Του Παναγιώτη Δωρή,
Από αρκετά νεαρή ηλικία θυμάμαι τον εαυτό μου να παρακολουθεί τις συζητήσεις ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας με περίσσιο ενδιαφέρον, καθώς πολύ συχνά οι συζητήσεις αυτές φανέρωναν στοιχεία και αλήθειες άγνωστες. Ακόμα θυμάμαι μια καθηγήτρια στο Γυμνάσιο να διδάσκει στην τάξη και εν εξάλλω καταστάσει να αγανακτεί, λέγοντας ότι στην γενιά της οι αίθουσες απαρτίζονταν από σαράντα μαθητές και η ησυχία που επικρατούσε ήταν αξιοζήλευτη, ακόμη και από την Εκκλησία. Τι είναι όμως αυτό που άλλαξε στις δεκαετίες, όσον αφορά τον πληθυσμό και τον καταμερισμό του σε ολόκληρη την επικράτεια;
Όταν αναφερόμαστε στο πρόβλημα της υπογεννητικότητας ασυναίσθητα ο νους μας κατατρέχει στην μείωση του πληθυσμού εξαιτίας της μείωσης των γεννήσεων. Παρ’ όλα αυτά η υπογεννητικότητα αναδύεται ως πρόβλημα από τα κεφάλια πολλών «Λερναίων Υδρών», καθώς ρόλο διαδραματίζουν η ευημερία, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, η αύξηση των συνταξιούχων, η οικονομική κρίση και μεταβολή, η μετανάστευση και πολλά ακόμα.
Το ζήτημα ανάγεται από την δεκαετία του 1980 και η ΕΛΣΤΑΤ με συνεχείς οχλήσεις προς την πολιτεία έκρουσε πολλάκις τον κώδωνα του κινδύνου, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι ο πληθυσμός, όχι μόνο θα παύσει να αυξάνεται ταχέως, αλλά θα μειωθεί τάχιστα. Φανταστείτε ότι το ΄80 δεν γνώριζαν την μετέπειτα ύπαρξη της οικονομικής κρίσης!
Τα ερωτήματα πολλά, καταφανή και αναπάντητα: ποίες πράξεις έλαβαν χώρα, ώστε η αύξηση του πληθυσμού να παραμείνει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο; Και επιπλέον, μετά από 40 πλέον έτη είναι δυνατή οποιαδήποτε μεταβολή της παρούσας κατάστασης;
Μία πρόσφατη έρευνα έφερε στο φως μία δυσάρεστη αλήθεια, ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας έως το 2050 θα έχει μειωθεί στα 8 εκατομμύρια, εφόσον συνεχιστούν οι παρούσες περιστάσεις και συνθήκες.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, περίπου 1 εκατομμύριο Έλληνες (κατά προσέγγιση) μετανάστευσαν στο εξωτερικό από το 2007 έως και σήμερα, με τις επιπτώσεις της ροής αυτής να είναι καταστροφικές για την χώρα. Αρχικά, οι νέοι αυτοί αποτελούσαν σε μεγάλο βαθμό ένα αξιόπιστο εργατικό και παν-επιστημονικό δυναμικό, το οποίο η χώρα δυστυχώς απώλεσε, εξαιτίας των πρακτικών που επικρατούν στην ελληνική κοινότητα και κοινωνία (αναξιοκρατία, ρουσφέτι, έλλειψη ανταποδοτικών παροχών σε υψηλή φορολογία κλπ). Αυτή ακριβώς η εκροή ονομάζεται ως φαινόμενο brain drain, και συχνά θα ακούτε τις κλισέ εκφράσεις: «πώς θα μετατρέψουμε το brain drain σε brain gain;».
Η απάντηση σε αυτό ακριβώς το ερώτημα είναι λυπηρή. Δυστυχώς είναι, αν όχι ακατόρθωτο, με μαθηματική ακρίβεια ανεπίτευκτο το εγχείρημα της επιστροφής των νέων στην χώρα, καθώς, όπως έχει αποδοθεί σε άλλες «μάνες μεταναστών», χώρες, δηλαδή, εκροής μεταναστών, υφίσταται το «τεστ της πενταετίας ή της επταετίας». Με βάση αυτό το τεστ, αν από το έτος αποδημίας στο εξωτερικό δεν επιστρέψει σε 5 ή 7 έτη ο μετανάστης στην χώρα του, τότε οι πιθανότητες να επαναπατρισθεί κάποια στιγμή στο μέλλον αγγίζει μετά βίας το 10%! Επομένως, όση προσπάθεια και εάν καταβάλλει η χώρα για να «αγκαλιάσει» ξανά τους νέους, εάν αυτό δεν επιτευχθεί μέσα σε μια επταετία, τότε το ποτάμι δεν γυρίζει. Και οφείλουμε να αναλογιστούμε ότι η χώρα αποτελεί μία τύποις «επιχείρηση», η οποία δεν δύναται από την μια στιγμή στην άλλη να αναπτυχθεί τάχιστα, αλλά χρειάζεται ο απαραίτητος χρόνος.
Τα χρόνια τρέχουν, όπως συνήθιζαν να λένε οι ηλικιωμένοι κάποτε. Ο κόσμος προχωρά και μαζί με αυτόν όλοι μας μεγαλώνουμε ηλικιακά. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι κάθε μέρα που περνά γινόμαστε μιας μέρας μεγαλύτεροι. Δεν είμαι ο καθ’ ύλην αρμόδιος να δώσω τις λύσεις, αλλά λύσεις για αντιμετώπιση υπάρχουν, και μάλιστα πλείστες. Αποτελούμε ένα έθνος που επέζησε χιλιάδων χρόνων, θα ήταν κατάφωρη προδοσία στους προγόνους μας να μην πράξουμε τα δέοντα. Όποιο και να είναι το κόστος, η αντιμετώπιση οφείλει να είναι κοινωνικά αποδεκτή, διακομματική και ευθεία, δίχως περιστροφές και αλλαγές, με μακροπρόθεσμο πλάνο τουλάχιστον 20 ετών και σοβαρή τήρηση των συμφωνηθέντων από όλες τις μετέπειτα κυβερνήσεις.
Η νέα δεκαετία που ξημερώνει σε λίγες ημέρες είναι κρισιμότατη για τα Ελληνοτουρκικά, για την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, αλλά πρωτίστως για την αντιμετώπιση του δημογραφικού. Αυτό όμως το πρόβλημα δεν είναι πρόβλημα τεχνοκρατικό, είναι πρόβλημα αυτοσυντήρησης. Ας μην κωφεύουμε, όπως συνηθίζαμε σαράντα χρόνια.
Το σήμερα είναι το αύριο του χθες.