Του Κώστα Σακκά,
Ήταν Μάρτιος του 1887 όταν για πρώτη φορά στην ιστορία ενός υβριδικού νεοελληνικού κράτους, ολίγον τι βουκολικού και ολίγον τι προσποιούμενου μιας δυτικοευρωπαϊκής οντότητας, εκδόθηκε και τυπώθηκε η Εφημερίς των Κυριών. Το συγκεκριμένο έντυπο, το οποίο αποτέλεσε πλέον καθημερινότητα στο κομμάτι μιας υγειούς και ριζοσπαστικής ενημέρωσης για το γυναικείο κομμάτι του Ελληνικού λαού, δεν ήταν λογοτεχνικό όχημα πολλώ δε μάλλον δέσμη ευφυολογημάτων. Συγκεκριμένα ήταν ένα μέσο ενημέρωσης δια του οποίου πίεζαν, γυναίκες και άνδρες φωτισμένοι της εποχής για τα αυτονόητα, όπως φερ’ ειπείν η χειραφέτηση της γυναίκας με πλήρη δικαιώματα στον τομέα της εκπαίδευσης και της εργασίας. Το άρμα της αρχηγίας κρατούσε η εκδοτίς Καλλιρρόη Παρρέν (1861-1940), η οποία επηρεαζόμενη από το σθένος και την αποφασιστικότητα που ενέπνεαν οι δυτικοευρωπαϊκοί προβληματισμοί των Σουφραζετών, προσπάθησε να οικοδομήσει βαθμιαία και μεθοδικά ένα ομοίων διαστάσεων προβληματισμό στο τότε Ελληνικό κράτος.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα, πως μία εβδομαδιαίως κυκλοφορούμενη εφημερίδα με περιορισμένο αναγνωστικό κοινό θα μπορούσε να ωθήσει τα πράγματα προς το φωτεινότερο; Η απάντηση αβγατίζει την ισχύ της καθόσον μιλάμε για 1106 τεύχη τα οποία στην σύνολη πορεία τους κατάφεραν το αδύνατο αλλά εντυπωσιακό για τα δεδομένα της εποχής. Ωθούμενη από τον άντρα της- Ιωάννη Παρρέν, ιδρυτή και πρώτο διευθυντή του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ελλάδος- η Καλλιρρόη Παρρέν και η συντακτική/ συγγραφική της ομάδα άσκησαν πίεση στην κυβέρνηση του τότε πρωθυπουργού Θεόδωρου Δηλιγιάννη. Το όλο εγχείρημα ευώδωσε καρπούς πρωτοφανούς προοδευτισμού καθώς εν τέλει επετράπη κάτι το οποίο απολαμβάνεται σύσσωμα από το γυναικείο φύλο και αυτό είναι η εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ήταν όμως αυτή η παραχώρηση αρκετή για μια εκσυγχρονιστική τομή στην ελληνική κοινωνία; Αυτό το οποίο δεν κατάφερε να πετύχει η Καλλιρρόη για να ολοκληρώσει το όραμα της ήταν η επίτευξη του στόχου της συμμετοχής των γυναικών στα κοινά και κατ’ επέκταση στο δίπτυχο του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι. Το προαναφερθέν εγχείρημα τέθηκε σε πλήρη νομιμότητα 70 χρόνια μετά και αφού είχε σπαρθεί το πρόσφορο έδαφος από τις μαχήτριες της Εφημερίδος των Κυριών.
Εν τούτοις ο αγώνας τους ήταν ιδιαίτερα εκκεντρικός, που απέναντι του είχε τις καυτηριάσεις και αποδοκιμασίες διαφόρων μορφών της εποχής όπως του Εμμανουήλ Ροΐδη. Υπήρχαν όμως και εκείνες οι φωνές οι οποίες χρωματίστηκαν από αισθήματα αγλαΐσματος για την εφημερίδα της Καλλιρρόης Παρρέν. Κοιτίδα αυτών των αντιδράσεων ήταν η γενικότερη προσπάθεια της εφημερίδας να εμφυσήσει το ιδεώδες της αστικής γυναικείας εκπαίδευσης, παράλληλα με την καλλιέργεια του πνεύματος και του ήθους της γυναίκας. Τέτοιες φωνές υποστήριξης ήταν από ανθρώπους του πνεύματος και της διανόησης, όπως του Γρηγορίου Ξενόπουλου και του Κωστή Παλαμά.
Κλείνοντας, ο αγαθός και δίκαιος αγώνας της Καλλιρρόης Παρρέν έφτασε στο τέλος του, όταν το 1918 εξορίστηκε στην Ύδρα για τα πολιτικά της φρονήματα –όντας μοναρχική και φιλοβασιλική- από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου. Η ανιδιοτελής προσφορά της στην κοινωνία εναποθέτει ένα συμβολικό, αλλά και στοχευμένο μήνυμα προς τις επόμενες γενιές και αυτό έχει να κάνει με τη μέριμνα που θα πρέπει να εφαρμόσει η Ελληνική Πολιτεία, φροντίζοντας για μία άρδην μεταβολή των αντιλήψεών της από συντηρητικότερες σε προοδευτικότερες. Όντας η πρώτη Ελληνίδα φεμινίστρια, η Καλλιρρόη Παρρέν έθεσε τα θεμέλια για την εξάλειψη της δουλικότητας του γυναικείου φύλου, ακολουθώντας τα χνάρια της Έμιλυ Πάνκχουρστ.