Της Κυριακής Θεοδοσάκη,
Η ασφάλεια αποτελούσε ανέκαθεν σημαντικό ζήτημα στη λίστα ιεράρχησης των κρατικών στόχων. Η ρεαλιστική θεωρία ανάγει το ζήτημα της ασφάλειας διαχρονικά στον ύψιστο κρατικό στόχο συνδέοντας την στενά με την επιβίωση. Αυτή είναι η εθνική ασφάλεια και έγκειται στην προστασία της ακεραιότητας και τη διατήρηση της κυριαρχίας ενός κράτους. Πρόκειται για μια έννοια μάλλον παραδοσιακή στην ορολογία των διεθνών σχέσεων, η οποία μάλιστα συνδέεται στενά και με την στρατιωτική ισχύ. Ωστόσο, έννοιες, όπως η «ανθρώπινη ασφάλεια» και η «διεθνής ασφάλεια», αναδείχτηκαν σε μεγάλο βαθμό με το τέλος του ψυχρού πολέμου αμφισβητώντας έτσι το αυστηρά καθορισμένο περιεχόμενο της εθνικής ασφάλειας.
Η πρώτη δεκαετία μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου θέτει τα θεμέλια για την ριζική αλλαγή της αντίληψης της ασφάλειας. Η αντίληψη πως η ανθρώπινη ασφάλεια δεν ανάγεται σε ζήτημα εθνικής ασφάλειας και πως η διεθνής ασφάλεια είναι απλώς ένα θεωρητικό οικοδόμημα αρκετά μακριά από τις πραγματικές απειλές για τα κράτη αρχίζει σταδιακά να αποδομείται. Οι απειλές πλέον δεν είναι εξωτερικές και μεμονωμένες ,αλλά πολυδιάστατες και προέρχονται συγχρόνως από το εσωτερικό των κρατών. Πρώτη ένδειξη είναι οι εμφύλιες συρράξεις και οι συγκρούσεις εθνοτικού και θρησκευτικού χαρακτήρα που λαμβάνουν χώρα καθ’όλη την διάρκεια της δεκαετίας του 90’. Πρόκειται σαφώς για γεγονότα τα οποία λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό των κρατών, τα οποία όμως αποτελούν απειλές εκ των έσω τόσο για την εθνική όσο και για την περιφερειακή –σε κάποιες περιπτώσεις- ή τη διεθνή ασφάλεια. Αυτό είναι ένα πρωτοφανές γεγονός για τα δεδομένα του Ψυχρού Πολέμου που μέχρι τότε είχαν βιώσει τα κράτη. Ο εξωτερικός εχθρός είναι κάτι αμφιλεγόμενο πλέον.
Από την άλλη πλευρά, το ότι ο εξωτερικός εχθρός αμφισβητείται δεν σημαίνει ότι εξαφανίζεται. Οι απειλές εκτός των συνόρων παραμένουν και αλλάζουν πλήρως. Η 11η Σεπτεμβρίου αποτελεί το κομβικό σημείο στη μεταψυχροπολεμική εποχή για την ανάδειξη της τρομοκρατίας σε απειλή για την εθνική και την διεθνή ασφάλεια. Ο εχθρός παραμένει εξωτερικός, όμως είναι απρόσωπος και απροσδιόριστος και μπορεί να συνεργάζεται ακόμη και με πολίτες του ιδίου του κράτους. Τα σύνορα καταλύονται μπροστά στις σύγχρονες απειλές και η στρατιωτική ισχύς από μόνη της αποδεικνύεται ανεπαρκής. Τα τρομοκρατικά χτυπήματα που στιγμάτισαν το Βέλγιο και την Γαλλία από το 2015 και έπειτα, διατηρούν ζωντανή την κριτική άποψη πως μάλλον η εθνική ασφάλεια συνδέεται στενά με την διεθνή και την περιφερειακή και πως η αντιμετώπισή τους απαιτεί ένα συντονισμό μεταξύ των κρατών.
Πέραν της αλληλεπίδρασης εθνικής και διεθνούς ασφάλειας που προκαλεί το μεταψυχροπολεμικό πολυπολικό σύστημα υπάρχει μια ακόμη έννοια που έχει αρχίσει να επηρεάζει την εθνική ασφάλεια. Η ανθρώπινη ασφάλεια που επικεντρώνεται αποκλειστικά στο άτομο και στο προσωπικό αίσθημα ασφάλειας του κάθε πολίτη και αποτελούσε στοιχείο της εσωτερικής τάξης των κρατών αρχίζει να αποτελεί μια νέα διάσταση των εκ των έσω απειλών. Στις εθνοτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις, μειονότητες και αποσχιστικά κινήματα έρχονται τώρα να προστεθούν ζητήματα που μέχρι εχθές θεωρούνταν ελάχιστα μπροστά στο Λεβιάθαν του κράτους. Μπορεί άραγε η αύξηση της τιμής του εισιτηρίου του μετρό να σταθεί ικανή για την κατάλυση της εσωτερικής τάξης του κράτους σε σημείο που το κράτος να καταστεί “fragile”; Μπορεί η αύξηση της τιμής της βενζίνης να απειλήσει την κρατική οντότητα;
Φυσικά και μπορεί και τα απτά παραδείγματα βρίσκονται σήμερα στις περιφέρειες ανά τον κόσμο: Λίβανος, Χιλή, Βολιβία, Ιράν είναι μερικά από τα κράτη που μαστίζονται από κοινωνικές συγκρούσεις τεράστιων διαστάσεων. Η φτώχεια, το βιοτικό επίπεδο, τα δικαιώματα, το περιβάλλον και οι κλιματικές συνθήκες αποτελούσαν μέχρι πρόσφατα, ζητήματα low politics που δεν εντάσσονταν στην αυστηρή έννοια της ασφάλειας. Οι κρίσεις όμως που πυροδοτήθηκαν ανά τον κόσμο και οι διαστάσεις που έλαβαν αποδεικνύουν πως μάλλον η ατομική ανθρώπινη ασφάλεια, όταν απειλείται μπορεί να απειλήσει και την εθνική και να επισύρει συνέπειες που θα αγγίξουν τα όρια της περιφερειακής και της διεθνούς. Οι μετακινήσεις πληθυσμών μετά την κρίση στη Βενεζουέλα που κατευθύνθηκαν στα γειτονικά κράτη της Λατινικής Αμερικής έθεσαν ζητήματα ασφάλειας για τα κράτη αυτά; Με αφορμή αυτό, δίπλα στις νέες απειλές του περιβάλλοντος και της τρομοκρατίας λόγου χάριν, θα μπορούσε να προστεθεί και η μετανάστευση;
Κλείνοντας εδώ, η ασφάλεια δεν θα πάψει μάλλον να αποτελεί τον βασικότερο στόχο των κρατών , όπως αποδεικνύει η εξέλιξη των διεθνών σχέσεων. Παρόλα αυτά, το σύστημα αλλάζει, οι δρώντες μεταβάλλονται και μαζί τους η κατανομή ισχύος και η σταθερότητα. Η ασφάλεια παράλληλα, βρίσκεται σε μια διαδικασία εξέλιξης ή ίσως διεύρυνσης, όπως το πάρει κάνεις, ως προς τον χαρακτήρα της, το περιεχόμενο και τις διαστάσεις της που επιβεβαιώνεται καθημερινά.
Σπουδάζει στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Γνωρίζει Αγγλικά και Γαλλικά και συμμετέχει ενεργά σε προσομοιώσεις (Εuropa.S, RhodesMRC). Συμμετείχε στην πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ευρωπαϊκές εκλογές «This time I’m voting» ως εθελόντρια. Ενδιαφέρεται για τα ευρωπαϊκά θέματα καθώς και για τα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής.