Της Σοφίας-Ζωής Παράσχου,
Οι λάτρεις των βιβλίων εν γένει μπορούν να χωριστούν σε διάφορες κατηγορίες: οι λάτρεις των ρομαντικών βιβλίων, των ιστορικών, των βιβλίων πολιτικού περιεχομένου, των μυστηρίων και πάει λέγοντας. Σε κάποια από αυτές τις κατηγορίες καταλαβαίνει ένας αναγνώστης ότι ανήκει, όταν με την κάθε λέξη που διαβάζει, η θεατρική παράσταση, αναπαράσταση του βιβλίου, στο μυαλό του γίνεται όλο και πιο έντονη, με αποτέλεσμα τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας να γίνονται όλο και πιο αχνά. Εκεί, σε αυτό το κομβικό σημείο που με δυσκολία κάτι ξεχωρίζει για την αλήθεια του ή μη, βρίσκεται απάντηση στο ερώτημα: «τι είδους βιβλία σου αρέσουν;»…
Έτσι, τουλάχιστον, πιστεύουν οι περισσότεροι.
Για μένα, το κάθε βιβλίο δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν ένα μέρος του συνόλου, αλλά σαν μια ξεχωριστή μονάδα. Με άλλα λόγια, ένα βιβλίο, αυτό καθ’ εαυτό, είτε αφορά στην ιστορία, την πολιτική είτε περιγράφει τη ρομαντική ζωή δύο ηλικιωμένων μπορεί να είναι καλό και κακό. Η κριτική μας, δηλαδή, δεν πρέπει εκ προοιμίου να είναι καθορισμένη με βάση το τι πραγματεύεται αυτό που θα διαβάσουμε, αλλά με βάση το πώς είναι γραμμένο και πόσο εύκολα μας μεταφέρει εκεί που θέλει να μας μεταφέρει. Έτσι, λοιπόν, αυτή η αχνή γραμμή μεταξύ αλήθειας και μυθοπλασίας δεν είναι, τελικά, ενδεικτική της κατηγορίας των αναγνωστών που ανήκουμε αλλά του αν ο συγγραφέας έχει πετύχει αυτό το οποίο επιδίωκε -ή και δεν επιδίωκε-.
Έχω διαβάσει ρομαντικά βιβλία, τα όποια, σημειωτέον, συνήθως με κάνουν να βαριέμαι αφόρητα, που με καθήλωσαν. Έχω διαβάσει περιπέτειες, που εκ προοιμίου σκοπός τους είναι να σου κρατήσουν το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος, να με κάνουν να προσπερνάω σελίδες, μήπως και τελειώσω το βιβλίο πιο σύντομα. Έχω διαβάσει μυθιστορήματα που με έκαναν να μείνω άφωνη και άλλα που με γέμισαν ανία. “It is all about the writing” λένε οι Άγγλοι… Και θα έρθω, εγώ, με τις λιγοστές γνώσεις περί συγγραφής αλλά και το τρελό μεράκι για διάβασμα που έχω, να το επικυρώσω αυτό.
Με βάση, λοιπόν, αυτήν την αρχή θα αναφερθώ σήμερα σε ένα συγγραφέα για τον οποίο, έχοντας διαβάσει πολλά πλέον βιβλία του μπορώ να έχω μια ολοκληρωμένη άποψη και να πω ότι με βάση τα δικά μου «γευστικά» κριτήρια και τη δικιά μου οπτική περί ενός καλού αστυνομικού βιβλίου, το ταλέντο και ο τρόπος διηγήσεως και συγγραφής του είναι δύσκολο να μη σε συναρπάσει.
Jo Nesbo.
Πολλά βιβλία στο ενεργητικό του, όλα, σχεδόν, πολύ μεγάλες επιτυχίες. Κεντρικός του ήρωας ο Χάρι Χόλε, ένας αστυνομικός με γερό φορτίο ψυχολογικών ζητημάτων στους ώμους του. Όλο το παιχνίδι παίζεται στο how to catch, πώς να πιάσεις το δολοφόνο. Ευφυΐα, ανατροπή και ένταση, σε έναν καθόλου συνηθισμένο βαθμό.
«Ο Νέσμπο γράφει πιο ανατρεπτικά από τον καθέναν» συνηθίζουν να σχολιάζουν οι εφημερίδες και οι κριτικές. Αυτό έγκειται στο ότι δεν αρκείται στην περιγραφή ενός θρίλερ με δολοφονίες και ηρωικές στιγμές αλλά δε διστάζει να συμπεριλάβει στο κείμενο μη αναμενόμενες απώλειες, να θίξει σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα που αφορούν σε πολλούς ανθρώπους, όπως ο αλκοολισμός, ενώ εισχωρεί στη ψυχολογία των ηρώων σε τέτοιο βαθμό, που η ταύτιση είναι αναπόφευκτη.
Μοναδικός στο είδος του για μένα. Τα πολλά λόγια, όμως, δε μπορούν να πετύχουν αυτό που εκείνος πετυχαίνει με το γράψιμό του. Το μόνο που μπορεί να το κάνει αυτό είναι η ανάγνωση μόλις 2-3 σελίδων από κάποιο βιβλίο του! «Δίψα», «Αστυνομία», «Χιονάνθρωπος», «Αίμα στο χιόνι» και πολλά άλλα…
Ανεπιφύλακτη πρότασή μου, που θα κάνει την αχνή γραμμή για την οποία συζητούσαμε να εξαφανιστεί τελείως!
Γεννηθείσα το 1999. Είναι φοιτήτρια Νομικής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από πολύ μικρή ηλικία, ξεκίνησε να ασχολείται με διάφορες δραστηριότητες, εκ των οποίων ξεχώρισε τα debate και την αρθρογραφία. Συμμετέχει ενεργά σε μοντέλα προσομοιώσεων, ενώ ήταν αρχισυντάκτρια και αρθρογραφούσε τακτικά στην εφημερίδα του σχολείου της. Ιδιαίτερα πεδία ενδιαφέροντός της αποτελούν η Μέση Ανατολή και τα κοινωνικά ζητήματα.