Της Ειρήνης Βαρελτζίδου,
Στο ελληνικό κληρονομικό δίκαιο από τη στιγμή του θανάτου του κληρονομουμένου, οι κληρονόμοι του αποκτούν αμέσως και χωρίς καμία άλλη διαδικαστική ενέργεια την κληρονομία του. Σύνηθες φαινόμενο σήμερα είναι η κληρονομία να αποτελείται κατά κύριο λόγο από χρέη, οδηγώντας τους κληρονόμους σε μία δυσμενή και καθόλου ευχάριστη θέση. Η παραπληροφόρηση σχετικά με το παραπάνω ζήτημα είναι μεγάλη, καθώς δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι, από τη στιγμή που δεν κάνουν κάποια διαδικασία για να αποδεχθούν την κληρονομία, αυτό σημαίνει αυτομάτως ότι την αποποιούνται και δε φέρουν καμία ευθύνη για τα χρέη του θανόντος συγγενή τους. Τι μπορεί να κάνει ένας κληρονόμος σε μία ανάλογη περίπτωση και πώς θα προστατεύσει την προσωπική του περιουσία;
Αρχικά, αν για κάποιον λόγο ο κληρονόμος δεν επιθυμεί να αποκτήσει την κληρονομία του θανόντος (λ.χ. επειδή ο θανών είχε μεγάλα χρέη), τότε θα πρέπει να προχωρήσει σε δήλωση αποποίησης της κληρονομίας μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, η οποία ξεκινά από τη στιγμή που το εν λόγω πρόσωπο μαθαίνει ότι ο ίδιος είναι κληρονόμος του θανόντος. Με τον όρο «αποποίηση κληρονομίας» εννοείται η δήλωση του προσωρινού κληρονόμου ότι δεν δέχεται την κληρονομία. Σε περίπτωση που δεν προβεί σε αυτή τη δήλωση μέσα στην προθεσμία των τεσσάρων μηνών, θεωρείται ότι έχει αποδεχθεί την κληρονομία, με συνέπεια να αποκτά, αφενός, τα περιουσιακά στοιχεία του κληρονομουμένου, αλλά, παράλληλα, και τα τυχόν χρέη αυτού. Τι γίνεται, όμως, αν δεν γνωρίζει κάποιος αυτήν την δυνατότητα αποποίησης από την κληρονομία και περάσει η προθεσμία; Για να προστατευτεί ο κληρονόμος, που άθελά του έχει κληρονομήσει τα χρέη του θανόντος επειδή παρήλθε η ως άνω τετράμηνη προθεσμία χωρίς να αποποιηθεί, μπορεί να επικαλεστεί ότι δεν γνώριζε ότι είναι κληρονόμος. Η άγνοια ενός προσώπου για το κληρονομικό του δικαίωμα μπορεί να οφείλεται σε διάφορους λόγους, όπως άγνοια για τα πραγματικά περιστατικά που τον καθιστούν κληρονόμο. Για παράδειγμα, ο κληρονόμος μπορεί να αγνοεί τον ίδιο τον θάνατο του κληρονομουμένου ή την ύπαρξη διαθήκης, βάσει της οποίας κληρονομεί ή μπορεί να μη γνωρίζει ότι ο αρχικός κληρονόμος για κάποιον λόγο δεν αποδέχθηκε την κληρονομία και συνεπώς, η κληρονομία πηγαίνει σε αυτόν. Ακόμα, μπορεί να υπάρχει άγνοια του κληρονομικού δίκαιου και ειδικότερα, της διάταξης που προβλέπει ότι με τον θάνατο ενός προσώπου αυτομάτως η περιουσία του πηγαίνει στους κληρονόμους του. Και στις δυο περιπτώσεις τα δικαστήρια υποστηρίζουν ότι έως τη στιγμή που ο κληρονόμος μάθει ότι κληρονομεί δεν τρέχει η τετράμηνη προθεσμία της αποποίησης.
Κάθε κληρονόμος, που αγνοεί σοβαρές διατάξεις του κληρονομικού δικαίου (π.χ. ΑΚ 1847), έχει τη δυνατότητα εντός έξι μηνών από τη στιγμή που θα μάθει τις κρίσιμες νομικές διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να αποποιηθεί την κληρονομία εφόσον δεν την επιθυμεί και μάλιστα εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών, να ασκήσει στο αρμόδιο δικαστήριο αγωγή ακύρωσης της αποδοχής της κληρονομίας. Λόγος της ακύρωσης θα είναι το γεγονός ότι αν γνώριζε τις κρίσιμες νομικές διατάξεις, δηλαδή την υποχρέωση και την προθεσμία αποποίησης, δε θα είχε αφήσει να περάσει άπρακτη η τετράμηνη προθεσμία, αλλά θα είχε προβεί εγκαίρως σε αποποίηση της κληρονομίας. Σε κάθε περίπτωση, το δικαστήριο θα κρίνει αν η άγνοια αυτών των διατάξεων είναι δικαιολογημένη και στη συνέχεια θα απορρίψει ή θα δεχτεί την αγωγή για ακύρωση.
Ο κληρονόμος έχει το δικαίωμα, για όσο διαρκεί η προθεσμία να αποποιηθεί την κληρονομία, να δηλώσει ότι την αποδέχεται με το ευεργέτημα της απογραφής, περιορίζοντας την ευθύνη του για τις υποχρεώσεις της κληρονομιάς μέχρι το ενεργητικό της, δηλαδή μέχρι τη συνολική αξία της κληρονομίας. Έτσι, ο κληρονόμος που αποδέχθηκε την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής, είναι υποχρεωμένος να συντάξει απογραφή της κληρονομικής περιουσίας μέσα σε τέσσερις μήνες από την παραπάνω δήλωσή του. Η απογραφή, συνίσταται στην καταγραφή όλων των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού της κληρονομίας, διαδικασία που απαιτεί προσεκτικούς νομικούς χειρισμούς και σε περίπτωση που δεν περατωθεί εντός της προβλεπόμενης τετράμηνης αποκλειστικής προθεσμίας, επέρχεται ως συνέπεια η απώλεια του ευεργετήματος με αποτέλεσμα την απεριόριστη ευθύνη του κληρονόμου. Τέλος, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τα ανήλικα τέκνα που κληρονομούν, έχουν πάντοτε το ευεργέτημα της απογραφής, ώστε να μην βρεθούν να οφείλουν από κληρονομία που έλαβαν με χρέη. Σημαντική προϋπόθεση, όμως, είναι το αργότερο εντός έτους από την ενηλικίωσή τους να συντάξουν απογραφή, διαφορετικά θα πρέπει να πληρώσουν τα χρέη της κληρονομίας.Βάσει των ανωτέρω, λοιπόν, η αποδοχή κληρονομίας δεν είναι μονόδρομος για τον κάθε κληρονόμο. Υπάρχουν τρόποι και λύσεις, ώστε να αποδεσμευτεί ο κληρονόμος από την ανεπιθύμητη για αυτόν κληρονομία, που μόνο χρέη θα του αποφέρει. Το κληρονομικό δίκαιο παρέχει μεν προστασία στην προσωπική περιουσία των κληρονόμων, κυρίως δε φροντίζει και εξασφαλίζει να μη βρεθεί κανένας κληρονόμος σε μία δυσμενή και οικονομικά ζημιογόνα κατάσταση.
Πηγές
- Απόστολος Σ. Γεωργιάδης (2014). Εγχειρίδιο Κληρονομικού Δικαίου. Αθήνα: Εκδόσεις Σάκκουλα
- Ψούνη Νίκη (2016). Κληρονομικό Δίκαιο. Αθήνα-Θεσσαλονίκη
- Σπυριδάκης, Ι. Σ (2016). Κληρονομικό Δίκαιο. Αθήνα: Εκδόσεις Σάκκουλα
Γεννήθηκε το 1996 στη Θεσσαλονίκη. Είναι φοιτήτρια στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από ξένες γλώσσες γνωρίζει γερμανικά και άπταιστα, αγγλικά. Από μικρή της άρεσε η ενασχόληση με πολιτικά, κοινωνικά και νομικά θέματα, για αυτό έχει συμμετάσχει σε πολλά σεμινάρια και συνέδρια (όπως στη Βουλή των Εφήβων, σε μοντέλα Ηνωμένων Εθνών, στο Μοντέλο Βουλής των Ελλήνων). Αρθρογραφεί για νομικά θέματα, κυρίως οικογενειακής φύσεως