Της Σοφίας Βογά,
Μπορεί να θεωρείς ότι βρίσκονται μακριά από σένα, ότι δεν σε επηρεάζουν και ότι αφορούν μικρές μειονότητες αδύναμων ανθρώπων, που δυσκολεύονται να διαχειριστούν τα προβλήματά τους λόγω της αδυναμίας του χαρακτήρα τους. Είσαι βέβαιος ότι οι ψυχικές ασθένειες δε θα χτυπήσουν ποτέ τη δική σου πόρτα, γιατί η ζωή σου είναι καθ’ όλα φυσιολογική και ακριβώς όπως την ήθελες ή την είχες προγραμματίσει. Όλη αυτή η στρεβλή και απατηλή εικόνα θαμπώνει και εν συνεχεία εξαφανίζεται όταν εσύ ή κάποιο πρόσωπο του στενού οικογενειακού ή φιλικού σου περιβάλλοντος διαγνωστεί με μια ψυχική ασθένεια.
Τότε, σταδιακά αρχίζεις να συνειδητοποιείς ότι οι ψυχικές ασθένειες δε διαφέρουν σε τίποτα από τις σωματικές-παθολογικές παθήσεις. Προσβάλλουν άτομα ανεξαρτήτως φύλου, εθνικότητας, ηλικίας, θρησκείας και κοινωνικού, μορφωτικού ή πολιτιστικού επιπέδου. Συχνά, κάνουν τόσο ύπουλα, σιγανά και αθόρυβα την εμφάνισή τους, ώστε ο πάσχων, καθώς και ο περίγυρος του να μην αντιλαμβάνονται εξ υπαρχής την ύπαρξή τους. Όμως, όσο κι αν προσπαθεί κανείς να αγνοήσει τα ύποπτα συμπτώματα και να θεωρήσει ότι θα εξαλειφθούν δια μαγείας, αυτά συνήθως εντείνονται, υποβαθμίζοντας το επίπεδο ζωής του ασθενούς, που συχνά αδυνατεί να ανταπεξέλθει ακόμα και στις πιο στοιχειώδεις καταστάσεις της καθημερινότητας.
Υπάρχει πληθώρα ψυχικών ασθενειών, κάθε μια εκ των οποίων παρουσιάζει διαφορετική συμπτωματολογία και διαφορετικές ενδείξεις. Σε κάθε περίπτωση, οι διαταραχές του ύπνου, οι έντονες και ανεξήγητες εναλλαγές της διάθεσης, η υπερβολική κόπωση, που δε δικαιολογείται από το παραγόμενο έργο, η έλλειψη όρεξης για φαγητό ή η υπερβολική κατανάλωση αυτού και η απουσία του ενδιαφέροντος και ψυχικής διάθεσης είναι μόνο μερικές από τις ενδείξεις, που μπορεί να μαρτυρούν την ύπαρξη μιας ψυχικής νόσου.
Το πρώτο και βασικότερο βήμα προς την αντιμετώπιση των ψυχικών ασθενειών είναι η έγκαιρη και έγκυρη διάγνωσή τους. Ο πάσχων πρέπει να εξεταστεί από κάποιον πεπειραμένο ειδικό, που θα είναι σε θέση να εντοπίσει την εκδηλωθείσα ψυχική πάθηση. Το πρόβλημα είναι ότι συχνά οι ψυχικά πάσχοντες συχνά εθελοτυφλούν, θεωρώντας ότι είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν μόνοι τους χωρίς καμία εξωτερική αρωγή το πρόβλημά τους. Γι΄ αυτό τον λόγο, σιωπούν, απομονώνονται, περιθωριοποιούνται, συχνά απομακρύνονται ακόμα και από τα πιο αγαπημένα τους πρόσωπα, πιστεύοντας ότι αν σπάσουν τη σιωπή τους, θα στιγματιστούν και θα αποκοπούν από τον φυσιολογικό κοινωνικό ιστό. Όσο παρανοϊκό κι αν ακούγεται, ακόμα και εν έτει 2019, οι ψυχικώς πάσχοντες ντρέπονται για την ασθένειά τους, αισθάνονται άβολα να μιλούν γι’ αυτή, ενώ ακόμα και σήμερα η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει τις ψυχικές ασθένειες ως ζήτημα-ταμπού, που είναι καλύτερα να αποκρύπτεται. Όμως, με τη σιωπή το μείζον αυτό ζήτημα, που αφορά και πλήττει σημαντικό μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού, δεν λύνεται και φυσικά δεν εξαλείφεται.
Οι ψυχικές ασθένειες δε θεραπεύονται μόνες τους, όπως ακριβώς ο διαβήτης δε θεραπεύεται χωρίς τη λήψη της απαραίτητης θεραπείας και τη στενή παρακολούθηση του προβλήματος.
Η αναγνώριση της ύπαρξης του προβλήματος και η αναζήτηση βοήθειας είναι, μάλιστα, όχι μόνο ένδειξη ωριμότητας, αλλά και καθοριστικό βήμα προς την αντιμετώπιση των ασθενειών αυτών. Είναι απαραίτητο να καταστεί απολύτως σαφές ότι η έκκληση για βοήθεια στις περιπτώσεις αυτές δεν συνιστά ούτε αδυναμία χαρακτήρα ούτε υπερβολική συναισθηματική έξαρση του ατόμου. Στον αντίποδα, πρόκειται για μια ανεκτίμητης αξίας προσωπική επένδυση, που συμβάλλει στη βελτίωση της καθημερινότητας και στη μόνιμη αντιμετώπιση της ασθένειας. Όσο, μάλιστα, κι αν θεωρούταν στο παρελθόν ότι οι ψυχικές ασθένειες είναι ανίατες και η θεραπευτική αγωγή μόνο στην προσωρινή τους καταστολή μπορούσε να αποσκοπεί, οι ψυχίατροι σήμερα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι ψυχικές παθήσεις αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά και μόνιμα, με την προϋπόθεση, όμως, ότι θα διαγνωστούν έγκαιρα και ότι θα ακολουθηθούν οι συνιστώμενες ιατρικές συμβουλές.
Κρίσιμη, βέβαια, για την οριστική θεραπεία των ψυχικών νόσων είναι και η υποστήριξη και η κατανόηση από το περιβάλλον του πάσχοντος. Η άρνηση της ύπαρξης της ασθένειας και η αντιμετώπιση του πάσχοντος ως απλώς κακότροπου, εσωστρεφούς και υπερβολικά συναισθηματικού και αντικοινωνικού καθυστερούν, τόσο τη διάγνωση της ασθένειας, όσο και την αντιμετώπισή της. Αντίθετα, η κατάφαση της ύπαρξης του προβλήματος αυτού από τον ασθενή και τον περίγυρό του και η λήψη της απόφασης για την αντιμετώπισή του συμβάλλουν αποφασιστικά στη θεραπεία, καθώς ο ασθενής αντιλαμβάνεται ότι στον αγώνα που είναι έτοιμος να δώσει δεν είναι μόνος και αβοήθητος, καθώς οι άνθρωποι που τον αγαπούν και τον νοιάζονται είναι δίπλα του, έτοιμοι να παλέψουν με όλες τους τις δυνάμεις γι’ αυτόν και μαζί με αυτόν.
Έτσι, αν νιώθετε υποταγμένοι σε μια δύναμη ανώτερη που σας καταδυναστεύει, κατακλύζοντας την καθημερινότητά σας, ζητήστε βοήθεια! Μη σωπαίνετε, κοιτάξτε τους δαίμονές σας στα μάτια και πείτε: «Είμαι δυνατότερος από εσάς και μπορώ να σας νικήσω! Μου αξίζει να ζήσω και πάλι φυσιολογικά και να ζήσω χαρούμενος!». Από την άλλη, αν κάποιος δικός σας παλεύει με μια ψυχική νόσο, σταθείτε δίπλα του, ακόμα και στις πιο σκοτεινές του στιγμές. Προσπαθήστε να γεμίσετε την παλέτα της καθημερινότητάς του και με άλλα χρώματα, πιο φωτεινά, πιο ζωντανά, πιο χαρούμενα, μέχρις ότου το ουράνιο τόξο, που πάντα εμφανίζεται μετά τις ισχυρές καταιγίδες, εμφανιστεί και πάλι στον ορίζοντα της ύπαρξής του!
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996, όπου και διαμένει μέχρι και σήμερα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ήδη σήμερα δικηγόρος, ενώ πραγματοποιεί μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο στο Εθνικό και Καποδιαστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και αραβικά, και στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων κλασικής λογοτεχνίας, τη μουσική, τον κινηματογράφο και τη γυμναστική.