15.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο κατ’ αντιδικία διαζύγιο και η αξίωση διατροφής ως συνέπειά του

Το κατ’ αντιδικία διαζύγιο και η αξίωση διατροφής ως συνέπειά του


Του Άγγελου Βώρου, 

Στους κόλπους του ελληνικού δικαίου, ζητήματα οικογενειακής φύσεως τυγχάνουν ευρύτατης ρύθμισης, γεγονός που εύκολα δικαιολογείται, δεδομένης της λεπτότητας και της ευαισθησίας που χαρακτηρίζει τις οικογενειακές δομές. Περαιτέρω, ο Έλληνας νομοθέτης εξέφρασε τη βούλησή του σε 350 διατάξεις στον Αστικό Κώδικα (βλ. άρθρα 1346 έως 1694).

Ένα από τα κρείσσονα κεφάλαια του οικογενειακού δικαίου είναι το διαζύγιο. Ευθέως και χωρίς ερμηνευτικές περιστροφές, με το άρθρο 1441 ΑΚ, τίθεται στο επίκεντρο η βούληση των συζύγων, με την τυποποίηση του συναινετικού διαζυγίου. Με αυτόν τον τρόπο καλύπτεται νομοθετικά η δυνατότητα των συζύγων να προβούν σε λύση του γάμου τους, με αμοιβαίως ηθελημένο τρόπο, οπότε το δικαστήριο ουσιαστικά έρχεται να επικυρώσει την έγγραφη συμφωνία, στην οποία αποτυπώνεται η εν λόγω κοινή τους βούληση και επιπλέον, εφόσον υπάρχουν τέκνα, ρυθμίζονται τα ζητήματα επιμέλειας και επικοινωνίας με αυτά. Βασική προϋπόθεση για παραδεκτή άσκηση αγωγής συναινετικού διαζυγίου είναι κατά το χρόνο της κατάρτισης της σχετικής ως άνω συμφωνίας των συζύγων να έχει ήδη παρέλθει διάστημα έξι μηνών από τη σύναψη του γάμου.

Στον αντίποδα βρίσκονται οι ρυθμίσεις για το κατ’ αντιδικία απαγγελλόμενο διαζύγιο, η διαδικασία του οποίου ενεργοποιείται όταν είτε ένας εκ των δύο συζύγων δεν επιθυμεί να λυθεί ο γάμος, είτε το ζευγάρι διαφωνεί σε ζητήματα επιμέλειας των τέκνων και ως εκ τούτου αδυνατεί να καταλήξει στην απαραίτητη, για την πρόοδο της συναινετικής διαδικασίας, έγγραφη συμφωνία. Ωστόσο, στην περίπτωση του κατ’ αντιδικία διαζυγίου, κατά την οποία παρατηρείται εξόφθαλμος περιορισμός της εκατέρωθεν συναίνεσης, νομική βάση για την λύση του γάμου μπορούν να αποτελέσουν μόνο οι περιοριστικά αναφερόμενοι στο νόμο λόγοι, ήτοι ο ισχυρός κλονισμός, η διετής διάσταση και η αφάνεια (ΑΚ 1439-1440). Βασική προϋπόθεση για την κατάφαση του ισχυρού κλονισμού ως παραγωγικού αιτίου για τη λύση του γάμου είναι η ύπαρξη γεγονότος που αφορά στον εναγόμενο ή και στους δύο συζύγους και με αφορμή του οποίου έχει καταστεί αφόρητη η συνέχιση του γάμου για τον ενάγοντα. Από τη γενικώς διατυπωμένη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 1439 ΑΚ, επιβάλλεται η απόδειξη της προσφορότητας και του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ επικαλούμενου γεγονότος και κλονισμού του γάμου. Η ως άνω παρατήρηση αναγορεύει την έννοια του «ισχυρού κλονισμού», σε αόριστη νομική έννοια και ως εκ τούτου υφίστανται πολλάκις στην δικαστική πρακτική αποδεικτικές δυσχέρειες. Για την παράκαμψη τέτοιων δυσχερειών, ο νομοθέτης στην παράγραφο 2 της ίδιας διάταξης, μνημονεύει κατά τρόπο περιοριστικό γεγονότα και καταστάσεις, τα οποία τεκμαίρονται «μαχητώς» ότι επιφέρουν την ανήκεστη διασάλευση της οικογενειακής ειρήνης. Τέτοια μαχητά τεκμήρια είναι η μοιχεία, η διγαμία, η επιβουλή της ζωής ή η εγκατάλειψη εκ μέρους του ενός συζύγου. Με τον όρο «μαχητώς», εννοείται η δυνατότητα του εναγομένου συζύγου να αποδείξει, ότι παρά τη συνδρομή ενός από αυτά τα περιστατικά, ο γάμος δεν κλονίστηκε τόσο ισχυρά, ώστε να θεμελιώνει λόγο διαζυγίου.

Η περίπτωση, περαιτέρω, της διετούς διάστασης των συζύγων (ΑΚ 1439 παρ. 3), ως λόγος λύσης του γάμου, εφαρμόζεται αν συμπληρωθεί διετία από τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης και μάλιστα, γεννάται και για τους δύο συζύγους το δικαίωμα να αιτηθούν τη λύση, ανεξάρτητα από το πρόσωπο στο οποίο οφείλεται αυτή (ενν. η διακοπή συμβίωσης) και από το αν πραγματικά επήλθε ισχυρός κλονισμός του γάμου ή όχι. Τέλος, η διάταξη του άρθρου 1440 ΑΚ, που αφορά την αφάνεια ως λόγο λύσης του γάμου, συνάγεται ότι στην περίπτωση της αμετάκλητα κηρυχθείσας αφάνειας, δε λύεται αυτοδικαίως ο γάμος λόγω θανάτου, αλλά θεμελιώνεται υπέρ του άλλου συζύγου δικαίωμα διάζευξης.

Έτσι, λοιπόν στην τυχαία περίπτωση του έγγαμου ζεύγους «Χ» και «Ψ», αν ο σύζυγος «Χ», λόγω επαγγελματικών και κατ’ επέκταση οικονομικών προβλημάτων δημιουργεί καυγάδες και παράλληλα αρνείται την υπογραφή συναινετικού διαζυγίου, η σύζυγος «Ψ», θα νομιμοποιούταν να αιτηθεί διαζύγιο λόγω ισχυρισμού κλονισμού, με απόδειξη, καθώς κατά κοινή ομολογία οι συνεχείς καυγάδες και έριδες, κάθε άλλο παρά ευχάριστη καθιστούν την συμβίωση. Αντίθετα, το ότι ο «Χ» βάφει τα μαλλιά του, δημιουργώντας δυσαρέσκεια στη σύζυγο του «Ψ», δεν θα μπορούσε in concreto να θεωρηθεί γεγονός που δημιουργεί ισχυρό κλονισμό, παρά ιδιορρυθμία της εναγούσης συζύγου. Στην περίπτωση, που εν τέλει το δικαστήριο αποφασίσει τη λύση του γάμου, πέραν τον υπολοίπων συνεπειών, γεννάται το δικαίωμα διατροφής του ενός διαζευγμένου συζύγου από τον άλλον και απαιτείται η σωρευτική συνδρομή δύο προϋποθέσεων: αφενός η «απορία» του δικαιούχου, η αδυναμία δηλαδή να αντιμετωπίσει τις ανάγκες του με ίδια μέσα και αφετέρου η «ευπορία» του υπόχρεου, η δυνατότητά του, δηλαδή να καταβάλει διατροφή στον πρώην σύζυγό του, χωρίς να διακινδυνεύει η δική του διατροφή. Η συνδρομή και των δύο αυτών προϋποθέσεων είναι απαραίτητη αλλά όχι αρκετή. Επιπλέον, απαιτείται αδυναμία του δικαιούχου να εργαστεί σε κατάλληλη δουλειά, είτε για λόγους υγείας, ή ηλικίας, είτε επειδή έχει την επιμέλεια ανηλίκου τέκνου, είτε επειδή δεν βρίσκει σταθερή δουλειά ή χρειάζεται επαγγελματική εκπαίδευση. Το μέτρο της διατροφής και το περιεχόμενό της προσδιορίζονται βάσει του άρθρου 1493 ΑΚ, δηλαδή επιδικάζεται ανάλογη διατροφή, σε ύψος που καθορίζουν οι συνθήκες ζωής του δικαιούχου κατά τον χρόνο μετά το διαζύγιο.

Στο ανωτέρω παράδειγμα των «Χ» και «Ψ», αν εν τέλει εκδοθεί η απόφαση διαζυγίου, η σύζυγος «Ψ», μολονότι κάτοχος πτυχίου νοσηλευτικής και μητέρα δύο ανήλικων τέκνων, αλλά παράλληλα και δέκτης των πιέσεων του συζύγου της «Χ» για παύση εργασίας και ενασχόληση αποκλειστικά με την ανατροφή των τέκνων του, δύναται το δικαστήριο να κρίνει τη σύζυγο ως δικαιούχο μεταγαμιαίας διατροφής για λόγους επιείκειας.


Πηγές
  • «Στοιχεία οικογενειακού δικαίου», Κων/νος Δ. Παναγόπουλος, εκδόσεις Κατσαρού
  • «Συνθετικές ασκήσεις αστικού και αστικού δικονομικού δικαίου», Λάμπρος Κιτσαράς/Σπύρος Τσαντίνης, εκδόσεις Σάκκουλας
  • «Σύντομη ερμηνεία Αστικού Κώδικα, τόμος ΙΙ», Απόστολος Γεωργιάδης, εκδόσεις Σάκκουλας

Άγγελος Βώρος

Γεννήθηκε το 1997 και με όραμά του την προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αποφοίτησε από το τμήμα Νομικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Απασχολείται ως ασκούμενος δικηγόρος στη Θήβα. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, παρακολούθησε και συμμετείχε σε δράσεις, με στόχο τη στοιχειοθέτηση προτάσεων για τη βελτίωση της αντιμετώπισης του φαινομένου της κακοποίησης των ζώων. Παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για το κεφάλαιο της «Δικαστικής Ψυχολογίας», καθώς συμμετέχει στον ελεύθερο του χρόνο στα περισσότερα σεμινάρια που αφορούν το ως άνω ζήτημα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Βογά
Σοφία Βογά
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996, όπου και διαμένει μέχρι και σήμερα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ήδη σήμερα δικηγόρος, ενώ πραγματοποιεί μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο στο Εθνικό και Καποδιαστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και αραβικά, και στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων κλασικής λογοτεχνίας, τη μουσική, τον κινηματογράφο και τη γυμναστική.