Της Στεφανίας Αρβανιτάκη,
Πόσες φορές προσπάθησες να μετατρέψεις ένα λευκό, κενό χαρτί σε ένα αποτύπωμα δικό σου, ένα δείγμα λέξεων, των όσων δεν ειπώθηκαν ποτέ προφορικά, κι έμειναν ανέκφραστες στα μύχια της δικής σου σιωπηλής συνείδησης;
Αυτή η ανέλπιστη ανάγκη λόγου και εξωτερίκευσης που ξεπροβάλει δειλά-δειλά, γίνεται επιθυμία ζωτικής σημασίας και καταλήγει να είναι μια πηγή τροφοδοσίας για τον νου και την ψυχή, ενώ παράλληλα λειτουργεί σαν πανάκεια.
Ο πολυσήμαντος έλληνας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης (Αλεπουδέλης το πραγματικό του επίθετο) διακατεχόταν από την ανάγκη που περιέγραψα παραπάνω. Διέπρεψε στον κλάδο της λογοτεχνίας και η αξία της εργογραφίας του αναγνωρίστηκε παγκοσμίως, καθώς το 1979 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ (το οποίο έχει λάβει μόνο ο ίδιος και ο Γιώργος Σεφέρης, από Έλληνες λογοτέχνες).
Γεννημένος στην Κρήτη στις 2 Νοεμβρίου του 1911. Η ημερομηνία αυτή έμελλε να μείνει στην ιστορία ως η ημέρα γέννησης του «Ποιητή του φωτός» και «Ποιητή του Αιγαίου» της γενιάς του ΄30, ενός ανθρώπου που διαπνεόταν πάντοτε από την αγάπη του προς την Ελλάδα. Η πατρίδα του έπαιρνε για τον ίδιο υπόσταση ενός πολύτιμου αξιοσέβαστου αγαθού στο οποίο έμενε αφοσιωμένος, όπως άλλωστε μαρτυρούν και τα ποιήματα του. Δεν είναι λίγα αυτά που αναφέρονται στην γενέτειρα του, την οποία, όπως είπε και ο ίδιος χαρακτηριστικά «Εάν την αποσυνθέσεις, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις».
Τα ποιήματα του έχουν αμέτρητο πλούτο λέξεων (περίπου 8.000) που ξεπερνάει κατά πολύ αυτόν των μεγάλων συγγραφέων. Ο Έλληνας ποιητής χρησιμοποιούσε την πολυσημία και δεν ήταν λίγες οι φορές που ξεδιπλωνόντουσαν νοήματα πίσω από αλληγορίες. Επιδιώκει την ταύτιση του αναγνώστη, αλλά πρώτα από όλα γράφει για τον ίδιο του τον εαυτό ακολουθώντας, όμως, την γραμμή της παράδοσης, είτε σε θρησκευτικό είτε σε κοινωνικό επίπεδο.
Ο ίδιος έλκεται από το ανεξερεύνητο, κάτι το οποίο του προκαλεί μια έντονη επιθυμία κατάκτησης ενός ίχνους που μετατρέπεται σε στόχο. Παράλληλα, χρησιμοποιεί υπερρεαλιστικές μεθόδους και τάσσεται με το μέρος των ασυμβίβαστων, αυτών που με θέρμη υπερασπίζονται ότι τους ανήκει δικαιωματικά στον αγώνα της ζωής και της φθοράς που καραδοκεί να τους απογυμνώσει από κάθε αξιοπρέπεια.
Όλα όσα ερωτεύτηκε, αποτέλεσαν θέμα για τα ποιήματα του: Ελλάδα, Αιγαίο, Ελευθερία, Καλοκαίρι, Ελπίδα. Πέρα όμως από όλα τα όμορφα που τον ενέπνευσαν, έχουν γραφτεί στίχοι για τον πόλεμο, την Κατοχή και τον Εμφύλιο (παράδειγμα αποτελεί το «Άξιον Εστί» το οποίο μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη και αποτελεί μέχρι και σήμερα ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα και κορυφαία παγκοσμίως ως προς την ποιότητα έργα). Η δεύτερη περίοδος της ποιητικής του σύνθεσης (1943-1959) αποτελεί μια πιο ώριμη φάση, καθώς μέσα από τις εμπειρίες του πολέμου επήλθε μια «μεγαλύτερη ιστορική (…) συνειδητοποίηση».
Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι η αναφορά του σε αρχαίους συγγραφείς και η αξιοποίηση των έργων τους. Αυτό προϋπέθετε καλή γνώση των αρχαίων πηγών και κατανόηση της ιστορίας. Αφού εξασφάλισε το προνόμιο αυτό, άρχισε να ζωντανεύει το παρελθόν συνδυάζοντας το με το παρόν. Ο Όμηρος, η Σαπφώ, ο Ηράκλειτος, ο Αναξαγόρας, ο Εμπεδοκλής, ο Πίνδαρος, ο Πλάτωνας και ο Πλούταρχος αποτελούν παράδειγμα της μνείας που κάνει ο Οδυσσέας Ελύτης. Συνεπώς, γίνεται αντιληπτή η μόρφωση που είχε λάβει και ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώθηκε ο πνευματικός του κόσμος.
Παράλληλα, μελέτησε αρκετά τα έργα γάλλων ποιητών. Οι πιο γνωστοί από αυτούς είναι: Ρεμπώ, Λωτρεαμόν και Ελυάρ. Η σκέψη τους αποτέλεσε πεδίο έμπνευσης, επιρροής και χάραξης μιας διαδρομής πιο επαναστατικής. Βέβαια, ο Ελύτης έδωσε την δική του χροιά σε αυτήν την δυναμική ξενόφερτη ‘’νέα τάξη πραγμάτων’’, καθιστώντας τον αυτό πρωτοποριακό. Οι αξίες του Ελύτη αρχίζουν κιόλας να διαφαίνονται. Υπέρ της ανιδιοτέλειας και της ελευθερίας, κατά της ματαιοδοξίας και της ‘’εύκολης ποίησης’’.
Έχουν πραγματοποιηθεί πολλές μουσικές και ποιητικές βραδιές αφιερωμένες στον Νομπελίστα, με σκοπό την απόδοση τιμής στο αείμνηστο πρόσωπό του. Μα η αλήθεια είναι πως όσα κι αν είναι τα εγκώμια στον πρόλογο, ο επίλογος πάντα θα παραμένει η παρακαταθήκη των δικών του λόγων και ποιημάτων.
Είναι χρήσιμο και λυτρωτικό σε αυτούς τους καιρούς να ανατρέχουμε στον κόσμο, σε αυτόν τον γεμάτο με καρποφόρες ιδέες και οράματα, που μας υπέδειξε ο Οδυσσέας Ελύτης. Στίχοι επίκαιροι, λειτουργώντας ως ερέθισμα για παραγωγή σκέψης, τους οποίους αν διαβάσει κάποιος θα διαπιστώσει πως πρέπει να διαφυλαχτούν και να μην επέλθει ποτέ λήθη. Διότι αυτοί οι στίχοι δεν είναι απλά ένας διάλογος, αλλά ένα ολόκληρο σύστημα ιδεών με καθολικό νόημα.
Βιβλιογραφία
- Γιάννης Η. Ιωάννου, «Οδυσσέας Ελύτης: Από τις καταβολές του Υπερρεαλισμού στις εκβολές του μύθου», Αθήνα 1991.
- Μαριλένα Πρώιμου Ερηνάκη, «Οδυσσέας Ελύτης: Η αθέατη πλευρά του κόσμου και η καθαρότητα του φωτός», Αθήνα 1997.
- Δανιήλ Ι. Ιακώβ, «Η αρχαιογνωσία του Οδυσσέα Ελύτη», Θεσσαλονίκη 2000.