Της Ιωάννας Χατζηαντωνίου,
Μια μέρα μετά την επέτειο του ελληνικού Πολυτεχνείου, η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται στην μακρινή Ασία και συγκεκριμένα στο Χονγκ Κονγκ της Κίνας. Διαδηλώνοντας υπέρ της αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ και τη μη επέκταση της Κινεζικής εμπλοκής στον τομέα της δικαιοσύνης, οι φοιτητές και οι νέοι της επικράτειας μετέφεραν τη μάχη τους από τους δρόμους της πόλης στο δικό τους γήπεδο˙τα Πανεπιστήμια, εκμεταλλευόμενοι το άσυλο που τους παρέχεται. Για ακόμα μια φορά τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, χώροι εκπαίδευσης, ανάπτυξης και προόδου, γίνονται χώροι επανάστασης και πολιτικού ακτιβισμού από νέους ανθρώπους, αλλά και καταφύγια από τη βία.
Στα πλαίσια μιας απόπειρας της αστυνομίας να «καθαρίσει» την περιοχή από τους διαδηλωτές και να επαναφέρει την τάξη την 8η Νοεμβρίου σκοτώθηκε ένας νεαρός φοιτητής. Το συμβάν αυτό ήταν αρκετό να οδηγήσει την πόλη σε μια εβδομάδα έντονων αναταραχών, με την κατάληψη πολλών πανεπιστημιακών χώρων από νέους, ανάμεσα τους το Κινεζικό Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ και η Πολυτεχνική Σχολή. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ωστόσο, ότι δεν έχει επιβεβαιωθεί η άμεση υπαιτιότητα των αστυνομικών αρχών για τον θάνατο του νεαρού.
Στο προσκήνιο της επικαιρότητας βρέθηκε ιδιαίτερα η περίπτωση της Πολυτεχνικής Σχολής της πόλης, καθώς εκεί οι φοιτητές οχύρωσαν το κτίριο με το κλείσιμο μιας σήραγγας από δίπλα, η οποία αποτελεί μια από τις κυριότερες διόδους του κυκλοφοριακού συστήματος της πόλης, φέρνοντας σε δύσκολη θέση τις αρχές. Οι διαδηλωτές ήλπιζαν να χρησιμοποιήσουν το γεγονός αυτό υπέρ τους, σαν προβάδισμα σε πιθανές διαπραγματεύσεις, σχέδιο που ναυάγησε όμως, με το πέρασμα των ημερών.Για κάποιες μέρες οι αστυνομικοί απέφυγαν την είσοδο στο πανεπιστήμιο και τα 2 μέτωπα αντάλλαζαν πυρά, δακρυγόνα από τους αστυνομικούς και αυτοσχέδιες βόμβες μολότοφ από τα Πανεπιστήμια. Ωστόσο, το πρόσωπο της κατάληψης πήρε σύντομα την μορφή πολιορκίας, καθώς οι συνθήκες μέσα γίνονταν ανυπόφορες, με ζητήματα υγιεινής και της έλλειψης των απαραίτητων αγαθών, αλλά και προσωπικού για πρώτες βοήθειες να βγαίνουν στην επιφάνεια. Επίσης, πολλοί από τους εγκλεισμένους, ήταν διαδηλωτές που δεν υποστήριζαν τη βία και επιθυμούσαν να βγουν έξω, αλλά φοβούνταν για την κατάληξή τους αν συλλαμβάνονταν από τους αστυνομικούς.
Κάποιοι πιο τολμηροί επιχείρησαν την άτακτη φυγή με την πλειοψηφία όμως, να βρίσκεται αντιμέτωπη με δακρυγόνο, λαστιχένιες σφαίρες και κανόνια νερού, ενώ άλλοι προσπάθησαν να διαφύγουν από το σύστημα των αεραγωγών και των υπονόμων με άγνωστο το αν ήταν επιτυχημένη η προσπάθειά τους. Εν τέλει, την περασμένη Δευτέρα μεγάλο μέρος των έγκλειστων διαδηλωτών χρησιμοποίησε την γέφυρα δίπλα στο πανεπιστήμιο που ήταν κλειστή. Σκαρφαλώνοντας τους σωλήνες υδρορροής, κρεμάστηκαν από κιγκλιδώματα και σκοινιά προσπαθώντας να αποφύγουν τις επιθέσεις των αστυνομικών που αποσκοπούσαν στο να τους εγκλωβίσουν ξανά μέσα στο Πανεπιστήμιο. Στην πεζογέφυρα, όπου και προσγειώθηκε μεγάλος αριθμός των διαδηλωτών, περίμεναν μοτοσικλετιστές με στόχο να απομακρύνουν τους απελευθερωμένους από την επικίνδυνη περιοχή.
Μια διαδήλωση και αντίδραση στο καθεστώς που ξεκίνησε στα πλαίσια του λογικού και του πολιτισμένου, έχει φτάσει 5 μήνες μετά την αρχή της να είναι πλήρως στιγματισμένη από βίαια σκηνικά που σοκάρουν το παγκόσμιο κοινό των μέσων ενημέρωσης. Ο φαύλος αυτός κύκλος της βίας, φαίνεται πως δεν υπάρχει άμεση θέληση να σταματήσει, παρά τα σχόλια των αρχών για την ανάγκη ειρηνικής συνεργασίας των διαδηλωτών με την αστυνομία για τη λήξη της πολιορκίας – κατάληψης. Και όλη αυτή η βία στους χώρους της γνώσης και της προόδου. Μα πώς θα προοδεύσει ο κόσμος αν δε μάθει πως η βία μας πάει πίσω;