Του Άγγελου Μεταλλίδη,
Τα κύρια νομικά εγχειρίδια της εποχής
- Σύνταγμα κατά στοιχείον, Eξάβιβλος
Είναι τα δυο τελευταία βυζαντινά νομικά βιβλία, συνταγμένα στη Θεσσαλονίκη, τον 14ο αιώνα. Γράφτηκαν από τον Ματθαίο Βλάσταρη και Κωνσταντίνο Αρμενόπουλο αντίστοιχα, και αποτελούν εύχρηστες ιδιωτικές κωδικοποιήσεις του Εκκλησιαστικού και κοσμικού δικαίου. Τα δύο αυτά εγχειρίδια είναι το κύριο όχημα, μέσω του οποίου κληροδοτείται στον νομικό βίο του μεταβυζαντινού πολιτισμού το κύριο σώμα του βυζαντινού δικαίου. Οι συλλογές αυτές χρησιμοποιήθηκαν και από το πατριαρχείο στις διοικητικές και τις δικαιοδοτικές τους λειτουργίας. Χρειαζότανε, όμως, η νέα ελληνική μετάφραση της Εξάβιβλου και κυρίως η έντυπη έκδοσή της, ταυτόχρονα με τη δημιουργία ενός ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου, για να μπορέσουν να αξιοποιηθούν σωστά αυτά τα πολύ σπουδαία έργα. Σιγά-σιγά, η Εξάβιβλος παραμερίζει -σε ό,τι αφορά το κοσμικό δίκαιο- τα υπόλοιπα εγχειρίδια και επιβάλλεται στην κοινή συνείδηση και στη δικαστική νομική πρακτική. Υπό την έννοια αυτή, η έκδοση της μεταφρασμένης Εξάβιβλου, αποτελεί τη γενέθλια πράξη της ιστορίας του νεότερου ελληνικού δικαίου. Η Εξάβιβλος επιβάλλεται ως ο κατεξοχήν νομικός κώδικας σε χρήση από τις κατά τόπους Εκκλησιαστικής δικαιοδοσίες όλων των βαθμίδων. Είναι πλέον και η επίσημη νομική πηγή της πατριαρχικής δικαιοσύνης και γραμματείας.
- Μέγα νομικόν της μεγάλης εκκλησίας
Είναι βασισμένο στη «Συναγωγή», που είχε συντάξει το οικουμενικό πατριαρχείο το 1564, η οποία και αυτή με τη σειρά της ήταν βασισμένη στην Εξάβιβλο και στο Σύνταγμα κατά Στοιχείον. Το πρωτότυπο κείμενο δεν κατάφερε να διασωθεί, πάρα μόνο σε μεταγενέστερες αντιγραφές του. Φαίνεται ότι συνδέεται με το πρόσωπο του μεγάλου Λογοθέτη Ιέρακου και είναι γραμμένο στις αρχές του 17ου αιώνα.
- Νομική συναγωγή
Είναι το δεύτερο έργο το οποίο έχει βασιστεί στα έργα του Βλάσταρη και του Αρμενόπουλου, την επιμέλεια του οποίου είχε αναλάβει ο Δοσίθεος Ιεροσόλυμων. Είναι γραμμένο το έτος 1680, όμως, η συναγωγή αυτή, μαζί με τα παραπάνω βιβλία και τις συναγωγές, θα πέσουν σε αχρηστία. Το πατριαρχείο θα κάνει πλέον απευθείας χρήση των εκδόσεων ποικίλης νομοκανονικής ύλης που δημοσιεύτηκε στη δύση, και κατεξοχήν του Συνοδινού του Beveridge, όπως και την πρώτη πλήρη έντυπη έκδοση του Βλάσταρη.
- Νομοκάνονας του Μανουήλ Μαλαξού
Αποτελεί το κατεξοχήν νομικό εγχειρίδιο του 16ου αιώνα στην ελληνική επαρχία. Γραμμένο αρχικά σε μικρότερη εκδοχή και με μικρότερη διάδοση στην αρχική του μορφή, έπειτα σε λόγια γλώσσα, το 1560. Αποκτά ευρύτερη διάδοση στη μετέπειτα επεξεργασία του σε δημώδη γλώσσα (δεύτερη μετατροπή της γλώσσας του κειμένου) από τον ίδιο συντάκτη, σε εκατοντάδες χειρόγραφα και σε αμέτρητες παραλλαγές, που αποθαρρύνουν την κριτική έκδοση του σήμερα. Το έργο έχει μεγάλη διάδοση και στον βαλκανικό χώρο. Η νομική ύλη αντλείται και εδώ από τον Βλάσταρη και τον Αρμενόπουλο. Χαρακτηριστικό, πάντως, της μεταβυζαντινής παραγωγής είναι ο -σχεδόν αυτονόητος- Εκκλησιαστικός της προσανατολισμός. Η ύλη του κοσμικού δικαίου είναι ακόμη περιορισμένη στα στοιχειώδη και λειτουργεί βοηθητικά, προς την αντίστοιχη του Εκκλησιαστικού δικαίου.
- Νεοελληνική μετάφραση Εξάβιβλου του Αρμενόπουλου.
Στην πλήρη της μορφή, είναι έργο του λόγιου από τα Ιωάννινα, Αλεξίου Σπανού, ο οποίος θα βελτιώσει και θα συμπληρώσει τη μετάφραση του Αρμενόπουλου. Γνωστότερος στην εποχή του μάλλον για στιχουργικές επιδόσεις και την σύνταξη ενός εγχειριδίου μετρικής. Δεν είναι νομικός και αυτό βαραίνει τη μετάφραση του, που επιδιώκει να είναι εξαιρετικά πιστή, αλλά είναι συχνά ακατανόητη και παραπλανητική. Την εκπονεί με βάση την πρώτη έντυπη έκδοση του πρωτότυπου κειμένου της Εξάβιβλου, στην Αδριανούπολη, όπου βρίσκεται δάσκαλος σε ένα ελληνικό σχολείο. Η μετάφραση θα δημοσιευτεί μετά τον θάνατό του, μάλλον στη Βενετία το 1744, από το τυπογραφείο του Νικολάου Γλυκή. Θα ακολουθήσουν άλλες πέντε εκδόσεις στη Βενετία, από το 1766 έως και το 1820. Σε αυτά τα κείμενα, ο μετάφρασης έχει προσθέσει και ένα «εγχειρίδιο περί συνοικεσίων», προκειμένου να καλύψει συστηματικά και με τις εν τω μεταξύ νομολογικές και νομοθετικές μεταβολές, κυρίως της Εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας.
- Νομικόν πρόχειρο
Ένα από τα βιβλία που γράφτηκαν στις παραδουνάβιες ηγεμονίες (Ρουμανία), δηλαδή ένα από τα μόνα κείμενα που προέρχονται από οργανωμένα κρατικά μορφώματα. Συγγραφέας του έργου ήταν ο Μιχαήλ Φωτεινόπουλος. Η πρώτη φάση του έργου θα τελειώσει το 1765, ο συντάκτης, όμως, θα συνεχίσει να το επεξεργάζεται έως το 1777. Αντλεί κυρίως από βυζαντινές πηγές και κυρίως από τη μεγάλη επίσημη κωδικοποίηση των Βασιλικών. Το έργο, όμως, δε θα φτάσει ποτέ στη νομοθετική επικύρωση.
- Σύνοψις νέα βιβλίου νομικού και περί εξομολογήσεως
Ένα περίεργο βιβλίο που εκδίδεται ανώνυμα το 1753 στη Βενετία, σε δημώδη γλώσσα. Μάλλον είναι έργο του ιδρυτή της σχολής της Τριπολιτσάς, Παρθενίου Ισπαναίου. Μεταξύ άλλων, περιέχει και μια δημώδη μετάφραση της Επιτομής κανόνων του Αρμενόπουλου. Δέχεται την Εκκλησιαστική αποδοκιμασία και τελικά, αποσύρεται. Είναι έργο πολύ μέτριο για την εποχή του.
- Νομικόν
Συγγραφέας είναι ο Θεόφιλος Καμπανίας, ένας πολύ φιλελεύθερος άνθρωπος. Προοριζόμενο για χρήση των εκκλησιαστικών δικαστηρίων περιέχει, λόγω της διπλής δικαιοδοσίας τους, Εκκλησιαστικής και αστικής, ύλη του κανονικού και του κοσμικού δικαίου. Οι κρίσεις του για την Οθωμανική κυριαρχία είναι ενίοτε επικίνδυνα τολμηρές. Η καταδίκη του βιβλίου από το πατριαρχείο, φαίνεται πως βασίστηκε στο ότι είχε συνταχθεί σε απλή γλώσσα. Το βιβλίο δε γνώρισε στην εποχή του έντυπη έκδοση, γνώρισε, όμως, κάποια χρήση, ακόμα και για αρκετές δεκαετίες αργότερα.
- Πηδάλιον
Το εγχειρίδιο γράφτηκε γύρω στο 1800, στη Λειψία, από τον ιερομόναχο Αγάπιο και τον Μοναχό Νικόδημο, και φαίνεται να υπήρξε το πρώτο βιβλίο που κατάφερε να αντιστρέψει το κλίμα υπέρ της δημώδους γλώσσας. Το Πηδάλιον, φυσικά, δε θα εκδοθεί, λόγω της γλώσσας που χρησιμοποιεί. Οι συγγραφείς, όμως, θα μπορέσουν να πείσουν, μέσα από το έργο τους, ότι η γλωσσική και ερμηνευτική εκλαΐκευση μπορούν να συμβαδίζουν άψογα με την ιδεολογική συντήρηση. Ο Νικόδημος μέσα από αυτό, αλλά και από αρκετά ακόμα έργα του, καθίσταται ο κύριος εκφραστής στον χώρο του κανονικού δικαίου, σε μια συγκυρία που στο εσωτερικό της εκκλησίας φαίνεται να αρχίζουν μεταβολές, με κύριο πρόσωπο τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε’.
Βιβλιογραφία
- Μ. Α. Τούρτογλου, Μελετήματα ιστορίας του ελληνικού δικαίου, Γ’, σελ. 444-459, 2000
- Ι. Βισβίζης, Το πρόβλημα της ιστορίας του μεταβυζαντινού δικαίου, σελ. 131-153, 1955
- Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Β΄, Συλλογικό έργο, σελ. 221-413, 2003