Της Τάνιας Βράνου,
Το ακούμε πολλές φορές σαν εκείνη τη χιλιοειπωμένη φράση «ζακέτα να πάρεις» της μάνας μας, που έχει γίνει τρολ και που απλώς πλέον την έχουμε συνηθίσει, και δεν της δίνουμε καμία σημασία. Ξέρουμε ότι κρύβει αγάπη, ενδιαφέρον, αλλά όχι μαμά δε θα φορέσω ζακέτα γιατί ζεσταίνομαι και γιατί είμαι 26 και το αίμα μου βράζει και αψηφώ το κρύο και το ξέρω ότι νοιάζεσαι μήπως κρυώσω αλλά όχι δε θα βάλω ζακέτα.
Η φράση όμως «κράνος να φορέσεις» δεν κρύβει μόνο αγάπη, κρύβει φόβο. Κρύβει εκείνο το φόβο του μπαμπά σου, την αγωνία της μάνας σου, της καλής σου. Το φόβο μήπως συμβεί το μοιραίο. Εκείνο το μοιραίο που κανείς δεν πιστεύει ότι θα συμβεί, αλλά πρέπει να στο πούνε για να σου υπενθυμίσουν πόσο σημαντικός είσαι γι’ αυτούς και πως μια απροσεξία, μπορεί να σου κοστίσει, εσένα και τους γύρω σου· γιατί όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος λένε. Νομίζεις ότι είσαι δυνατός κι ότι δε θα συμβεί τίποτα σε σένα…
Δε μπορείς να φανταστείς πόσο γρήγορα μπορείς να αναθεωρήσεις τη γνώμη που έχεις για τον εαυτό σου. Χρειάζεται μια μόνο λάθος στιγμή για να βρεθείς από το μπαράκι που διασκέδαζες με τους φίλους σου στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, με πολλαπλά κατάγματα, από τη μπάρα που έπιανες στη σχολή χορού φορώντας τις πουέντ σου σ’ ένα αναπηρικό καροτσάκι. Μια λεπτή γραμμή βλέπεις χωρίζει την ζωή απ’ το θάνατο, τις κινήσεις σου στο χορό απ’ την ακινησία σου. Και είναι τόσο κρίμα να κάθεται στη ντουλάπα σου εκείνο το ωραίο κορμάκι σου που το φορούσες κι έλαμπες απ’ το πάθος σου για το χορό.
Μπορεί να φοράς πάντοτε την ζώνη σου και το κράνος και τη μία και μοναδική φορά που το αμελήσεις να συμβεί το μοιραίο που θα σου ανατρέψει όλη την ζωή. Από την άλλη, αν είσαι απ’ αυτούς τους «τυχερούς» που πάντα τα αμελούν αψηφώντας τον κίνδυνο, που έχεις πέσει αμέτρητες φορές απ’ το παπάκι σου, που έχεις οδηγήσει χωρίς ζώνη, να ξέρεις ότι για όλα υπάρχει μια πρώτη φορά και μια τελευταία. Γιατί δε μπορεί εσύ να προκαλείς τη μοίρα σου κι αυτή πάντα να σου χαμογελάει, κάποια στιγμή θα στη φέρει.
Έχεις καβαλήσει αμέτρητες φορές τη μηχανή του φίλου σου χωρίς κράνος, έχεις πιει κι έχεις οδηγήσει και δεν έχεις πάθει τίποτα δεν είναι όμως τελείως ηλίθιο να παίζεις τόσες πολλές φορές την ζωή τη δική σου και των άλλων κορώνα γράμματα; Δέχομαι ότι δεν έχεις λάβει την οδηγική συμπεριφορά που θα έπρεπε· όχι δε το δέχομαι αλλά πάμε παρακάτω. Πιστεύεις ότι μπορείς να τα καταφέρεις όλα και υπερεκτιμάς το εγώ σου, όμως δε μπορείς…
Είσαι τόσο άνετος με το θέμα αυτό γιατί δε σ’ αρέσει να μιλάς για τα δικά σου λάθη αλλά προτιμάς να μιλάς για τα λάθη των άλλων, κι έτσι έχεις τη δικαιολογία «αυτό κάνουν κι οι υπόλοιποι». Δεν έχεις νιώσει το θρήνο έξω απ’ το θάλαμο ενός νοσοκομείου, την αγωνία έξω από την εντατική κλινική. Είναι τραγική ειρωνεία να σε καλεί ο αριθμός ενός αγαπημένου σου προσώπου, να το σηκώνεις με χαρά για να του μιλήσεις και όταν το σηκώνεις να παγώνει το χαμόγελο στα χείλη. Μα σήκωσες το ακουστικό με τόση ανυπομονησία και χαρά και το αφήνεις με θλίψη. Τελείως οξύμωρο, αντιφατικό. Για τις επόμενες μέρες θα έχεις εκεί τον αριθμό αυτόν πάνω πάνω στις κλήσεις σου αλλά θα ξέρεις ότι αν τηλεφωνήσεις, δε θα απαντήσει κανείς. Για τις επόμενες μέρες, οι πουέντ σου θα σου θυμίζουν με πόση λαχτάρα ζούσες την ζωή… Για τις επόμενες μέρες, το κράνος θα σου θυμίζει πόσο επιπόλαια της φέρθηκες…