Του Ραφαήλ Νικόλαου Μπελενιώτη,
Ο Νέλσον Μαντέλα (Nelson Rolihlahla Mandela) γεννήθηκε στις 18 Ιουλίου του 1918, στο χωριό Μβέζο, της περιοχής Τανσκέι, στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής. Ο άνθρωπος που ενέπνευσε όσο κανείς άλλος το παγκόσμιο κίνημα υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έζησε σε μια κοινωνία αρκετά κλειστή στην οποία, όπως ο ίδιος εξομολογήθηκε αργότερα, κυριαρχούσαν αναχρονιστικά έθιμα και πλείστα κοινωνικά ταμπού.
Καταγόταν από μια συγκριτικά εύπορη οικογένεια της εποχής. Ο πατέρας του Μαντέλα, Γκάντλα Χένρι Μαντέλα είχε αναλάβει χρέη τοπικού άρχοντα και συμβούλου του Μονάρχη. Η μητέρα του έβοσκε ζώα στην εξοχή, οπότε ο Νέλσον μεγάλωσε με τη συντροφιά των γυναικών αδελφών του. Το 1926 όμως ο πατέρας του χάνει τη θέση, όταν κατηγορήθηκε για διαφθορά, κατηγορία κατασκευασμένη, καθώς ο Χένρι Μαντέλα είχε προσπαθήσει να υπερασπιστεί τους μαύρους της κοινότητας σε ένα σημαντικό θέμα που είχε προκύψει και προσέκρουε στις παράλογες απαιτήσεις του Μονάρχη. Αυτό το περιστατικό σημάδεψε τον νεαρό ηλικιακά Νέλσον, ο οποίος αισθάνθηκε από νωρίς το αίσθημα της αδικίας.
Μεγαλώνοντας ηλικιακά ο Νέλσον Μαντέλα έλαβε μόρφωση από ένα κολέγιο μεθοδιστών Ιεραποστόλων και για πρώτη φορά ήρθε σε επαφή με άτομα εκτός της φυλής του. Για να αποφύγει ο Μαντέλα ένα ανεπιθύμητο συνοικέσιο και εν τέλει έναν ανεπιθύμητο γάμο, διέφυγε στο Γιοχάνεσμπουργκ όπου και συνέχισε τις σπουδές του πάνω στη Νομική. Ως νεαρός φοιτητής ο Νέλσον έδειξε από νωρίς το αγωνιστικό πνεύμα του. Πάλεψε μαζί με άλλους συμφοιτητές του για να δοθούν πολιτικά δικαιώματα στους αυτόχθονες της Νότιας Αφρικής. Το 1944 έγινε μέλος της οργάνωσης «Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο», ιδρύοντας μαζί και με άλλους τη νεολαία της οργάνωσης.
Δεν θα αργούσαν έκτοτε να εμφανίζονται και τα πρώτα δείγματα πολιτικής γραφής του Μαντέλα, τα οποία συμπεριελάμβαναν θεωρίες για τη μη-βία του Μαχάτμα Γκάντι, ιδέες του Μαρξισμού αλλά πάνω από όλα άρχισε να μπαίνει το πάθος για τον αντιαποικιακό αγώνα.
Το 1952 αντιμετώπισε για πρώτη φορά ποινές από το καθεστώς του Απαρτχάιντ. Του επιβλήθηκε κατ’ οίκον περιορισμός εξαιτίας της πολιτικής δραστηριότητάς του, επ’ αφορμή του νόμου «για την αντιμετώπιση του κομμουνισμού». Εξασκώντας το επάγγελμα του δικηγόρου πλέον ο Μαντέλα πάλευε καθημερινά κατά των διακρίσεων και του καθεστώτος. Το 1956 κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία και έπειτα από μια πολύκροτη δίκη, οι κατηγορίες κατέπεσαν και ο ίδιος αφέθηκε ελεύθερος.
Με το πέρασμα του καιρού όμως και το φούντωμα του κινήματος κατά των φυλετικών διακρίσεων, το καθεστώς του Απαρτχάιντ σκλήρυνε τη στάση του. Το 1960 το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο τέθηκε σε παρανομία, το ίδιο και τα μέλη του. Τότε ο Μαντέλα εγκαταλείπει την πολιτική της μη βίας και ύστερα από μια αποτυχημένη απόπειρα με εκρηκτικά, με στόχο το σαμποτάζ, συνελήφθη μαζί με άλλους συντρόφους του και το 1964 καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη.
Με τον ίδιο και τα περισσότερα ηγετικά μέλη της οργάνωσης στη φυλακή ξεσπούσαν συνεχώς όλο και πιο βίαιες εξεγέρσεις, που απαιτούσαν την αποφυλάκιση του ηγέτη και την απαλοιφή των φυλετικών διακρίσεων. Εντός και εκτός της Αφρικής, ο Νέλσον Μαντέλα κατάφερε και έγινε το σύμβολο του αγώνα ενάντια στον φυλετικό αποκλεισμό και την καταπίεση.
Ο Μαντέλα αποφυλακίσθηκε στις 11 Φεβρουαρίου του 1990, ύστερα από την όλο και αυξανόμενη διεθνή κατακραυγή. Ελεύθερος πλέον και αδιαμφισβήτητος ηγέτης του ANC ξεκίνησε συνομιλίες με την κυβέρνηση για πιο δίκαια μέτρα και για πολιτικές ελευθερίες, με απώτερο σκοπό την σύσταση Συντάγματος. Έλαβε το 1993 το Νόμπελ Ειρήνης και στις εκλογές του επόμενου χρόνου το ANC κέρδισε τις εκλογές και ο Μαντέλα έγινε ο πρώτος ελεύθερος πρόεδρος της Νοτίου Αφρικής.
Ύστερα από προβλήματα υγείας που τον ταλαιπώρησαν όλα τα επόμενα χρόνια, παραιτήθηκε και αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή το 2004.
Ο Νέλσον Μαντέλα πέθανε σαν σήμερα, στις 5 Δεκεμβρίου του 2013.