Της Σωτηρίας Γιαννακοπούλου,
Η άγνωστη σε πολλούς Ονδούρα, καθιστά ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κράτους της Κεντρικής Αμερικής, όπου η οικονομική εξαθλίωση, τα ναρκωτικά, οι ανθρωποκτονίες και η διαφθορά των πολιτικών και μη αρχών μεσουρανούν, επιβεβαιώνοντας κάθε στερεοτυπική αντίληψη για την εν λόγω περιοχή, δυσχεραίνοντας, παράλληλα, οποιαδήποτε προσπάθεια αναβάθμισής της. Σε μία περίοδο μάλιστα, όπου χιλιάδες κάτοικοι επιδιώκουν την οριστική έξοδό τους από τη χώρα, προσανατολιζόμενοι προς το Βορρά με την ελπίδα ότι θα ξεφύγουν από τις αλλεπάλληλες κοινωνικές αναταραχές, διεκδικώντας ένα καλύτερο αύριο.
Πρωταρχικό πρόβλημα για μία μεγάλη μερίδα πολιτών της Ονδούρας δεν είναι άλλο από την ίδια την κυβέρνηση, η οποία φαίνεται ότι δε χαίρει εκτίμησης της πλειοψηφίας των κατοίκων, δεδομένου ότι η νομιμοποίηση της αμφισβητήθηκε έντονα εξ αρχής. Σύμφωνα με καταγγελίες τόσο της αντιπολίτευσης όσο και των ίδιων των πολιτών, οι εκλογές του 2017 ταυτίζονται με φαινόμενα νοθείας, τα οποία αλλοίωσαν το αποτέλεσμα, ανακηρύσσοντας το Εθνικό Κόμμα και τον πρόεδρο Χουάν Ορλάντο Ερνάντες ως νικητή των εκλογών, με το εκλογικό αποτέλεσμα να τάσσεται οριακά υπέρ του, καθιστώντας τον τον πρώτο πρόεδρο που διεκδικεί την επανεκλογή του, έπειτα και από την αλλαγή του συντάγματος που ο ίδιος εισήγαγε, προκειμένου να κρατήσει για άλλη μια τετραετία την εξουσία. Παρά τις εντάσεις που προκλήθηκαν από την έκβαση των εκλογών, με πλήθος κόσμου να συμμετέχει σε διαδηλώσεις εναντίον της νεοεκλεγείσας κυβέρνησης, οι ενστάσεις που απεστάλθηκαν στα εκλογοδικεία δεν βρήκαν αντίκρισμα, με αποτέλεσμα να επικυρωθεί οριστικά η νίκη του Ερνάντες.
Οι περικοπές των κρατικών κονδυλίων στην παιδεία και την υγεία, σε συνδυασμό με τις επικείμενες ιδιωτικοποιήσεις που προετοιμάζει η κυβέρνηση στους δύο αυτούς τομείς, σύμφωνα με ανεπίσημες πηγές, ενισχύουν όλο και περισσότερο το τεταμένο κλίμα γύρω από το πρόσωπο του προέδρου, με τους εργαζομένους στο χώρο της παιδείας και της υγείας να προχωρούν σε απεργιακές κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας έναντι των κυβερνητικών εντολών. Ειδικότερα, στον τομέα της υγείας η κατάσταση κρίνεται εξαιρετικά κρίσιμη, καθώς η επιδημία του δάγκειου πυρετού έχει αποδεκατίσει τον εγχώριο πληθυσμό, με τον αριθμό των κρουσμάτων να φτάνει τους 115.000 και με τα θύματα να ανέρχονται σε 177 το τελευταίο έτος, τη στιγμή που το 2018 οι καταγεγραμμένοι νεκροί ήταν μόλις 3. Ο λαός έχει φτάσει πλέον στα όρια του, δεδομένου ότι τα επίπεδα φτώχειας στη χώρα είναι εξαιρετικά χαμηλά, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να καλύψει τις πρωταρχικές αυτές ανάγκες του χωρίς την ύπαρξη κοινωνικής πρόνοιας, μένοντας ουσιαστικά απροστάτευτος έναντι των αλλεπάλληλων εξελίξεων και εκφράζοντας συνεχώς την απογοήτευσή του για την πολιτική του Ερνάντες, αιτούμενος την άμεση παραίτησή του. Η αντιμετώπιση των αρχών προς τους διαδηλωτές όξυνε κατά γενική ομολογία την υπάρχουσα κατάσταση, με τη βία να αποτελεί το μοναδικό μέσο επιβολής και καταστολής των διαμαρτυριών, με δεκάδες διαδηλωτές να τραυματίζονται και δύο εξ αυτών να αφήνουν την τελευταία τους πνοή.
Τη χαριστική βολή στο κλίμα οργής έναντι του προέδρου έδωσε το διεθνές σκάνδαλο ναρκωτικών που ξέσπασε το Νοέμβριο του 2018, κατά το οποίο ο αδελφός του προέδρου της Ονδούρας και πρώην βουλευτής, Τόνι Ερνάντες, συνελήφθη από τις αρχές των ΗΠΑ στο Μαϊάμι κατηγορούμενος για 9 δολοφονίες σε μια μάχη για φορτίο κοκαΐνης και παράνομων όπλων στο Μεξικό και για εμπλοκή σε διεθνές σύστημα διακίνηση ναρκωτικών, ενώ έχουν έρθει στο φως στοιχεία που αναμειγνύουν και τον ίδιο τον προέδρο Ερνάντες στην εν λόγω υπόθεση. Έπειτα από μια μακροσκελή ακροαματική διαδικασία, η οποία εξελίχθηκε για 2 εβδομάδες ο Τόνι Ερνάντες κηρύχθηκε και επίσημα ένοχος, ενώ κατά τη διάρκεια της δίκης αποκαλύφθηκε από αυτόπτη μάρτυρα ότι ο αδελφός του σημερινού προέδρου της Ονδούρας δεσμεύθηκε στον Χοακίν «Ελ Τσάπο» Γκουσμάν, έναν από τα ισχυρότερα ονόματα στο χώρο των ναρκωτικών στο Μεξικό και τη Λατινική Αμερική γενικότερα, ο οποίος μάλιστα βρίσκεται πλέον στη φυλακή, ότι θα αναλάμβανε την προστασία των φορτίων ναρκωτικών που εμπορευόταν, με τίμημα τη δωρεά ποσού ύψους ενός εκατομμυρίου στην πρώτη προεκλογική καμπάνια για την προεδρία του αδελφού του.
Και οι μαρτυρίες εναντίον του προέδρου δε σταματάνε εδώ. Η κατάθεση του κρατούμενου Μαγκνταλένο Μέσα επρόκειτο να δώσει μια νέα διάσταση στην υπόθεση, αποκαλύπτοντας καινούργια στοιχεία για την ανάμειξη του αρχηγού του κράτους της Ονδούρας στο σκάνδαλο των ναρκωτικών. Ωστόσο, η εν λόγω κατάθεση δεν πρόλαβε να πραγματοποιηθεί, καθώς ο κρατούμενος δολοφονήθηκε εντός των φυλακών στις οποίες κρατούνταν, όντας όπως κοινοποιήθηκε, θύμα των συμμοριών των φυλακών, άποψη η οποία δεν φαίνεται να ικανοποιεί την κοινή γνώμη, κάνοντας λόγο για στοχευμένη εξόντωση του μάρτυρα έπειτα από κυβερνητική εντολή. Ο ίδιος ο συνήγορος του Μέσα μετά την είδηση του θανάτου του κατήγγειλε δημόσια ότι ο πελάτης του είχε δεχτεί απειλές για τη ζωή του εξαιτίας των στοιχείων που είχε υπό την κατοχή του, τα οποία είχε καταγεγραμμένα και κωδικοποιημένα σε σημειωματάρια.
Μέσω αυτών των σημειώσεων οι δικαστικές αρχές εξακρίβωσαν την ενοχή του Τόνι Ερνάντες και τη συμμετοχή του σε ποικίλες υποθέσεις ναρκωτικών, ενώ παρά το γεγονός ότι ήταν αδιάσειστα τα στοιχεία για την ανάμειξη του Χουάν Ορλάντο Ερνάντες στο εν λόγω κύκλωμα, όπως προκύπτει από τις κωδικοποιημένες αναφορές του Μέσα γύρω από το πρόσωπο του προέδρου, παραδόξως, δεν του απαγγέλθηκε καμία κατηγορία, με τον ίδιο να τις διαψεύδει κατηγορηματικά, κάνοντας λόγο για οργανωμένη σκευωρία των λαθρεμπόρων ναρκωτικών έναντιον του, καθώς, όπως υποστηρίζει, μάχεται εναντίον της διαφθοράς: «Οι λαθρέμποροι ναρκωτικών ζητάνε εκδίκηση εναντίον του μοναδικού προέδρου που έκανε αυτό που χρειαζόταν να κάνει… οι κατηγορίες αυτές είναι λιγότερο σοβαρές κι από την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων».
Εφόσον όμως υπήρχαν τα απαραίτητα στοιχεία για την ενοχή του, γιατί οι Αμερικανικές αρχές όχι μόνο δεν προχώρησαν στη σύλληψή του, αλλά ούτε του πρόσαψαν οποιαδήποτε κατηγορία; Η απάντηση στο εν λόγω ερώτημα κρύβεται πίσω από τις σχέσεις του Τραμπ με τον πρόεδρο της Ονδούρας. Ο Ερνάντες αποτελεί ένα από τους ελάχιστους σύμμαχους του Τραμπ στην Κεντρική και Λατινική Αμερική, δεδομένου ότι η πλειοψηφία των πολιτικών αρχηγών είναι φιλικά προσκείμενοι στον πρόεδρο Μαδούρο. Μάλιστα, στους πολιτικούς κύκλους της Λατινικής Αμερικής συζητείται έντονα ότι ο Ερνάντες είναι το πρόσωπο που πληροφορεί τον πρόεδρο Τραμπ για τις μεταναστατευτικές ροές από το Νότο, ούτως ώστε να υπάρξει η κατάλληλη μέριμνα από πλευράς του προκειμένου να «προληφθεί» η είσοδος νέων μεταναστών στις ΗΠΑ, αποτρέποντας τοιουτοτρόπως οποιαδήποτε προσπάθεια παραβίασης των αμερικανικών συνόρων. Ο Τραμπ επομένως δε θα επέτρεπε σε καμία περίπτωση την πτώση του ανεπίσημου «πληροφοριοδότη» του. Άλλωστε πέρα από το σκάνδαλο των ναρκωτικών από το οποίο τον «γλίτωσε», ο αμερικανός πρόεδρος στηρίζει συνεχώς το καθεστώς του Ερνάντες, λειτουργώντας ως αρωγός και σύμβουλός του, τόσο για τις εξωτερικές όσο και για τις εσωτερικές υποθέσεις της Ονδούρας. Η σχέση εξάλλου των ΗΠΑ με το δεξιό Εθνικό Κόμμα Ονδούρας είναι σταθερή, καθώς την στήριξή τους απολάμβανε και ο πρώην πρόεδρος της Πορφίριο Λόμπο.
Αρκεί όμως η στήριξη των ΗΠΑ και των κρατικών αρχών για την ομαλοποίηση της κατάστασης στην Ονδούρα; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική, καθώς ένας ανυπολόγιστος μέχρι τώρα παράγοντας έρχεται στο προσκήνιο, πλήττοντας για ακόμη μια φορά την κοινωνική ευημερία. Η κλιματική αλλαγή δείχνει το σκληρό της πρόσωπο στην περιοχή με την απόρροια της ανθρώπινης παρέμβασης στη φύση να απειλεί την ύπαρξη ζωής στην πολύπαθη αυτή περιοχή. Η ξηρασία πλέον δεν αποτελεί πρόβλημα αποκλειστικά για τους παραγωγούς, οι οποίοι αντιμετωπίζουν προβλήματα άρδευσης για τις καλλιέργειές τους. Η δραματική μείωση των υδάτινων πόρων έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία εξυπηρέτησης των καθημερινών αναγκών του πληθυσμού, με τους πολίτες σε περίοδο ξηρασίας να παλεύουν να αποθηκεύσουν οι ίδιοι κάποια ποσότητα νερό, ούτως ώστε να καλύψουν τις προσωπικές ανάγκες τους.
Ο κίνδυνος ωστόσο δεν περιορίζεται στο φαινόμενο της ξηρασίας. Σε περιόδους έντονων βροχοπτώσεων, προκαλούνται μεγάλες πλημμύρες, οι οποίες κρίνονται ως μη διαχειρίσιμες με αποτέλεσμα να καταστρέφονται οι περιουσίες των πολιτών τη στιγμή που η κυβέρνηση εθελοτυφλεί έναντι των κινδύνων που εγκυμονούν τέτοιου είδους φυσικά φαινόμενα. Η ανικανότητα του κράτους να προστατεύσει τους πολίτες, καθώς και η έλλειψη κράτους πρόνοιας, έχει αυξήσει τη δυσαρέσκεια και τις διαμαρτυρίες έναντι της παρούσας κυβέρνησης. Έτσι, προκαλείται ένα νέο κύμα μαζικών μεταναστεύσεων, το οποίο ωστόσο η κυβέρνηση, αρνούμενη να αναλάβει το βάρος των ευθυνών της, αποδίδει στη στοχευμένη προπαγάνδα της αντιπολίτευσης, η οποία κατά τα λεγόμενά της καλλιεργεί ένα τόσο αντικυβερνητικό όσο και αντικρατικό κλίμα.