Της Νικολέτας Χρυσικού,
Όπως όλοι γνωρίζουμε, το κάπνισμα θεωρείται μια συνήθεια με επιβλαβείς συνέπειες για την υγεία του καπνιστή, αλλά και των ατόμων που βρίσκονται γύρω του. Η συνήθεια αυτή αποκτάται κυρίως σε νεαρές ηλικίες, αφού -με βάση έρευνες- δύσκολα συναντάμε μεσήλικες να επιθυμούν να ξεκινήσουν το κάπνισμα.
Από το 1845, η επιστήμη εμβαθύνει την έρευνά της και τελικά, ανακαλύπτει πως ο καπνός είναι μία από τις κυριότερες αιτίες πρόκλησης καρκίνου στον άνθρωπο. O πιο συχνός καρκίνος που εμφανίζεται στους παθητικούς καπνιστές είναι ο καρκίνος του πνεύμονα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το κάπνισμα θεωρείται η σημαντικότερη αιτία πρόωρων θανάτων και έχουν ληφθεί μέτρα για την αντιμετώπισή του. Τα μέτρα αυτά αφορούν κυρίως το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους και έχουν ενταχθεί στις κρατικές νομοθεσίες. Παράλληλα, πραγματοποιούνται εκστρατείες και συστάσεις κατά του καπνίσματος, οι οποίες δυστυχώς δεν έχουν φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα σε όλα τα κράτη μέλη.
Στην Ελλάδα, ο αντικαπνιστικός νόμος κάνει την εμφάνισή του το 1856. Ο νόμος επικεντρώνεται στην απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους και εργασιακούς χώρους, με σκοπό τη προστασία της υγείας. Ο νόμος του 2002, έχει στόχο να προσδιορίσει και να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης. Το κάπνισμα πλέον απαγορεύεται στα μεταφορικά μέσα και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Λόγω, όμως, της αδυναμίας εφαρμογής του, το Υπουργείο Υγείας με τον νόμο 2008/9, που εφαρμόστηκε το 2009, πρωτοπορεί και απαγορεύει την πώληση προϊόντων καπνού σε άτομα κάτω των 18 ετών, ενώ επαναπροσδιορίζει τους χώρους απαγόρευσης του καπνίσματος. Επιπρόσθετα, ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στους διαχειριστές των επιχειρήσεων να ορίσουν συγκεκριμένο χώρο για τους καπνιστές. Για τον έλεγχο τήρησης του κανόνα δικαίου, το Υπουργείο Υγείας συνεργάστηκε με τις δημοτικές αρχές, αρμόδιες για την εφαρμογή του.
Παρά τη θέσπιση νόμων και κανονισμών από τις παρελθούσες κυβερνήσεις επί του θέματος, κανένα από τα ληφθέντα μέτρα δεν εφαρμόστηκε πλήρως. Κύριοι επικριτές των ανωτέρω ήταν οι ιδιοκτήτες κέντρων διασκέδασης, οι οποίοι θεωρούσαν ότι με τα μέτρα περί απαγόρευσης του καπνίσματος, η πελατεία και τα έσοδα της επιχείρησής τους θα μειώνονταν σημαντικά. Ο σκοπός του νόμου, όμως, δεν ήταν να αποδυναμώσει τις επιχειρήσεις, αλλά να προωθήσει και τελικά να επιτύχει μία καλύτερη ποιότητα ζωής. Μια ποιότητα ζωής που έχει ως κύριο στόχο τη βελτίωση της υγείας των πολιτών.
Γενικότερα, ο αντικαπνιστικός νόμος έχει εφαρμοστεί σε ικανοποιητικό βαθμό από τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει το «επίκεντρο», λόγω του υψηλότερου ποσοστού καπνιστών συγκριτικά με άλλα κράτη μέλη. Κύριο μέλημα της κυβέρνησης που προέκυψα από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, υπήρξε η εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου, με σκοπό τη βελτίωση της υγείας των πολιτών. Όπως τονίστηκε και από τον υπουργό Υγείας, Βασίλη Κικίλια «σκοπός μας δεν είναι να στρέψουμε τους μη καπνιστές ενάντια των καπνιστών, αλλά όλοι μαζί να δημιουργήσουμε μία συμμαχία για έναν εθνικό στόχο υγείας».Τον Οκτώβριο του 2019, λοιπόν, η Κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη αυστηρότερων μέτρων άμεσης εφαρμογής. Πιο συγκεκριμένα, στις 16 Οκτωβρίου 2019 δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Νόμος 4633/2019 για τη «Σύσταση Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), ρυθμίσεις για τα προϊόντα καπνού, άλλα ζητήματα του Υπουργείου Υγείας και λοιπές διατάξεις». Με το Άρθρο 16 του Νόμου απαγορεύεται το κάπνισμα και η χρήση προϊόντων καπνού σε δημόσιους, ιδιωτικούς και εργασιακούς χώρους. Η παραβίαση του Νόμου, όπως τονίζεται στο άρθρο, θα επισύρει την επιβολή προστίμων στους παραβάτες. Στη συνέχεια, το Άρθρο 17 επαναδιατυπώνει τις διατάξεις περί πώλησης και διαφήμισης προϊόντων καπνού του νόμου 2008/9.
Η εφαρμογή του νόμου έχει γίνει ήδη αισθητή στην κοινωνία μας, παρά τις αντιδράσεις επί του θέματος. Έντονες είναι οι προσπάθειες των Δημοσίων Αρχών για τον έλεγχο της τήρησης του νέου μεταρρυθμισμένου νόμου. Είναι αναγκαίο, όμως, να αναρωτηθούμε για την εξέλιξη και επίτευξη της εφαρμογής του, η οποία δεν είναι θέμα μόνο των Δημοσίων Αρχών, αλλά αφορά κι εμάς ως μέλη της κοινωνίας. Μία κοινωνία που θα πρέπει να αντιληφθεί ότι ο νόμος αυτός δεν είναι νόμος επιβολής και καταπάτησης δικαιωμάτων, αλλά ένα σχέδιο αλληλοσεβασμού μεταξύ των πολιτών, του οποίου κύριο μέλημα είναι η βελτίωση της εθνικής υγείας της χώρας μας.
Γεννημένη στην Αθήνα το 1999, με καταγωγή από τη πανέμορφη Πελοπόννησο. Είναι φοιτήτρια 3ου έτους της Νομικής Σχολής του Γαλλικού Κολλεγίου IdEF, παραρτήματος του Γαλλικού Δημοσίου Πανεπιστημίου Université Paris 13, που εδρεύει στην Αθήνα. Ενδιαφέρεται κυρίως για το Δημόσιο Δίκαιο και τα Ανθρώπινα δικαιώματα. Ενδιαφέρον μπορούμε να θεωρήσουμε επίσης, τη συμμετοχή της σε εθελοντικές δραστηριότητες και την αγάπη της για τα παιδιά.