Της Έφης Βούζιου,
Το Ανώτατο Δικαστήριο της Αυστραλίας αποφάσισε την Τετάρτη 13 Νοεμβρίου να εξετάσει ξανά την υπόθεση του Τζορτζ Πελ, μετά την έφεση που άσκησε ο ίδιος. Συγκεκριμένα κάλεσε τους δικηγόρους που εκπροσωπούν τον Πελ να καταθέσουν τα επιχειρήματά τους για την έφεση μέχρι τις 8 Ιανουαρίου ενώ η τελική απόφαση της εισαγγελίας αναμένεται στις 5 Φεβρουαρίου. Η υπόθεση του Τζορτζ Πελ ήρθε να προστεθεί σε μια μακρά λίστα ιερωμένων της καθολικής εκκλησίας που κατηγορούνται για παιδεραστία. Αυτό όμως που συγκλόνισε την κοινωνία και προκάλεσε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των ενημερωτικών μέσων –και όχι μόνο- ήταν το γεγονός πως ο Πελ υπήρξε ο πιο υψηλόβαθμος καθολικός ιερωμένος που φυλακίζεται παγκοσμίως για αξιόποινες σεξουαλικές πράξεις εις βάρος παιδιών.
Κλήθηκε ως κατηγορούμενος ενώπιον του δικαστηρίου για τις πράξεις της παιδεραστίας με θύματα δύο ανήλικα αγόρια, μέλη της εκκλησιαστικής χορωδίας, όταν ήταν ακόμα ηλικίας 12 και 13 ετών, της σεξουαλικής επίθεσης και σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκου. Τα εγκλήματά αυτά είχαν διαπραχθεί μέσα στο σκευοφυλάκιο του καθεδρικού ναού του Αγίου Πατρικίου της Μελβούρνης τη δεκαετία του 1990. Το Δικαστήριο της Μελβούρνης έκρινε ένοχο τον 77χρονο Τζορτζ Πελ, τον άλλοτε ταμία και στενό σύμβουλο του Πάπα, καταδικάζοντάς τον να εκτίσει εξαετή ποινή κάθειρξης.
Ο φάκελος εναντίον του άνοιξε το 2013, όταν μία ειδική ομάδα της αστυνομίας ανέλαβε να ερευνήσει ενδελεχώς τις καταγγελίες περί σεξουαλικών κακοποιήσεων από μέλη του καθολικού κλήρου και άλλων θρησκευτικών ομάδων. Η πρώτη εμφάνιση του Πελ στο δικαστήριο της Μελβούρνης έγινε τον Ιούλιο του 2017, όταν η αστυνομία της Αυστραλίας τού απήγγειλε κατηγορίες για «ιστορικά σεξουαλικά παραπτώματα» από πολλούς ενάγοντες και η υπόθεση τράβηξε τα βλέμματα όλου του κόσμου. Ο Πελ, 75 ετών τότε, ανώτατος σύμβουλος του Πάπα Φραγκίσκου, οδηγήθηκε στην αίθουσα των δικαστηρίων της Μελβούρνης από αστυνομικούς περνώντας από μια μεγάλη συγκέντρωση δημοσιογράφων, διαδηλωτών και υποστηρικτών.
Στην πρώτη δίκη, που πραγματοποιήθηκε το Σεπτέμβριο του 2017, ο καρδινάλιος απέρριπτε τις κατηγορίες και το σώμα των ενόρκων δεν κατέληξε σε μία απόφαση. Το Μάρτιο του 2018 κλήθηκαν από τις δικαστικές αρχές τα φερόμενα ως θύματα σεξουαλικής κακοποίησης από τον Αυστραλό Καρδινάλιο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας να προσέλθουν στις δικαστικές αίθουσες, για να λάβει χώρα η ακροαματική διαδικασία και να αποφασιστεί αν τελικώς η υπόθεση του κληρικού θα ακολουθήσει τη δικαστική οδό ή θα μπει στο αρχείο. Ο Πελ ήταν υποχρεωμένος να δίνει το παρόν στο δικαστήριο κάθε μέρα, για τις τέσσερις εβδομάδες που θα είναι σε εξέλιξη η ακροαματική διαδικασία. Ο ίδιος αρνείται κατηγορηματικά τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει και ο δικηγόρος του έχει ενημερώσει τις δικαστικές αρχές πως θα δηλώσει αθώος.
Κατά τις δύο πρώτες εβδομάδες της – κλειστής για το κοινό – ακροαματικής διαδικασίας αναμένεται να καταθέσουν οι τουλάχιστον 40 μάρτυρες που υπάρχουν. Στο σημείο αυτό, όμως, αρκετοί νομικοί έχουν εκφράσει τους φόβους τους πως ο απλός κόσμος δεν θα μάθει ποτέ την πλήρη αλήθεια λόγω του ότι οι συνεδριάσεις θα είναι κλειστές. Ακόμη, έχουν εκφραστεί ανησυχίες για τις επιπτώσεις που θα έχει στους καταγγελλόμενους το ότι θα εξετάζονται από τη νομική ομάδα του 77χρονου κληρικού. Με τη σειρά της η δικαστής Μπελίντα Γουάλινγκτον έδωσε άδεια στους μάρτυρες να έχουν μαζί τους κάποιον αγαπημένο τους για ψυχολογική υποστήριξη, είτε αυτός είναι κάποιος συγγενής και φίλος είτε είναι ένας ειδικά εκπαιδευμένος σκύλος (εδώ αναφέρεται στο «σκύλος συμπαράστασης» ονόματι Κουπ που είναι μέρος μίας καινοτόμας πρωτοβουλίας από πλευράς Μελβούρνης, που βοηθά ευάλωτους μάρτυρες να καταθέσουν στις δικαστικές αίθουσες). Ο συνήγορος του Πελ, Ρόμπερτ Ρίχτερ, τόνισε πως θα κάνει αίτηση ο πελάτης του να έχει μαζί του κάποιο πρόσωπο εμπιστοσύνης που θα τον βοηθήσει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Το ίδιο είχε κάνει και στις προηγούμενες ακροάσεις.
Η ομάδα του Τζορτζ Πελ, τους τελευταίους μήνες, που η υπόθεση έχει μεταφερθεί στις δικαστικές αίθουσες, έχει παρουσιάσει πολλά στοιχεία υπεράσπισης του Καρδιναλίου και έχει καταφέρει να λάβει πολλές από τις απόρρητες πληροφορίες του φακέλου που στοιχειοθέτησαν οι αστυνομικές Αρχές. Όμως, το δικαστήριο αρνήθηκε να παρέχει στη νομική ομάδα του Πελ τους ιατρικούς φακέλους των φερόμενων ως θυμάτων, μετά τις καταγγελίες των διωκτικών Αρχών πως οι νομικοί του κληρικού «ψαρεύουν» ευκαιρίες για να ψέξουν τη νοητική υγεία των μαρτύρων. Τον Ιανουάριο του 2014, ένας εκ των καταγγελλόντων πέθανε και οι δικηγόροι του Πελ ζήτησαν οι κατηγορίες του κατά του Καρδιναλίου να μην συμπεριληφθούν στο κατηγορητήριο. Η άλλη πλευρά όμως επεσήμανε πως η κατηγορία πρέπει να εξεταστεί, καθώς ήταν η πρώτη που έγινε δημόσια κατά του κληρικού και δημιούργησε το λεγόμενο φαινόμενο ντόμινο, με τις καταγγελίες να την ακολουθούν «βροχή».
Η καθεμία από τις πέντε κατηγορίες που του έγιναν επισύρει 10ετή κάθειρξη σε περίπτωση καταδίκης. Ο καρδινάλιος Τζορτζ Πελ καταδικάστηκε εν τέλει στη νέα του δίκη στις 11 Δεκεμβρίου 2018. Η ετυμηγορία δεν αποκαλύφθηκε παρά στα τέλη του Φεβρουαρίου, αφού τερματίστηκε μια άλλη δικαστική διαδικασία που εκκρεμούσε σε βάρος του. Έγινε γνωστή, λοιπόν, στο ευρύ κοινό καθώς ήρθη η απαγόρευση της δημοσιοποίησης της δικαστικής απόφασης, αφού εγκαταλείφθηκε από τους εισαγγελείς μια δεύτερη δίωξη σε βάρος του Πελ. Η απαγόρευση της μετάδοσης οποιασδήποτε πληροφορίας για την καταδίκη του Πελ τον Δεκέμβριο είχε επιβληθεί, για να μην επηρεαστούν οι ένορκοι σε ενδεχόμενη δεύτερη δίκη του καρδινάλιου. Η υπόθεση όμως τέθηκε στο αρχείο και έτσι αυτή η μυστικότητα και η σιωπή που ακολουθούσαν τις δίκες του μπορούσαν πλέον να αρθούν.
Για το έγκλημά του, τού επιβλήθηκε τον Μάρτιο του 2019 ποινή σε έξι χρόνια φυλάκιση. Ο δικαστής Πίτερ Κιντ εξήγησε, απαγγέλλοντας την ποινή του καρδινάλιου, ότι στάθμισε από τη μια τα «ειδεχθή εγκλήματα» που διέπραξε ο 77χρονος ιεράρχης, και από την άλλη τόσο την προχωρημένη του ηλικία, όσο και το ότι «κατά τα άλλα, διήγε ανεπίληπτο βίο». Ο Πελ, κινδύνευε να του επιβληθεί ποινή έως και 50 ετών κάθειρξης για τα εγκλήματά του με θύματα τα δύο ανήλικα αγόρια της χορωδίας στη Μελβούρνη το 1996 και το 1997. Αν και κατέκρινε την «αλαζονεία του καρδινάλιου», ο δικαστής Κιντ συμπλήρωσε ότι ο ιεράρχης «είχε το δικαίωμα» να τύχει δίκαιης μεταχείρισης από τη Δικαιοσύνη. Ωστόσο, καταδίκασε τη «νοοτροπία όχλου» που επιδεικνύει μερίδα της κοινής γνώμης, κρίνοντας πως στον Πελ «δεν άξιζε να μετατραπεί σε αποδιοπομπαίο τράγο» και επιμένοντας στο ότι δεν «δικαζόταν η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία». Ο δικαστής απαρίθμησε στην αγόρευσή του οδυνηρές λεπτομέρειες για τα εγκλήματα του καρδινάλιου, που είχαν όπως είπε «βαθιές και διαρκείς» συνέπειες για τα θύματά του, τόσο για το ένα, που βρίσκεται ακόμα στη ζωή, όσο και για το δεύτερο, που πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης το 2014.
Μια πρώτη έφεση εξετάστηκε από το εφετείο της Βικτώριας στις 21 Αυγούστου του 2019 και οι δικαστές επικύρωσαν την πρωτόδικη απόφαση. H δικαστής Αν Φέργκιουσον ανακοίνωσε ότι: «Θα συνεχίσει να εκτίει την ποινή του, των έξι ετών φυλάκισης», απορρίπτοντας τις δεκατρείς ενστάσεις που είχαν υποβάλει οι δικηγόροι του 77χρονου. Ο Πελ, ο οποίος είχε διατελέσει Αρχιεπίσκοπος Μελβούρνης και Σίδνεϊ, πριν μετακομίσει στη Ρώμη το 2014, ήταν ένα από τα πλέον έμπιστα πρόσωπα του Πάπα Φραγκίσκου. Σε συνέντευξη Τύπου από το Βατικανό τόνισε πως είναι θύμα «ανηλεούς προσπάθειας εκτέλεσης χαρακτήρων». «Είμαι αθώος, οι κατηγορίες είναι λάθος. Η όλη ιδέα της σεξουαλικής κακοποίησης μου είναι απεχθής». Δικαίωμα αναστολής της ποινής του θα έχει τον Οκτώβριο του 2022 όταν θα είναι πλέον 80 ετών. Στην ακροαματική διαδικασία στο Ανώτατο Δικαστήριο, η οποία θα πραγματοποιηθεί το νωρίτερο τον Μάρτιο 2020, θα προεδρεύσουν πέντε ή επτά δικαστές, σύμφωνα με έναν εκπρόσωπο του δικαστηρίου. Ο Τζορτζ Πελ θα παραμείνει στη φυλακή μέχρι την ημέρα εκείνη.
Μπορεί να απαλλάχτηκε από τα καθήκοντά του ως υπουργός Οικονομικών του Βατικανού μετά την καταδίκη του, αλλά παραμένει καρδινάλιος. Ο Πάπας έχει αρνηθεί να σχολιάσει την υπόθεση μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία των εφέσεων. Για να του αφαιρεθεί ο τίτλος θα πρέπει να κριθεί ένοχος από την Σύγκλητο για το Δόγμα της Πίστης του Βατικανού έπειτα από μια ξεχωριστή, συντομότερη διαδικασία. «Τα νέα είναι επώδυνα. Γνωρίζουμε καλά ότι σόκαραν πολλούς ανθρώπους, όχι μόνο στην Αυστραλία. Όπως έχουμε δηλώσει και σε άλλες περιπτώσεις, σεβόμαστε απόλυτα τις δικαστικές αρχές της Αυστραλίας», δήλωσε ο Αλεσάντρο Γκισότι, εκπρόσωπος του Βατικανό. Ο πάπας Φραγκίσκος αναφέρθηκε δημόσια μόνο στο ζήτημα της παιδεραστίας από τους ιερωμένους, κάνοντας λόγο για μια «μάχη μέχρις εσχάτων εναντίον ενός εγκλήματος που πρέπει να σβηστεί από τη Γη», παραλείποντας να αναφερθεί συγκεκριμένα στο όνομα του Τζορτζ Πελ.
Εν κατακλείδι, η υπόθεση του Τζορτζ Πελ μονοπώλησε αρκετά το ενδιαφέρον και την προσοχή του κόσμου όταν πρωτοδημοσιεύτηκε, όχι μόνο γιατί σοκαρίστηκαν από το ειδεχθές αυτό έγκλημα, αλλά κυρίως γιατί έφτασε στα δικαστήρια και επιτέλους τιμωρήθηκε για παιδεραστία υψηλόβαθμο στέλεχος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η περίπτωση των παιδιών αυτών που βρέθηκαν θύματα στη συγκεκριμένη δίκη δεν είναι μεμονωμένη αλλά υπάρχουν πολλές άλλες που δυστυχώς δεν έχουν βρει το φως της δημοσιότητας και δεν έχουν ακολουθήσει τον δρόμο της δικαιοσύνης καταστρέφοντας τις ζωές εκατοντάδων ανθρώπων.
Γεννήθηκε το 1997 και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είναι φοιτήτρια του τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει παρακολουθήσει αρκετές ομιλίες και ημερίδες σχετικές με το αντικείμενο των σπουδών της καθώς και με τον ευρύτερο τομέα της εκπαίδευσης. Ιδιαίτερη είναι η συμμετοχή της σε εθελοντικές δράσεις τις οποίες θεωρεί καίριες για τη διάπλαση του χαρακτήρα των ατόμων και τη διάρθρωση της κοινωνίας. Την απασχολούν τομείς σχετικοί με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα των κοινωνικών ομάδων.