13.8 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΒαλκάνια σε αναταραχή: ο δεύτερος Βαλκανικός πόλεμος

Βαλκάνια σε αναταραχή: ο δεύτερος Βαλκανικός πόλεμος


Του Διονύση Κουσκουλή,

Η διάσκεψη ειρήνης τελικά δημιούργησε λόγους για νέες προστριβές μεταξύ των βαλκανικών συμμάχων: η δημιουργία αλβανικού κράτους, που θα στερούσε την έξοδο προς στην Αδριατική στη Σερβία, την ανάγκασε να γίνει πιο αδιάλλακτη στις σχέσεις της με τη Βουλγαρία και να αθετήσει τις υποσχέσεις για παραχώρηση εδαφών ως αποζημίωση που είχε οριστεί εξαρχής με διακρατική συμφωνία. Ένας άλλος παράγοντας προστριβών ήταν και η έλλειψη ελληνοβουλγαρικής συμφωνίας για την διανομή των νέων εδαφών, καθώς οι «φιλομακεδονικοί» κύκλοι στην Βουλγαρία, απαιτούσαν άμεση βουλγαρική προσάρτηση της Θεσσαλονίκης. Η Ελλάδα ήταν πλέον έτοιμη να αντιμετωπίσει από κοινού με την Σερβία την απειλή του πρώην συμμάχου τους: της Βουλγαρίας. Στις 16 Ιουνίου 1913 η Βουλγαρία με αιφνίδια έναρξη επιχειρήσεων καταλαμβάνει το Ιστίπ. Η επίθεση αυτή δεν χαρακτηρίστηκε επίσημα από την Βουλγαρία ως κήρυξη πολέμου. Η πολεμική αυτή ενέργεια είχε στρατιωτικούς και διπλωματικούς στόχους. Πρώτον να εξυψώσει το ηθικό του στρατού, δεύτερον να εκφοβίσει τους Έλληνες και τους Σέρβους, ώστε να ενδώσουν στα αιτήματα της βουλγαρικής κυβέρνησης, και τρίτον να εξαναγκάσει τη Ρωσία να επισπεύσει τη διαιτησία σύμφωνα με τους βουλγαρικούς όρους.

Στις 17 Ιουνίου του 1913 τα βουλγαρικά στρατεύματα κατέχουν τη γραμμή Βερτίσκος–Πολύκαστρο. Σχεδιάζουν επίθεση για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης στις 19 Ιουνίου. Ο ελληνικός στρατός όμως προλαβαίνει τη βουλγαρική ενέργεια και με επιθετική εξόρμηση το πρωί της ίδιας μέρας τους ανάγκασε να αμυνθούν στην τοποθεσία Κιλκίς–Λαχανά. Εκεί η δεύτερη βουλγαρική στρατιά εγκατέστησε αμυντικά 1 μεραρχία και 3 ταξιαρχίες πεζικού. Επίσης διέθεσε ένα σύνταγμα ιππικού για την εκτέλεση αντεπιθέσεων. Το ελληνικό σχέδιο ενεργείας προέβλεπε την προέλαση των ελληνικών τμημάτων προς τα βόρεια και ανατολικά και την εκτόξευση επίθεσης σε δύο γενικές κατευθύνσεις. Στις 19 Ιουνίου το πρωί άρχισε η προέλαση του ελληνικού στρατού σύμφωνα με το σχέδιο ενεργείας. Στον τομέα Λαχανά τα ελληνικά τμήματα απώθησαν τις βουλγαρικές προφυλακές και ανάγκασαν τις αντίπαλες δυνάμεις να συμπτυχθούν στην κύρια αμυντική τοποθεσία. Το πρωί της 20ης Ιουνίου 1913 άρχισε η κύρια επίθεση των ελληνικών τμημάτων, όμως τα πυρά των Βουλγάρων ήταν φονικότατα και το έδαφος ακάλυπτο με αποτέλεσμα οι ελληνικές δυνάμεις να υποστούν μεγάλες απώλειες και να καθηλωθούν.Στο μεταξύ η 7η μεραρχία συνέχισε επιτυχώς την προέλασή της και απελευθέρωσε την Νιγρίτα. Στις 21 Ιουνίου η κρίση της μάχης έφτασε στο κατακόρυφο με σειρά εφόδων δια της λόγχης. Στις 15:00 το μεσημέρι η 1η και 6η μεραρχία εξαπέλυσαν ταυτόχρονη επίθεση κατά του τομέα Λαχανά. Τα ελληνικά τμήματα που προχωρούσαν με όλους τους αξιωματικούς στην πρώτη γραμμή έφτασαν σε απόσταση εφόδου και όρμησαν με την λόγχη. Στις 16:00 απελευθέρωσαν το χωριό Λαχανά και καταδίωξαν τα υποχωρούντα βουλγαρικά στρατεύματα μέχρι τα τελευταία υψώματα προς την κοιλάδα του Στρυμόνα. Το μεγαλύτερο μέρος του βουλγαρικού στρατού τράπηκε σε φυγή προς τις Σέρρες. Η συντριβή των βουλγαρικών τμημάτων θα ήταν ολοκληρωτική αν η 7η μεραρχία καταλάμβανε εγκαίρως τη γέφυρα του Στρυμόνα ποταμού και δεν επέτρεπε την οπισθοχώρηση των Βουλγάρων προς τις Σέρρες. Στον τομέα του Κιλκίς ο ελληνικός στρατός μετά από σκληρό αγώνα υποχρέωσε τα βουλγαρικά στρατεύματα σε σύμπτυξη με αποτέλεσμα από το πρώτο βράδυ να επιτευχθεί πλήρης κατάληψη των βουλγαρικών προφυλακών και επαφή με την κύρια αμυντική τοποθεσία του Κιλκίς. Οι ελληνικές δυνάμεις υπέστησαν μεγάλες απώλειες καθώς το πεδινό έδαφος δεν τους πρόσφερε καμία κάλυψη. Πέτυχαν όμως να προσεγγίσουν τις βουλγαρικές θέσεις σε απόσταση εφόδου και μέχρι το απόγευμα να εγκατασταθούν στη γενική γραμμή Κάστρο–Μεγάλη Βρύση–Κρηστώνη–Ποταμιά–Ακροποταμιά. Το Γενικό Επιτελείο Στρατού επιδιώκοντας την ταχεία κατάληψη του Κιλκίς διέταξε την εκτέλεση νυχτερινής επίθεσης. Η νυχτερινή επίθεση λόγω προβλημάτων συντονισμού πραγματοποιήθηκε στις 03:30 το πρωί μόνο από τη 2η μεραρχία η οποία παρά τις απώλειες και την έλλειψη συνδρομής από τις άλλες μεραρχίες κατάφερε να καταλάβει σημαντικές θέσεις των Βουλγάρων στα ανατολικά του Κιλκίς. Με το πρώτο φως της 21ης Ιουνίου οι υπόλοιπες μεραρχίες εξαπέλυσαν σφοδρότατη επίθεση με συνεχείς εφόδους. Τα βουλγαρικά τμήματα άρχισαν να συμπτύσσονται προς τα βόρεια εγκαταλείποντας τις θέσεις τους. Στις 09:30 το πρωί της 21ης Ιουνίου οι ελληνικές δυνάμεις διέσπασαν την αμυντική τοποθεσία και απελευθέρωσαν το Κιλκίς. Η μάχη του Κιλκίς–Λαχανά αποτελεί μία από τις φονικότερες μάχες της ελληνικής ιστορίας. Οι απώλειες του ελληνικού στρατού ήταν 8.828 νεκροί και τραυματίες. Παράλληλα όμως αποτελεί μια από τις πιο ένδοξες σελίδες της ιστορίας μας. Η νίκη αυτή, απόρροια του υψηλού ηθικού, της ανδρείας και του ηρωισμού του ελληνικού στρατού, απέφερε, εκτός από την απελευθέρωση των πόλεων, τη σύλληψη περίπου 2.500 αιχμαλώτων και την κυρίευση σημαντικού πολεμικού υλικού.

Οι δύο Βαλκανικοί Πόλεμοι στιγματίζονται έντονα από τις αγριότητες που διαπράττουν οι Βούλγαροι στις περιοχές που καταλαμβάνουν. Στόχος των αγριοτήτων αυτών είναι ο ελληνικός αλλά και ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Στις Σέρρες, την Νιγρίτα, το Σιδηρόκαστρο και το Δοξάτο Δράμας, οι Βούλγαροι πυρπολούν τα σπίτια και σφάζουν αδιακρίτως άντρες, γυναίκες και παιδιά στην προσπάθειά τους να τα τρομοκρατήσουν και να εξαλείψουν κάθε είδους ελληνισμό από την περιοχή. Δεκάδες άλλα χωριά παραδίδονται στις φλόγες. Ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι υποδέχονται με ενθουσιασμό και σαν ελευθερωτή τον ελληνικό στρατό έχοντας και αυτοί υποφέρει πολύ από τη βουλγαρική κατοχή. Η Ελλάδα δέχθηκε και άλλα κύματα προσφύγων λόγω των διωγμών που υπέστησαν οι Έλληνες στη Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία. Το Οθωμανικό κράτος ψάχνοντας υπεύθυνους για την ήττα ξέσπασε σε διωγμούς εναντίον των Ελλήνων.Οι Βαλκανικοί πόλεμοι διαμόρφωσαν μια καινούρια κατάσταση στα Βαλκάνια. Καμία βαλκανική χώρα δεν ήταν ικανοποιημένη πλήρως με τα καινούρια σύνορα αν και η δυσαρέσκεια ήταν μεγαλύτερη για την Βουλγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Ελλάδα απαιτούσε τα νησιά του Αιγαίου, η Σερβία φιλοδοξούσε να αποκτήσει έξοδο στην θάλασσα και την Βοσνία και την Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο επιθυμούσε την πόλη του Σκόδρα, ενώ η Ρουμανία αποσκοπούσε στην απόκτηση των περιοχών της Τρανσυλβανίας και της Βεσσαραβίας. Αυτές οι διαφιλονικίες διαμόρφωσαν τις πολιτικές των Βαλκανικών κρατών στο ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου που ξεκίνησε στα Βαλκάνια και θεωρείται από πολλούς σύγχρονους και ιστορικούς ως ο επόμενος Βαλκανικός πόλεμος, αλλά περιλαμβάνοντας αυτήν την φορά και τις Μεγάλες Δυνάμεις. Την ίδια στιγμή οι Βαλκανικοί πόλεμοι δημιούργησαν μίσος, καχυποψία και φόβο μεταξύ των Βαλκανικών λαών. Το ψυχολογικό τραύμα των πολέμων, το οποίο υπήρξε για πολλά χρόνια σε κάθε μια από τις εμπόλεμες χώρες, συγχωνεύτηκε με το νέο τραύμα που προέκυψε με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ήταν ιδιαίτερα αισθητό στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Βουλγαρία. Επιβίωσε στις χιλιάδες οικογένειες των προσφύγων και επηρέασε την συλλογική μνήμη κάθε βαλκανικού έθνους. Σε αυτό το έδαφος οι πόλεμοι ενδυνάμωσαν το εθνικό αίσθημα και την εθνική ταυτότητα ενισχύοντας την αντίληψη για εθνική αλληλεγγύη και ένα κοινό πεπρωμένο.


Βιβλιογραφία 
  • Συντομόρου, Γαβριήλ Ν., «Σαραντάπορο, Κιλκίς- Λαχανάς. Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-1913: Οι πρώτες μας νίκες», Εκδόσεις Ζήτρος: Θεσσαλονίκη, 2002.
  • Καργάκος, Σαράντος Ι., « Η Ελλάς κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913)», Εκδόσεις Ιδιωτική: Αθήνα, 2011.

Διονύσης Κουσκουλής

Ζει στην Θεσσαλονίκη, όπου σπουδάζει Ιστορία και Αρχαιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Γνωρίζει άριστα αγγλικά και γερμανικά, ενώ έχει συμμετάσχει σε μία σειρά προγραμμάτων, σεμιναρίων και επιστημονικών συνεδρίων. Στον ελεύθερο του χρόνο, ασχολείται με την μουσική.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ