Της Κατερίνας Μαργαριτίδου,
Στις 6 Αυγούστου του 1945, στη 1.37’, τρία αμερικανικά ανιχνευτικά αεροπλάνα Β-29 απογειώθηκαν από το νησί Τινιάν του Δυτικού Ειρηνικού. Μισή ώρα αργότερα τα ακολούθησε στην ίδια πορεία ένα άλλο βομβαρδιστικό Β-29 που στο πλάι της ατράκτου έγραφε Enola Gay. Ήταν το όνομα της μητέρας του 29χρονου κυβερνήτη του, σμηνάρχου Πολ Τίμπετς. Μ’ αυτό το όνομα βάφτισε το σκάφος.
Το πλήρωμα του Enola Gay, μαζί με τον κυβερνήτη, ήταν δωδεκαμελές. Στην κοιλιά του αεροσκάφους υπήρχε μόνο μία βόμβα που το βάρος της ήταν διπλάσιο από της πιο βαριάς συμβατικής βόμβας. Η εκρηκτική της ύλη ήταν ουράνιο 235. Ήταν ένα νέο όπλο, μια ατομική βόμβα που την είχαν βαφτίσει “Little boy” (αγοράκι) και η αποστολή του πληρώματος του Enola Gay ήταν να τη ρίξει πάνω σε πραγματικό στόχο.
Στις 7.09’ από τα ανιχνευτικά Β-29 αναγγέλθηκε ότι «ο ουρανός είναι αίθριος πάνω από τη Χιροσίμα». Στις 8.11’ η πόλη φαινόταν καθαρά από τα μέλη του πληρώματος του Enola Gay. Δυόμισι λεπτά αργότερα ο κυβερνήτης Τίμπετς διέταξε το σκοπευτή του επισμηναγό Τόμας Φίρμπι ν’ αφήσει τη βόμβα στο κενό.
Ώρα οκτώ, δεκαπέντε πρώτα λεπτά και δεκαεφτά δεύτερα. Το “Little boy” εγκαταλείπει το Enola Gay και 45 δευτερόλεπτα αργότερα μια τρομερή αστραπή τύφλωσε τους αεροπόρους που φορούσαν γυαλιά οξυγονοκολλητών. Έπειτα, ένα τεράστιο κοκκινωπό μανιτάρι υψώθηκε στον ουρανό.
Τι ήταν αυτό που είχε συμβεί; Και τι συνέβαινε εκείνη την ώρα κάτω, στο έδαφος της Χιροσίμα; Η ανθρωπότητα θα το μάθαινε πολύ αργότερα. Πληροφορήθηκε όμως αυθημερόν για τη ρίψη της βόμβας από τις ανακοινώσεις που έκανε ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Χάρι Τρούμαν.
«Ατομική βόμβα -είπε μεταξύ άλλων-, βόμβα συνδυασμένη με την βασικήν δύναμιν του σύμπαντος, τη δύναμιν εκ της οποίας και ο ήλιος αντλεί την ιδικήν του, εξαπελύθη εναντίον εκείνων που έφεραν τον πόλεμον εις την Απω Ανατολήν… Εδαπανήσαμεν 2.000 εκατομμύρια δολλάρια διά την πρωτοφανούς μεγέθους εις την ιστορίαν επιστημονικήν αυτήν κερδοσκοπίαν και ενικήσαμεν… Θα προβώ εις περαιτέρω μελέτας και θ’ απευθύνω κι άλλας συστάσεις προς το Κογκρέσσον ως προς τον τρόπον καθ’ ον η ατομική δύναμις θα αποβή μέσον πανίσχυρον και αναγκαστικής επιδράσεως προς διατήρησιν της παγκοσμίου ειρήνης» («Καθημερινή» 7/8/1945).
Τρεις ημέρες αργότερα, στις 9 Αυγούστου του 1945 και ώρα 2.30’, από το νησί Τινιάν απογειώθηκαν δύο Β-29, τα οποία είχαν αποστολή να χρησιμοποιηθούν ως μετεωρολογικά-αναγνωριστικά. Περίπου μισή ώρα αργότερα, στις 2.56’ ξεκίνησαν άλλα τρία Β-29. Τα δύο από αυτά είχαν αποστολή να ρίξουν όργανα καταγραφής της έκρηξης στην πόλη που θα βομβαρδιστεί, να φωτογραφίσουν και να κινηματογραφήσουν το γεγονός. Το τρίτο, με το όνομα «Bockscar», με 13μελές πλήρωμα και κυβερνήτη τον Τσαρλς Σουίνι, μετέφερε μια βόμβα μήκους 3 μέτρων και 24 εκατοστών, με μέγιστη διάμετρο 1 μέτρο και 35 εκατοστά, που ζύγιζε 4.500 κιλά και ήταν βαμμένη κίτρινη με πτερύγια μαύρα.
Ώρα 11.01’ της 9ης Αυγούστου 1945. Ο “Fat man” απελευθερώθηκε από την κοιλιά του σκάφους. Ύστερα από 52,5 δευτερόλεπτα έφτασε στο σημείο έκρηξης. Ακολούθησε «μια λάμψη που δεν την αντέχουν τα μάτια, μια έκλυση αστρικής θερμότητας, ένα κύμα πιέσεως που κονιορτοποιεί οποιοδήποτε εμπόδιο σε μια έκταση τριών-τεσσάρων τετραγωνικών χιλιομέτρων από το σημείο Μηδέν και προκαλεί σοβαρές ζημιές στον υλικό πολιτισμό σε τριπλάσια έκταση κι ύστερα μια ορμητική καταιγίδα φωτιάς που κατακαίει κι αποτεφρώνει τα πάντα, ενώ μια στήλη από καπνό, ατμοραδιενεργά υπολείμματα, απανθρακωμένα συντρίμμια και λείψανα ανθρώπων και ζώων ανεβαίνει στον ουρανό».
Την επομένη, 10 Αυγούστου του 1945 και ώρα 2 το πρωί από το αμερικανικό ραδιόφωνο ακούστηκε η φωνή του προέδρου Χ. Τρούμαν να λέει με απίστευτη κυνικότητα τα παρακάτω ανατριχιαστικά λόγια: «Εχρησιμοποιήσαμεν την ατομικήν βόμβαν εναντίον εκείνων οι οποίοι μας επετέθησαν προδοτικώς στο Περλ Χάρμπορ, οι οποίοι εβασάνισαν τους Αμερικανούς αιχμαλώτους πολέμου, οι οποίοι παρεβίασαν όλους τους νόμους του διεθνούς δικαίου…Εχρησιμοποιήσαμεν την ατομικήν βόμβαν διά να συντομεύσωμεν τον πόλεμον… Θα τη χρησιμοποιήσωμεν και πάλιν. Μόνο η συνθηκολόγησις της Ιαπωνίας θα μας σταματήση. Τους ώμους μας βαραίνει τεραστία ευθύνη. Ευχαριστούμεν τον θεόν διότι είμεθα εμείς, και όχι ο εχθρός, που την φέρομεν. Και παρακαλούμεν τον θεόν να μας φωτίση εις την χρήσιν του οργάνου αυτού συμφώνως προς τας βουλήσεις του».
Σύμφωνα με όσα περιγράφει ο Ιάπωνας καθηγητής Αράτα Οσάντα, όταν έπεσε η βόμβα στη Χιροσίμα οι κάτοικοί της είχαν αρχίσει να ασχολούνται με τις συνηθισμένες καθημερινές ασχολίες τους. Πολλά μικρά παιδιά προσχολικής ηλικίας έπαιζαν στα σπίτια τους ή έξω, στους δρόμους της γειτονιάς τους. Οι μαθητές της πρώτης και της δευτέρας Δημοτικού έκαναν το μάθημά τους είτε σε προσωρινές αίθουσες, είτε στους ναούς και τις εκκλησίες της περιοχής τους ή βρίσκονταν καθ’ οδόν προς τα μέρη όπου έκαναν μάθημα. Πολλοί εργάτες και δημόσιοι υπάλληλοι είχαν αρχίσει τη δουλειά τους, ενώ άλλοι πήγαιναν να δουλέψουν. Οι περισσότεροι καταστηματάρχες, είχαν ήδη ανοίξει τα μαγαζιά τους. Έτσι βρήκε ο θάνατος, που σκόρπισε η ατομική βόμβα, τη Χιροσίμα.
Για την εικόνα της φρίκης και της καταστροφής ο Ρεμόν Καρτιέ γράφει: «Η πόλη άρχιζε την εργάσιμη ημέρα της… Μια τρομακτική αστραπή την κατάπιε, αφήνοντας πίσω της μια κολοσσιαία πυρκαγιά, που άναψε και διαδόθηκε μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο. Τα τροχιοδρομικά οχήματα έμειναν γεμάτα με τους απανθρακωμένους επιβάτες, τους στριμωγμένους στα καθίσματα ή στοιβαγμένους όρθιους στους εξώστες. Ένας άνεμος ταχύτητος 1.200 χλμ. την ώρα σηκώθηκε και γκρέμισε τους τοίχους σε μια ακτίνα 1.500 μ., θρυμματίζοντας τα τζάμια των παραθύρων ακόμα και σε απόσταση 12 χλμ. από το σημείο Μηδέν. Ένας πύρινος κυκλώνας, όμοιος με αυτούς που άναψαν οι εκατοντάδες βομβαρδιστικών στη Δρέσδη, στο Αμβούργο ή στο Τόκιο, στροβιλιζόταν επί έξι ώρες.»
Έπειτα διαπιστώθηκαν στους επιζώντες παράξενα φαινόμενα: εμετοί, διάρροιες εξαιρετικής εντάσεως, πλήθος μικρών αιμορραγιών στο στόμα και στο λαιμό. Πολλά από τα θύματα που παρουσίασαν τέτοια συμπτώματα ψυχορραγούν. Ο απολογισμός που θα καταρτισθεί αργότερα θα εμφανίσει 78.150 νεκρούς, 9.284 βαριά τραυματισμένους και 13.938 εξαφανισθέντες. Δεν υπολογίζονται μέσα σ’ αυτούς οι στρατιωτικοί, 40.000 περίπου, από τους οποίους οι μισοί υπήρξαν θύματα της εκρήξεως. Το γενικό στρατηγείο της 2ης στρατιάς, η έδρα της περιφερειακής διοικήσεως της Δύσεως, η στρατιωτική σχολή και το στρατιωτικό νοσοκομείο εκμηδενίσθηκαν.
Οι σοβιετικές ιστορικές πηγές παρουσιάζουν την εικόνα της καταστροφής ακόμη μεγαλύτερη: «Για μια στιγμή -αναφέρει η Παγκόσμια Ιστορία της Ακαδημίας Επιστημών- άναψε ένα εκτυφλωτικό φως. Σχηματίστηκε ένα γιγάντιο σύννεφο σε σχήμα μανιταριού. Η πόλη σκεπάστηκε με κουβάρια καπνό. Σε ακτίνα 4 χιλιομέτρων από το επίκεντρο της έκρηξης φούντωσαν πυρκαγιές, τα εννέα δέκατα από τα σπίτια της Χιροσίμα έγιναν στάχτη. Άνθρωποι πέθαιναν από εγκαύματα, από το εκρηκτικό κύμα. Στη Χιροσίμα ξετυλίγονταν εικόνες γεμάτες απ’ όλες ταυτόχρονα τις φρικαλεότητες της κόλασης».
Και ο Σοβιετικός ιστορικός Γ.Α. Ντεμπόριν προσθέτει: «Οι ιθύνοντες κύκλοι των ΗΠΑ έδειξαν πλήρη περιφρόνηση προς τους πιο στοιχειώδεις και καθιερωμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, τα έθιμα του πολέμου και τις αρχές του ανθρωπισμού… Όπως αναφέρουν οι Ιάπωνες συγγραφείς, στη Χιροσίμα σκοτώθηκαν όχι λιγότεροι από 247 χιλιάδες άνθρωποι».
Το ίδιο ακριβώς σκηνικό επαναλήφθηκε και στο Ναγκασάκι. Χιλιάδες φτωχά πλάσματα, άνθρωποι και ζώα αεριοποιήθηκαν σε κλάσματα δευτερολέπτου. Άλλοι λαμπάδιασαν αυτοστιγμεί και λίγο αργότερα δεν έμεινε τίποτε περισσότερο από το απανθρακωμένο σημάδι τους. Όσοι βρέθηκαν πιο μακριά από το σημείο της έκρηξης έπαθαν φρικιαστικά εγκαύματα ή έχασαν το δέρμα τους και κομμάτια από τις σάρκες τους.
Πολλοί πέθαναν καταπλακωμένοι από τα κτίρια που γκρεμίστηκαν ή από θραύσματα γυαλιών και μπαμπού που στροβιλίζονταν στον πυρακτωμένο αέρα. Οι νεκροί, σύμφωνα με κάποιες πηγές, υπολογίζονται από 60.000 έως 80.000, ενώ οι Αμερικανοί τούς κατέβαζαν αργότερα στις 16.000, υπολογίζοντας μόνο τα θύματα με εξακριβωμένη ταυτότητα. Αντίθετα οι Σοβιετικοί μελετητές, υπολογίζοντας τις επιπτώσεις όχι μόνο στο άμεσο χρονικό διάστημα από τη ρίψη της βόμβας αναφέρουν ότι οι νεκροί και οι τραυματίες στο Ναγκασάκι είναι γύρω στις 200.000.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χρησιμοποίηση του ατομικού όπλου στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι συνιστά το μεγαλύτερο έγκλημα στη διάρκεια του Βʹ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Αμερικανοί ισχυρίστηκαν ότι έκαναν χρήση αυτού του όπλου για να επιταχύνουν το τέλος του πολέμου. Η αλήθεια είναι πως στόχο είχαν τη μεταπολεμική εποχή, την επίδειξη ισχύος ως επιβεβαίωση της κυριαρχίας τους στο μεταπολεμικό κόσμο.
Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ γράφει στα απομνημονεύματά του: «Θα ήταν λάθος να πιστέψωμε ότι η τύχη της Ιαπωνίας ερρυθμίσθη από την ατομική βόμβα. Η ήττα της ήταν βεβαία πριν ριφθή η πρώτη βόμβα».
Βιβλιογραφία
- Η ατομική βόμβα της Χιροσίμα, Mondadori-Φύτρακης, 1973, σελ.72
- Υπουργείο Αμύνης της ΕΣΣΔ- Γ.Α. Ντεμπόριν: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «20ός ΑΙΩΝΑΣ», Αθήνα 1959
- Ρεμόν Καρτιέ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου», Εκδόσεις Πάπυρος, τόμος β’, σελ. 565- 566
- Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Ι1- Ι2, σελ. 709- 710
- Αράτα Οσάντα, «Τα παιδιά της Χιροσίμα», εκδόσεις Μπουκουμάνη, σελ. 29-30
Γεννήθηκε το 1999 στην Αθήνα. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και παράλληλα σπουδάστρια στην ιδιωτική σχολή δημοσιογραφίας του Αnt1MediaLab. Στον ελεύθερο της χρόνο ασχολείται με την έρευνα πάνω στο τομέα της ιστορίας και με την συγγραφή κειμένων.