Του Ραφαήλ Νικόλαου Μπελενιώτη,
Ύστερα από τις δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τράμπ, με τις οποίες έκανε ξεκάθαρη την θέλησή του να προβεί σε δραστικά αντίποινα βομβαρδισμών θρησκευτικό-πολιτισμικών στόχων στο Ιράν, το κλίμα έχει πυροδοτηθεί μέσα και έξω από την Αμερική. Την αντίθεσή του έχει δηλώσει πλήθος Αμερικανών πολιτών, αλλά και ανθρωπιστικών οργανώσεων. Ο Βομβαρδισμός, εξάλλου, μνημείων θρησκευτικής και πολιτισμικής κληρονομιάς και αξίας ,εκτός του ότι ενέχει και τον σίγουρο θάνατο αμάχων, αποτελεί και αναγνωρισμένο έγκλημα πολέμου από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Δεν είναι, όμως, η πρώτη φορά κατά την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος μαζεύει γύρω από τα λεγόμενά του πυρά της αντιπολίτευσης των Δημοκρατικών, της αριστεράς, αλλά και πρώην συνεργατών του, όπως ο παραιτηθείς διπλωμάτης από το γραφείο του ειδικού προεδρικού απεσταλμένου του Παγκόσμιου Συναγερμού για την Αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους στο Λεβάντε του Ιράκ ( ο όρος Λεβάντε, αποδίδεται ως κράτος της Ανατολής ή Συρίας ή ΑλΣαμ).
Στις 6 Ιανουαρίου, μόλις πάνω στον απόηχο της επίθεσης δολοφονίας του Soleimeni, στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter ο Brett McGurk σχολίασε ιδιαίτερα καυστικά τις επιθετικές ανακοινώσεις του Ντ. Τράμπ, σύμφωνα με τις οποίες η Αμερική έχει «κλειδώσει» στόχους τους οποίους εξετάζει να βλάψει και μάλιστα στόχους οι οποίοι βρίσκονται στην εδαφική εμβέλεια του Ιράν και άπτονται θρησκευτικής-πολιτισμικής αναφοράς. Σύμφωνα με τα ίδια τα λεγόμενα του προέδρου σε δημοσιογράφους μέσα από το προεδρικό αεροπλάνο, ο πρόεδρος φέρεται να δήλωσε ότι: «Φυσικά και θα βάλουμε κατά στόχων του Ιράν. Αυτοί έχουν το δικαίωμα να βασανίζουν Αμερικανούς πολίτες, έχουν το δικαίωμα να βομβαρδίζουν αμερικάνικες βάσεις, έχουν το δικαίωμα να σκοτώνουν Αμερικανούς στρατιώτες, αλλά εμείς δεν έχουμε το δικαίωμα να πλήξουμε πολιτισμικούς-θρησκευτικούς στόχους τους; Όχι, δεν λειτουργεί έτσι το παιχνίδι».
O Brett είχε τοποθετηθεί στη θέση του Προεδρικού Απεσταλμένου του προέδρου Μπάρακ Ομπάμα και την κατείχε από τις 23 Δεκεμβρίου του 2015 μέχρι και την παραίτησή του, δηλαδή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2018. Κανονικά θα αποσύρονταν από τη θέση του μόλις στις 19 Φεβρουαρίου του 2019, όμως μπροστά στην απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντ. Τράμπ να αποσύρει τα στρατεύματα των Αμερικανών από τη Συρία, ανακοίνωσε την παραίτησή του.
Ο έξυπνος και εύστροφος αυτός διπλωμάτης και πρώην καθηγητής με την πολυετή πείρα στους διπλωματικούς θώκους από την εποχή ακόμα του George. W. Bush φαίνεται ότι δεν έχει παύσει να εξαπολύει μύδρους και βέλη κατά των αποφάσεων σχετικά με την αναθεωρητική εξωτερική πολιτική που ακολουθεί το Οβάλ Γραφείο υπό την παρουσία του Τράμπ. Ο Brett άλλωστε έχει συσσωρεύσει μια μεγάλη εμπειρία που του δίνει το έναυσμα να μπορεί να τοποθετείται με ιδιαίτερη βαρύτητα στον δημόσιο λόγο περί εξωτερικής πολιτικής στη χώρα του. Ο ίδιος ήταν ένας από τους συμμετέχοντες στις μυστικές συζητήσεις με το Ιράν το 2016 για την απελευθέρωση και ανταλλαγή τεσσάρων Αμερικανών κρατουμένων υπό του καθεστώς του Ιράν, που κρατούνταν σε Ιρανικές φυλακές. Ανάμεσα στους Αμερικάνους που τότε είχαν απελευθερωθεί ήταν και ένας Αμερικάνος ρεπόρτερ. Η επιτυχής έκβαση των διαπραγματεύσεων, διαπραγματεύσεων πρώτων στο είδος τους με τις μυστικές υπηρεσίες του Ιράν, του είχε πιστωθεί πλήρως.
Στις 19 Ιανουαρίου του 2017 ο Γραμματέας Τύπου της διοίκησης του Τράμπ, Sean Spicer, δήλωσε την πρόθεση της κυβέρνησης να διατηρήσει τον Brett στη θέση του Προεδρικού Απεσταλμένου για την καταπολέμηση του ISIL. Στις 11 Δεκεμβρίου όμως του 2018 ο διπλωμάτης έδωσε μια ενημέρωση στον τύπο κατά την οποία δήλωσε ξεκάθαρα και δίχως περιστροφές ότι ο πόλεμος ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος στη Συρία δεν έχει λάβει τέλος. Επί λέξει είχε πει: «Ιt would be reckless if we were just to say, well, the physical caliphate is defeated, so we can just leave now». Η σύγκρουση με την διοίκηση Τράμπ είχε μπει κιόλας σε τροχιά. Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έχασε χρόνο: Στις 22 Δεκεμβρίου του 2018 δήλωσε την απόφασή του να αποσύρει σταδιακά τα αμερικανικά στρατεύματα από το Συριακό έδαφος. Άλλωστε, η επιστροφή των Αμερικανών στρατιωτών από τους «endless wars» ήταν κεντρική προεκλογική του γραμμή.
Η απάντηση του Brett ήρθε λίγες ημέρες αργότερα με την παραίτησή του. Ο Αμερικανός πρόεδρος γνωστός για την αλαζονική και υπεροπτική συμπεριφορά του απέναντι στους γραφειοκρατικούς υφισταμένους του, μερίμνησε ώστε να αναρωτηθεί «φωναχτά» ποιος είναι ο Brett, δήλωσε ότι δεν τον γνωρίζει προσωπικά και αναρωτήθηκε εκ νέου αν είναι ένας «grandstander».
O Bret συνέχισε να καυτηριάζει με τις παρεμβάσεις του στη δημόσια σφαίρα, κυρίως μέσω άρθρων του στην Washington Post και στο Foreign Affairs την απόφαση του Τράμπ να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις από τη Συρία. Ξανά και ξανά, δήλωνε πως το κενό των αμερικανικών στρατευμάτων θα έσπευδαν να το καλύψουν μη έμπιστες περιφερειακές δυνάμεις και πως το Χαλιφάτο θα αναζωπυρωνόταν από τις στάχτες του.
Έτσι λοιπόν, κατανοούμε ότι το χθεσινό tweet του έμπειρου διπλωμάτη δεν είναι ένας απλός αντιπολιτευτικός κεραυνός, από τους πολλούς που συνηθίζει να έλκει γύρω του ο Ντόναλντ Τράμπ. Είναι ίσως η προσωποποιημένη εκφορά της οργής και της αγανάκτησης ενός έμπειρου και εκπαιδευμένου στελεχικού δυναμικού της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Ακόμα περισσότερο, είναι από το δυναμικό εκείνων των στελεχών, των αναλυτών και πολιτικού προσωπικού της Αμερικής το οποίο παραγκωνίζεται από τον Ντ. Τράμπ, επιδεκτικά και επανειλημμένα. Αυτή η αγνόηση εκ μέρους του προέδρου είναι και η αιχμή του δόρατος των αποφάσεων που λαμβάνει, μιας και αρνείται την κεφαλαιοποίηση των εμπειριών ανθρώπων, όπως του Brett.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1999. Είναι τελειόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, με κατεύθυνση στην Ιστορία. Αρέσκεται στο να αποκωδικοποιεί την τρέχουσα επικαιρότητα μέσω της αρθρογραφίας.