12.6 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ έννοια της αποζημίωσης στο πλαίσιο του αστικού δικαίου

Η έννοια της αποζημίωσης στο πλαίσιο του αστικού δικαίου


Της Αναστασίας Ερνεάνου, 

Μία εκ των κυριότερων λειτουργιών που επιτελεί το Δικαίου ως κλάδος της επιστήμης, είναι η ρύθμιση και οριοθέτηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ούτως ώστε να επιτευχθεί η ομαλή λειτουργία του κοινωνικού συνόλου, αλλά και η εξέλιξή του. Διαχρονικά, οι άνθρωποι βρίσκονται σε άμεση αλληλεξάρτηση, καθώς κανείς δεν μπορεί να ικανοποιήσει πλήρως τις ανάγκες του, βασιζόμενος αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις και δυνατότητες. Επειδή, όμως, εμφανίστηκαν προβλήματα στις μεταξύ τους συναλλαγές και συμφωνίες, ο νομοθέτης επιχείρησε να δώσει λύση, καθιερώνοντας μάλιστα έναν ξεχωριστό κλάδο ιδιωτικού δικαίου στη νομική επιστήμη, εκείνον του Ενοχικού Δικαίου.

Ο κλάδος αυτός έχει ως κύριο αντικείμενο την έννοια της ενοχής και ό,τι αυτή επιφέρει. Η έννοια της ενοχής έχει απασχολήσει ιδιαίτερα την επιστήμη, η οποία έχει καταλήξει σε ένα διαχωρισμό σε υπό στενή και ευρεία έννοιά της. Η πρώτη περιορίζεται στη γραμματική ερμηνεία του νόμου, ο οποίος αναφέρει στο άρθρο 287 εδ.α’ του Αστικού Κώδικα (εφεξής ΑΚ) πως ενοχή είναι η υποχρέωση προς παροχή, έχει δηλαδή ως περιεχόμενο μια μόνο απαίτηση του δανειστή και αντίστοιχα, μια μόνο υποχρέωση του οφειλέτη. Η ευρεία έννοια περιλαμβάνει περισσότερες ενοχές, αποτελεί συνεπώς ένα οργανικό σύνολο, το οποίο βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη και μεταβολή καθ’ όλη τη διάρκεια της ενοχής. Θα λέγαμε λοιπόν, πως η ευρεία έννοια δίνει έναν δυναμικότερο ορισμό της ενοχής.

Αντικείμενο της ενοχικής σχέσης είναι η παροχή, δηλαδή η υποχρέωση προς εκπλήρωση. Τι συμβαίνει, όμως, στην περίπτωση που η παροχή δεν εκπληρώνεται με τον προσήκοντα τρόπο και τα πράγματα δεν κυλούν ομαλά; Ο νομοθέτης έχει προβλέψει για κάθε τέτοια περίπτωση έννομες συνέπειες, ώστε να διευκολύνει την κατάσταση. Εκείνη που θα μας απασχολήσει στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η υποχρέωση προς αποζημίωση.Προϋποθέσεις για την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης στο πλαίσιο του Αστικού Δικαίου είναι η ζημία, η ύπαρξη νόμιμου λόγου ευθύνης και η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ τους. Ξεκινώντας από την πρώτη, ορίζουμε ως ζημία τη δυσμενή μεταβολή στην περιουσιακή κατάσταση ενός προσώπου, η οποία διακρίνεται σε περιουσιακή και ηθική βλάβη σε περίπτωση προσβολής προσωπικότητας. Σημαντικό είναι να διακρίνουμε, επίσης, την ηθική βλάβη από την ψυχική οδύνη, η οποία σημαίνει τον ψυχικό πόνο που αισθάνεται ένα πρόσωπο λόγω προσβολής κάποιου αγαθού και προβλέπεται μόνο στο άρθρο 932 εδ. γ’ σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου και υπέρ της οικογένειάς του. Ουσιαστικά, η διάκριση είναι σημαντική, επειδή η ηθική βλάβη αποκαθίσταται αποκλειστικά σε δύο περιπτώσεις: προσβολή της προσωπικότητας (57-59 ΑΚ) και αδικοπραξία (932 ΑΚ) .Η περιουσιακή αποκαθίσταται σε κάθε περίπτωση, εφόσον συντρέχουν και οι άλλες δύο προϋποθέσεις.

Ως νόμιμος λόγος ευθύνης ορίζεται η αιτία που αναγνωρίζεται από το νόμο. Πρώτος λόγος είναι η παράβαση προϋφιστάμενης ενοχής, η οποία γεννάται από δικαιοπραξία και κυρίως από σύμβαση. Εδώ, η αποζημίωση αποτελεί δευτερογενή υποχρέωση, αφού η εκπλήρωση της ενοχής είναι η πρωτογενής και δεν επιτυγχάνεται. Λόγο ευθύνης αποτελεί και η αδικοπραξία, η οποία ορίζεται στο 914 ΑΚ ως παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά , ενώ εδώ η αποζημίωση αποτελεί πρωτογενή ευθύνη. Επίσης, οφείλεται αποζημίωση και σε περίπτωση υπαίτιας αντισυναλλακτικής συμπεριφοράς κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων (197-198 ΑΚ).

Βεβαίως, σημαντικό είναι μεταξύ ζημίας και πηγής ευθύνης να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος. Κρατούσα θεωρία είναι εκείνη της πρόσφορης αιτίας, σύμφωνα με την οποία πρόσφορος όρος θεωρείται αυτός, από τον οποίο μπορούσε να προβλεφθεί η ζημία από την πράξη κατά την κανονική πορεία των πραγμάτων. Κριτής θεωρείται ο λογικός και επιμελής άνθρωπος, που ανήκει στο συγκεκριμένο κύκλο δραστηριότητας.

Όσον αφορά τις μορφές της ζημίας, εκείνη διακρίνεται σε θετική και αποθετική ή αλλιώς, διαφυγόν κέρδος. Η πρώτη αφορά την πραγματική μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του ζημιωθέντος, η οποία μπορεί να συνίσταται σε μείωση του ενεργητικού (σύνολο δικαιωμάτων) ή αύξηση του παθητικού (σύνολο υποχρεώσεων). Η δεύτερη κατηγορία αφορά τη ματαίωση της αύξησης του ενεργητικού ή αντίστοιχα, τη ματαίωση μείωσης του παθητικού της περιουσίας. Η προσδοκία αυτή κρίνεται με βάση τη συνήθη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως, τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί, τα οποία εμμέσως πλην σαφώς, αποβλέπουν στην επίτευξή της.

Φτάνοντας στη σημαντικότατη και κύρια διάκριση της έννοιας της αποζημίωσης, ως διακριτικού στοιχείου, ορίζουμε την ύπαρξη πρωτογενούς ή αντίθετα, δευτερογενούς υποχρέωσης για καταβολή της. Όταν η ενοχή προς αποζημίωση είναι δευτερογενής, κατανοούμε πως γεννήθηκε, επειδή δεν εκπληρώθηκε ή εκπληρώθηκε πλημμελώς η πρωτογενής υποχρέωση, που πηγάζει από δικαιοπραξία και σπανιότερα, από το νόμο. Στην περίπτωση αυτή, αποκαθίσταται το θετικό διαφέρον ή αλλιώς διαφέρον εκπληρώσεως, δηλαδή ό,τι θα είχε αποκτηθεί αν η δικαιοπραξία είχε εκπληρωθεί κατάλληλα. Από την άλλη, σε περίπτωση πρωτογενούς υποχρέωσης προς αποζημίωση, η οποία καλείται αρνητικό διαφέρον ή διαφέρον εμπιστοσύνης, αποκαθίσταται ό,τι θα είχε ο ζημιωθείς, αν δεν είχε μεσολαβήσει το ζημιογόνο γεγονός. Κύρια πηγή αυτού του είδους της αποζημίωσης είναι ο νόμος και συνηθέστερα, τα άρθρα 914 επόμενα ΑΚ (αδικοπραξίες). Η έκταση της αποζημίωσης μπορεί να καλύπτει τόσο τη θετική όσο και την αποθετική ζημία επί θετικού ή αρνητικού διαφέροντος. Πάντως, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποκαθίσταται παράλληλα το θετικό και το αρνητικό διαφέρον, αφού το ένα αποκλείει την εφαρμογή του άλλου.Προκειμένου να γίνουν κατανοητές οι παραπάνω έννοιες, ας παραθέσουμε ένα καθημερινό παράδειγμα. Ο Α πωλεί στον Β ένα ρολόι έναντι 2.000 ευρώ, που του προκαταβάλλει ο Β. Το ρολόι είχε συμφωνήσει ο Α να πωληθεί στον φίλο του Γ έναντι 3.000 ευρώ. Εάν ο Α από υπαιτιότητά του δεν το παραδώσει στον Β , εκείνος δικαιούται να ζητήσει το τίμημα των 2.000 ευρώ (θετική ζημία επί θετικού διαφέροντος) και 1.500 ευρώ που θα κέρδιζε από την πώληση του ρολογιού (διαφυγόν κέρδος επί θετικού διαφέροντος).

Συνεπώς, η έννοια της ζημίας και της αποζημίωσης διατρέχει ολόκληρο το Αστικό Δίκαιο και αποτελεί κεντρικό σημείο αυτού του κλάδου. Με αυτό τον τρόπο, ο νομοθέτης δίνει μια λύση στη διευθέτηση των ανθρώπινων συναλλαγών και προάγει την οικονομική ανάπτυξη της κοινωνίας.


Πηγές
  • Απόστολος Γεωργιάδης, Ενοχικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος, Εκδόσεις Π. Ν. Σάκκουλας, 2015.
  • Μιχαήλ Σταθόπουλος, Επιτομή Γενικού Ενοχικού Δικαίου, Εκδόσεις Π. Ν. Σάκκουλας, 2016.

Αναστασία Ερνεάνου

Γεννήθηκε το 2000. Σπουδάζει στο τμήμα της Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει παρακολουθήσει πλήθος σεμιναρίων σχετικά με τα εγχώρια και τα διεθνή δρώμενα. Αγαπάει τα ταξίδια και είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη όσον αφορά τον εθελοντισμό.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αναστασία Ερνεάνου
Αναστασία Ερνεάνου
Γεννήθηκε το 2000. Σπουδάζει στο τμήμα της Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει παρακολουθήσει πλήθος σεμιναρίων σχετικά με τα εγχώρια και τα διεθνή δρώμενα. Αγαπάει τα ταξίδια και είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη όσον αφορά τον εθελοντισμό.