1972 σε ηλικία 29 ετών, όταν εκλέχθηκε γερουσιαστής, εκπροσωπώντας την πολιτεία Ντέλαγουερ· αποτελώντας παράλληλα τον έκτο νεότερο γερουσιαστή στην ιστορία. Από πολύ νωρίς κατάφερε να κάνει αισθητή την παρουσία του, με το περιοδικό «Times» το 1974 να τον συγκαταλέγει στη λίστα των 200 προσώπων του μέλλοντος, υπογραμμίζοντας τοιουτοτρόπως τις ικανότητες αλλά και τις φιλοδοξίες του.
Τις εν λόγω φιλοδοξίες εξέφρασε ανοιχτά το 1987, όταν ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για την προεδρία των Δημοκρατικών, επιδιώκοντας να γίνει ο νεότερος πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ, μια υποψηφιότητα που δεν υποτιμήθηκε καθόλου εντός των Δημοκρατικών με τα έσοδα για τη στήριξη της προεκλογικής του εκστρατείας να ξεπερνούν κατά πολύ τα αντίστοιχα των αντιπάλων του. Ωστόσο, η ομοιότητα των ομιλιών του, τόσο με τους λόγους του Neil Kinnock, αρχηγού του εργατικού κόμματος της Βρετανίας, όσο και με ομιλίες των John και Robert Kennedy, έπληξε την εικόνα του, υποβαθμίζοντας την υποψηφιότητα αλλά και την προσωπικότητά του, γεγονός που οδήγησε στην οριστική απόσυρση της υποψηφιότητάς του. Η δεύτερή του απόπειρα για τη διεκδίκηση του χρίσματος των Δημοκρατικών πραγματοποιήθηκε το 2008, χωρίς ωστόσο να αποκομίζει και πάλι τα επιθυμητά αποτελέσματα, καθώς τόσο οι δημοσκοπήσεις, όσο και οι δωρεές για τη στήριξη της καμπάνιας του, αποτέλεσαν αρνητικούς οιωνούς για την έκβαση της εσωκομματικής μάχης με τον ίδιο να αποσύρεται για δεύτερη φορά, προσανατολίζοντας τους ψηφοφόρους του στον Barack Obama, τον οποίο αν και είχε διαβάλει στο παρελθόν, κατηγορώντας τον για αντιγραφή της γραμμής του στην εξωτερική πολιτική, φαίνεται πλέον να στηρίζει ανοιχτά.
Η μακρόχρονη πορεία του εντός της Γερουσίας παρέμεινε, παρά τις παραπάνω ατυχείς απόπειρες, αδιαμφισβήτητη και σεβαστή από το σύνολο των γερουσιαστών, αποτελώντας εξ’ άλλου ένα από τα παλαιότερα μέλη του συμβουλίου, δεδομένου ότι από την είσοδό του στο σώμα η επανεκλογή του ήταν σταθερή. Η θητεία του ως πρόεδρος της Δικαστικής Επιτροπής της Γερουσίας τον έφερε σε άμεση τριβή με μείζονα πολιτικά αλλά και κοινωνικά θέματα όπως τα ναρκωτικά, την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας καθώς και την ελευθερία έκφρασης, ζητήματα που τον μύησαν ακόμη περισσότερο στην πολιτική, καθώς μέσω αυτών διαμόρφωσε μια σφαιρική εικόνα για τις ανάγκες της κοινωνίας.
Η μακρόχρονη συμμετοχή του στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων αύξησε τη δημοτικότητα, αλλά και την επιρροή του στους διεθνείς κύκλους, γεγονός που συνέβαλε στη λήψη της προεδρίας της εν λόγω επιτροπής το 2001. Η συμβολή του στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ σε μια περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη λόγω των συνεχών πολεμικών συγκρούσεων έμελλε να είναι καθοριστική. Όντας, ακόμη, μέλος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων τάχθηκε υπέρ της παρέμβασης των ΗΠΑ στη Βοσνία, καταψήφισε το σχέδιο για τον πόλεμο του Κόλπου και υποστήριξε τη βομβιστική εκστρατεία του ΝΑΤΟ στη Σερβία και το Μαυροβούνιο. Ως πρόεδρος της επιτροπής ανακήρυξε την έναρξη του πολέμου στο Αφγανιστάν, ενώ και στην περίπτωση του Ιράκ δρομολόγησε τις διαδικασίες για την παρέμβαση των Αμερικανών, δικαιολογώντας τις αποφάσεις του, δηλώνοντας ότι δεν υπάρχει «δυστυχώς» άλλη εναλλακτική, γεγονός για το οποίο δήλωσε ότι μετάνιωσε τα επόμενα χρόνια, υποστηρίζοντας την αναγκαιότητα για αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.
Η πορεία του στη Γερουσία σταμάτα το 2008, όταν ο Barack Obama τον επιλέγει για τη θέση του αντιπροέδρου, καθιστώντας τον το δεξί του χέρι, υπολογίζοντας πάντα στη γνώμη του κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με τη χάραξη εξωτερικής πολιτικής, ενώ όπως έγινε γνωστό, σημαντική ήταν η συμμετοχή του και στο σχέδιο για τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος εν μέσω της οικονομικής κρίσης του 2008. Πέραν της συνεργασίας, μεταξύ των δύο ισχυρών αυτών ανδρών αναπτύχθηκε και μια βαθιά φιλία, με τον Αμερικανό πρόεδρο να του απονέμει λίγο πριν το τέλος της θητείας του το «Προεδρικό Μετάλλιο Ελευθερίας». Παρά το ότι είχε εκφράσει την επιθυμία του για τη συμμετοχή του στις εκλογές των Δημοκρατικών για τη θέση του προέδρου, ο θάνατος του γιου του το 2015 μετέβαλε τα σχέδιά του, επιλέγοντας να τηρήσει το πένθος του.
Η στάση του έναντι των διεθνών και εσωτερικών θεμάτων που μονοπωλούν την επικαιρότητα φαίνεται ότι είναι εκ διαμέτρου αντίθετη έναντι της πολιτικής του Trump. Ο Biden καταδίκασε την απόσυρση των Αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία, καθιστώντας σαφές ότι η εν λόγω κίνηση εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντα της Τουρκίας, διαιωνίζοντας την κρίση στην περιοχή. Όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος, ακολουθώντας την ίδια γραμμή με τον Obama, υπογραμμίζει τη σημασία της Συμφωνίας του Παρισιού, τονίζοντας ότι ο πλανήτης βρίσκεται σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο στάδιο, το οποίο χρήζει άμεσης και συντονισμένης αντιμετώπισης από το σύνολο των ισχυρών κρατών, κατηγορώντας τον πρόεδρο Trump για αδιαφορία έναντι της παγκόσμιας οικολογικής κρίσης. Οι προσπάθειες για κατάργηση του προγράμματος «Obamacare» από την ρεπουμπλικανική ηγεσία, επίσης, καταδικάστηκαν από πλευράς του Biden, ο οποίος δηλώνει ιδιαίτερα απογοητευμένος από την αντιμετώπιση της παρούσας κυβέρνησης έναντι του κοινωνικού κράτους γενικότερα, αναδεικνύοντας την ανάγκη άμεσης διευθέτησης των προβλημάτων στο εθνικό σύστημα υγείας. Αντίθετες βεβαίως είναι και οι απόψεις των δύο ισχυρών αυτών ανδρών όσον αφορά τα δικαιώματα της LGBT κοινότητας. Ο πρόεδρος Trump έχει κατηγορηθεί πολλάκις για ρατσιστικά σχόλια και συμπεριφορές έναντι της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, γεγονός για το οποίο έχει λάβει τα πυρά και του Biden, ο οποίος τίθεται δημόσια κατά των σεξουαλικών διακρίσεων.
Παρά το ότι το όνομα του Biden είναι συνυφασμένο με την εμπειρία στο χώρο της πολιτικής, γεγονός που προσδίδει στην υποψηφιότητά του το απαιτούμενο κύρος για τη θέση του προέδρου, τα τρωτά του σημεία εξακολουθούν να προβληματίζουν τόσο τους δημοκρατικούς κύκλους, όσο και τους ίδιους τους ψηφοφόρους. Η ηλικία, ασφαλώς, αποτελεί ένα σημαντικό αγκάθι για την υποψηφιότητα του πρώην αντιπροέδρου, δεδομένου ότι ένας υποψήφιος μικρότερης ηλικίας θα μπορούσε να προσελκύσει πιο εύκολα τη νέα γενιά, ενώ θα ήταν ασφαλώς και πιο ενεργητικός στη διεθνή πολιτική σκηνή. Επιπλέον, οι κατηγορίες για ανάμειξη του γιου του Hunter Biden σε σκάνδαλο με την ουκρανική εταιρεία φυσικού αερίου όπου εργαζόταν, καθώς και οι καταγγελίες για ακατάλληλη σωματική επαφή από συνολικά 7 γυναίκες εναντίον του, αμαυρώνουν την εικόνα του ενάρετου και έμπειρου άνδρα των Δημοκρατικών, εγείροντας αμφιβολίες σχετικά με την επιλογή του για τη θέση του επικεφαλής του δημοκρατικού κόμματος. Οι λανθασμένες επιλογές του, όσον αφορά την εισβολή στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, αποτελούν επίσης ένα από τα τρωτά του σημεία, στο οποίο ο αντίπαλός του Bernie Sanders στηρίχθηκε αρκετά, προκειμένου να σπιλώσει την εικόνα του στο τελευταίο debate των Δημοκρατικών πριν από τις εσωκομματικές εκλογές. Το αν θα καταφέρει τελικά να λάβει το χρίσμα θα το μάθουμε μέσα στις επόμενες μέρες.
Γεννήθηκε το 1997 στη Δράμα. Από μικρή ηλικία είχε έντονο ενδιαφέρον για την πολιτική, το οποίο έμελλε να καθορίσει και την επιλογή των σπουδών της. Σήμερα είναι απόφοιτη του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. Έχει δουλέψει ως ασκούμενη στο Υπουργείο Εξωτερικών και σε εταιρεία δημοσκοπήσεων, ενώ έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις πολιτικών θεσμών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα και ενδιαφέροντα της αποτελούν οι διεθνείς σχέσεις και η πολιτική ανάλυση με την οποία φιλοδοξεί να ασχοληθεί και σε μεταπτυχιακό επίπεδο.