Του Γιώργου Ναθαναήλ,
Η Ελλάδα του 19ου αιώνα από την ίδρυση του βασιλείου έως τις αρχές του 20ου αιώνα έχει να μας δείξει περιόδους με αναταραχές και σχετική ηρεμία. Τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα είναι ίσως τα πιο ιδιαίτερα για το μικρό αυτό κράτος στα νοτιοανατολικά τής Ευρώπης. Το 1881 η Θεσσαλία γίνεται μέρος του Βασιλείου της Ελλάδος κι έκτοτε θα δούμε αλλαγές και στην πολιτική ζωή τής χώρας. Στο προσκήνιο έχουμε σιγά σιγά δύο κόμματα νέα αλλά διατηρούν ένα βασικό χαρακτηριστικό των παλιών πολιτικών ομάδων: είναι προσωποπαγή. Τα πρόσωπα, λοιπόν, που θα συγκρουστούν είναι ο Χαρίλαος Τρικούπης κι ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης. Ο δεύτερος ήταν ένας πολιτικός τασσόμενος με την αστική τάξη (όχι τους μεγαλοαστούς), τους αγρότες και τους εργάτες. Χρησιμοποιεί πολλά στοιχεία εθνικιστικά (είναι εξάλλου η εποχή τής ανάδυσης των εθνικιστικών τάσεων στα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη). Έδινε μεγάλη βαρύτητα στις στρατιωτικές δαπάνες και στην τοποθέτηση πολιτικών του φίλων στο δημόσιο τομέα. Ο πρώτος είχε το απόλυτο κοινωνικό κι οικονομικό υπόβαθρο για να ανέλθει στην εξουσία. Ήταν γόνος μιας από τις ολιγαρχικές οικογένειες του τόπου κι είναι λάθος να ταυτίζεται με την ανερχόμενη αστική τάξη, που προσπαθεί να βρει τρόπο να καταλάβει την εξουσία. Ως γνωστόν το πρόγραμμα του Τρικούπη χαρακτηρίζεται δικαίως εκσυγχρονιστικό κι εξετάζοντάς το θα καταλάβουμε πως, πέρα από τη βραχυπρόθεσμη πολιτική, διαπνέεται από πολιτική που ατενίζει το μέλλον. Ο σκοπός του Τρικούπη, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η οποία είναι ανεξάντλητη, ήταν να κάνει την Ελλάδα πρότυπο κράτους στην Ανατολή. Εγώ θα προσθέσω πως ο Τρικούπης ήθελε να καταστήσει τη χώρα ισχυρή περιφερειακή δύναμη. Το οικονομικό πρόγραμμα, ωστόσο, απέτυχε (εννοείται όχι παταγωδώς) διότι οικονομία και κοινωνία πηγαίνουν μαζί. Η ελληνική κοινωνία δεν ήταν έτοιμη για μεταρρυθμίσεις τέτοιου βεληνεκούς σε όλους τους τομείς και δεν ενέπνεε ακόμη σχετική ασφάλεια στους επενδυτές εκτός των συνόρων. Η χώρα χρειαζόταν ένα «χαστούκι» από κάποιον ισχυρό τής περιοχής, το οποίο δε θα την εξόντωνε αλλά θα την αφύπνιζε για να γίνει σοφότερη για το μέλλον. Το «χαστούκι» ήρθε το 1897 από την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Το πολιτικό πρόγραμμα του Τρικούπη
Εν πρώτοις το πρόγραμμα του Τρικούπη ήταν γεμάτο με αλλαγές για τη χώρα τόσο στην εξωτερική όσο και στην εσωτερική πολιτική. Ας ξεκινήσουμε με τις μεταρρυθμίσεις στο στρατό και την εξωτερική πολιτική. Ο Τρικούπης προσπάθησε να φέρει κοντά στην Ευρώπη τον ελληνικό στρατό. Συνεπώς έστειλε αξιωματικούς του στρατού να παρακολουθήσουν ασκήσεις του γαλλικού στρατού, κάλεσε μια αντιπροσωπία γάλλων αξιωματικών να εκπαιδεύσει τον ελληνικό στρατό και προσπάθησε να επιβάλλει την πειθαρχία στις τάξεις του. Ήθελε κοινώς να φτιάξει ένα στρατό κατά τα ευρωπαïκά πρότυπα, ο οποίος θα αποτελούταν από αξιωματικούς με συνείδηση για το επάγγελμά τους. Μάλιστα η Ελλάδα δανείστηκε περί τα 40 εκατομμύρια δραχμές για να εξοπλίσει στρατό και στόλο. Ο Τρικούπης έδωσε μεγάλη βαρύτητα στον τελευταίο. Πέρα από την αναδιοργάνωση των στρατιωτικών σχολών, ίδρυσε σχολές ναυτιλίας και για τους αξιωματικούς του εμπορικού ναυτικού. Στη συνέχεια κάλεσε μια αποστολή Γάλλων με επικεφαλής το ναύαρχο Lejeune και αγόρασε τρία θωρηκτά πλοία έναντι του ποσού των 26.000.000 δραχμών.
Το μεγάλο πρόβλημα για τον Τρικούπη ήταν οι κατά τόπους «πατριωτικές οργανώσεις», οι οποίες προσέλκυαν στις τάξεις τους πολλούς αξιωματικούς του στρατού. Το πρόβλημα με αυτές έγκειται στο γεγονός ότι πολλάκις παρενέβησαν στη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, προωθούσαν μια επιθετική εξωτερική πολιτική εναντίον κυρίως της Οθωμανικής αυτοκρατορίας για να απελευθερωθούν οι αλύτρωτοι Έλληνες κι υποκινούσαν επαναστάσεις βάζοντας την Ελλάδα σε επικίνδυνα παιχνίδια. Συνήθως οι επαναστατημένοι ζητούσαν βοήθεια από την Ελλάδα κι ο πρωθυπουργός συνήθως ανταποκρινόταν θετικά για να αποφύγει να χαρακτηριστεί «προδότης» ή «χωροφύλακας της Τουρκίας», όπως αποκαλέστηκε πολλάκις ο Χαρίλαος Τρικούπης από την αντιπολίτευση.
Στον τομέα της διπλωματίας ο Τρικούπης ανοίχθηκε αρκετά προς τη Βρετανία, την οποίαν ήθελε ως σύμμαχο της Ελλάδος. Ωστόσο, επισκέφθηκε και τις χώρες των Βαλκανίων. Υπέπεσε, όμως, σε ένα λάθος αφού αποκάλυψε κάποιες προθέσεις του στο Βούλγαρο πρωθυπουργό, ο οποίος τις μεταβίβασε στην Πύλη. Τα χρόνια αυτά η Βουλγαρία αρχίζει να ισχυροποιείται τόσο, που πλέον είναι ο κατεξοχήν αντίπαλος της Ελλάδας στη Μακεδονία και στη Θράκη.
Ως προς τα οικονομικά του κράτους ο Τρικούπης προσπάθησε να εξυγιάνει το δημόσιο βάζοντας συγκεκριμένα προσόντα που έπρεπε να έχουν οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ο απώτερος στόχος ήταν να συσταθεί ένα σώμα καλά εκπαιδευμένων υπαλλήλων, οι οποίοι θα κέρδιζαν τη μονιμότητά τους. Τη μονιμότητα προόριζε και για τους δικαστές για να περιορίσει τη διαφθορά και σχεδίαζε τη δημιουργία ανεξάρτητου σώματος αστυνομίας για να προστατεφθούν οι εργασίες των δικαστηρίων από τις παρεμβάσεις συμμοριών.
Προσπάθησε να ενισχύσει την όλο κι αυξανόμενη αγροτική παραγωγή τής χώρας με δασμούς στις εισαγωγές, καθώς και την ιδιωτική ελληνική βιομηχανία. Με αυτόν τον τρόπο θα πετύχαινε την αύξηση των εσόδων του ελληνικού κράτους. Ωστόσο, όλα αυτά δε θα μπορούσαν να αποδώσουν τους αναμενόμενους καρπούς αν ο Τρικούπης δεν ενίσχυε γενναία τις μεταφορές εντός της χώρας. Η Ελλάδα βασιζόταν σχεδόν εξ ολοκλήρου στο εμπόριο μέσω θάλασσας αφήνοντας το χερσαίο εμπόριο να μαραζώνει. Ο Τρικούπης έβαλε, λοιπόν, μπροστά το πρόγραμμα κατασκευής δρόμων και πλατειών από γάλλους και ελβετούς μηχανικούς, το σύστημα ταχυδρομείων, το σύστημα των τηλεγραφείων και των σιδηροδρόμων. Ειδικότερα για το τελευταίο έτρεφε μεγάλες φιλοδοξίες. Ολοκλήρωσε το σιδηροδρομικό δίκτυο της Πελοποννήσου κι έθεσε σε εφαρμογή την κατασκευή τού σιδηροδρόμου, που θα ένωνε την πρωτεύουσα με τη Λάρισα κι έπειτα με το διεθνές δίκτυο, που βρισκόταν στη Μακεδονία. Τους σιδηροδρόμους ανέλαβε εξ ολοκλήρου το ελληνικό κράτος αλλά τα έργα για τη διάνοιξη του Ισθμού τής Κορίνθου ανατέθηκαν σε ευρωπαïκές εταιρείες. Επίσης, κατασκευάστηκαν λιμάνια για την ενίσχυση του θαλάσσιου εμπορίου.
Για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στο πολυδάπανο αυτό οικονομικό πρόγραμμα αύξησε τη φορολογία κατά 12% και φυσικά, αυτό δυσαρέστησε ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού. Ωστόσο, ο στόχος για περισσότερα έσοδα δεν επετεύχθη. Το έλλειμα της χώρας έφτασε το 1885, τα 60 εκατομμύρια δραχμές. Τότε ανέλαβε ο Δηλιγιάννης, ο οποίος ανέστειλε πολλά από τα μέτρα του Τρικούπη, όπως τους φόρους για τον καπνό, το κρασί τα σπίρτα και τα τσιγαρόχαρτα. Όμως, ο Δηλιγιάννης δεν πέτυχε να ισορροπήσει τη ζυγαριά.
Εμπρός μαρς προς τη δόξα!
Το 1885 ο Δηλιγιάννης επιστρατεύει τον ελληνικό στρατό χωρίς αυτός να συμμετέχει σε κάποια αψιμαχία. Το δημόσιο χρέος επιβαρύνεται με άλλα 6 εκατομμύρια δραχμές. Το επόμενο έτος ο Τρικούπης ξαναπαίρνει την εξουσία. Κι αυτός με τη σειρά του επαναφέρει σε ισχύ τους δικούς του φορολογικούς νόμους. Τα οικονομικά τής χώρας χειροτέρεψαν κι η Ελλάδα αναγκαζόταν συνεχώς να δανείζεται για να επιβιώσει. Από το 1879 έως το 1890 είχε δανειστεί περί τα 630 εκατομμύρια εκ των οποίων ελάχιστα έμειναν στην τσέπη του κράτους για να τα επενδύσει. Το μεγάλο «όπλο» της χώρας για να μπορέσει να παραμείνει ζωντανή ήταν η σταφίδα. Η γαλλική σταφίδα ήταν εκτός ανταγωνισμού αλλά το 1893 η γαλλική κυβέρνηση ξεπερνά το πρόβλημα κι επιβάλλει δασμούς με αποτέλεσμα να πέσει σχεδόν 4 φορές η τιμή τής ελληνικής σταφίδας.
Στις 10 Δεκεμβρίου στη συνεδρίαση της Βουλής ο Χαρίλαος Τρικούπης θα πει τη γνωστή έκφραση: «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν!». Ουσιαστικά ο Τρικούπης είπε πως η Ελλάδα αδυνατεί να ανταποκριθεί στην αποπληρωμή τού χρέους της. Αυτό, όμως, που πλήγωσε περισσότερο τους πιστωτές της χώρας ήταν το κούρεμα των επιτοκίων των παλιών δανείων κατά 70%. Το 1895 ο Τρικούπης έχασε τις εκλογές κι έτσι το έργο της διαπραγμάτευσης το ανέλαβε ο Δηλιγιάννης, ο οποίος έφτασε σε συμφωνία το Φεβρουάριο του 1897.
Η έρευνα δεν έχει καταλήξει σε κάποιο σχετικά ασφαλές συμπέρασμα για το τι ευθύνεται για την πτώχευση. Πιστεύω πως είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων κι αποφάσεων, που οδήγησαν σ’ αυτό. Αρχικά, το γεγονός πως δεν ήταν έτοιμη η ελληνική κοινωνία για τέτοιες μεταρρυθμίσεις (θα πετύχει να τις υλοποιήσει ο Βενιζέλος λίγα έτη αργότερα υπό διαφορετικές συνθήκες), η δαπανηρή επιστράτευση του 1885-1886, οι γαλλικοί δασμοί στη σταφίδα κι η ασυνέχεια του κράτους σε μια σταθερή οικονομική πολιτική.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
- Κώστας Κωστής, Τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας, σελ. 437- 491
- Γιώργος Δερτιλής, Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις 1821-2016, σελ. 59-70
- Douglas Dakin, Η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923, σελ. 223-227
- Νίκος Σβορώνος, Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας, σελ. 100-105
- Απόστολος Βακαλόπουλος, Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, σελ. 307-319