Του Γιώργου Κοσματόπουλου,
Τα αποτελέσματα των εκλογών στη Μεγάλη Βρετανία επιβεβαίωσαν τα προγνωστικά. Το Συντηρητικό Κόμμα υπό την ηγεσία του Μπόρις Τζόνσον, πέτυχε μία πολύ μεγάλη νίκη έναντι των Εργατικών του Τζέρεμι Κόρμπιν. Μία νίκη, το μέγεθος της οποίας δεν είναι μόνον πολιτικό κι εκλογικό, αλλά και ιστορικό.
Πλέον, το Brexit εισέρχεται στην τελική του ευθεία με συνέπειες τόσο για το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνέπειες που πέρα από την οικονομική και γεωπολιτική τους διάσταση έχουν κι έντονα συμβολικό χαρακτήρα. Αφενός, πρόκειται για ένα τεράστιο πλήγμα στη θεωρία της νομοτελειακής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αφετέρου, δεν αποκλείεται ν’ απειλήσει τη συνοχή του Ηνωμένου Βασιλείου, με τη Σκωτία να εγείρει εκ νέου ζήτημα διεξαγωγής δημοψηφίσματος με θέμα την παραμονή ή την απόσχισή της από αυτό. Αναμφίβολα λοιπόν, οι εξελίξεις θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμες κι ενδιαφέρουσες.
Με την ανάλυση των αποτελεσμάτων να βρίσκεται ακόμα εν εξελίξει (στη δε χώρα μας χαρακτηρίζεται από τη συνήθη ελαφρότητα κι έναν γηπεδικού τύπου φανατισμό, εντονότερο σε κάποιες περιπτώσεις κι από τα αισθήματα των Βρετανών), έρχεται στο προσκήνιο ένα βασικό ζήτημα συμπεριφοράς των ηγεσιών και του εκλογικού σώματος, όχι μόνο στη Βρετανία αλλά και γενικότερα: οι λαοί ζητούν ξεκάθαρες θέσεις στα μεγάλα ζητήματα.
Ο Τζόνσον έθεσε στην κρίση του βρετανικού λαού μία ξεκάθαρη θέση σχετικά με την αποχώρηση της χώρας του από την ΕΕ. Ο Κόρμπιν αντιθέτως δεν κοινοποίησε με τρόπο σαφή τη θέση του για το συγκεκριμένο ζήτημα. Κατέληξε έτσι να αδυνατεί να εκπληρώσει τον θεσμικό του ρόλο, αυτόν του πολιτικού ηγέτη. Διότι, η πρόταση για διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος στο οποίο θα υπήρχαν οι επιλογές της αποχώρησης από την ΕΕ -στη βάση μιας ευνοϊκότερης συμφωνίας που ίδιος θα διαπραγματευόταν ως Πρωθυπουργός- και της παραμονής σε αυτήν, το μόνο που μπορούσε να δώσει στη χώρα του ήταν μία παράταση στην αβεβαιότητα.
Ακόμα χειρότερα, εξαγγέλλοντας ότι ο ίδιος θα παρέμενε ουδέτερος σε αυτό το δεύτερο δημοψήφισμα, έδωσε τη χαριστική βολή στο ηγετικό του προφίλ, μιας και συμπεριφέρθηκε όχι ως ο θαρραλέος και μαχητικός ηγέτης, όπως ήθελε να παρουσιάζεται σε άλλα ζητήματα, αλλά ως ένας φοβισμένος πολιτικάντης, ο οποίος προσπαθούσε να είναι με όλους και με κανέναν. Κάποιος ο οποίος φαίνεται ότι δεν μπορεί να καταλήξει στο ποια είναι η σωστή πορεία για τη χώρα σ’ ένα τόσο σοβαρό ζήτημα και φυσικά, ούτε να καθοδηγήσει τον λαό του.
Ο κάθε λαός όμως έχει ανάγκη στιβαρής ηγεσίας. Ειδικά σήμερα που η διεθνής σκηνή είναι πιο περίπλοκη παρά ποτέ και οι διαχωριστικές γραμμές έχουν γίνει ιδιαίτερα θολές. Σε αυτήν τη συγκυρία, με τα προβλήματα να γίνονται όλο και πιο σύνθετα και την πληροφορία να μεταδίδεται αστραπιαία και αφιλτράριστα, ο μέσος πολίτης ψάχνει κάποιον ο οποίος θα του μιλήσει ξεκάθαρα. Θα του προσφέρει τις εξηγήσεις που ο ίδιος αδυνατεί λόγω της θέσης του να βρει. Θα τον καθοδηγήσει μέσα στα αχαρτογράφητα νερά και θα του παρέχει τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια από τους πολλούς κι επικίνδυνους υφάλους. Δε θέλει κάποιον ο οποίος μοιάζει το ίδιο πελαγωμένος με τον ίδιο.
Με τη φράση του τίτλου, ο Νικολό Μακιαβέλλι παρουσίαζε την τακτική που πρέπει ν’ ακολουθεί ένας ηγέτης αν θέλει ν’ αποκτήσει κύρος. Η ξεκάθαρη θέση έχει πολύ περισσότερα πλεονεκτήματα από την απλή ουδετερότητα, υποστήριζε. Η ήττα του Κόρμπιν, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά βέβαια που της προσδίδει η ιστορική συγκυρία και το βρετανικό πολιτικό σύστημα στο οποίο έλαβε χώρα, αποτελεί ένα κρίσιμο αντικείμενο προς μελέτη των πολιτικών που φιλοδοξούν να ηγηθούν.
Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 μου χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.