Της Ελένης Σιαπικούδη,
Έπειτα από τις αντιθέσεις Γαλλίας, Ολλανδίας και Δανίας για την εκκίνηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας, οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Το ευρωπαϊκό «φρένο» προκάλεσε πολιτική κρίση στα Δυτικά Βαλκάνια. Η ανασφάλεια και η εσωτερική απογοήτευση των δυο χωρών ήταν έκδηλη και οι κυβερνήσεις ήρθαν αντιμέτωπες με μια νέα πραγματικότητα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν άμεσα.
Από τη μία, ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Έντι Ράμα, κατηγορήθηκε από την αντιπολίτευση ως υπαίτιος για την αποτυχία αυτή, ενώ ο ίδιος σε συνέντευξή του δήλωσε ότι: «Ελπίζω μέχρι το τέλος ότι η λογική όπως και τα ισχυρά γεωστρατηγικά επιχειρήματα θα επικρατήσουν. Η ΕΕ δεν μπορεί να διαχειρίζεται τα Βαλκάνια ως μια περιοχή που είναι μακριά από τα δικά της συμφέροντα. Αντιθέτως, για τη δική της ασφάλεια, η ΕΕ θα πρέπει να δει τα Δυτικά Βαλκάνια ως ενοποιημένη (περιοχή)».
Την ίδια στιγμή, στη Βόρεια Μακεδονία η Κυβέρνηση δεν κατάφερε να πετύχει το στοίχημα που είχε δώσει προεκλογικά, υποσχόμενη ότι με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών θα καταφέρουν τελικά να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Ο Ζόραν Ζάεφ ανακοίνωσε την κήρυξη πρόωρων εκλογών για τις 12 Απριλίου, χαρακτηρίζοντας την απόφαση αυτή της ΕΕ ως «ιστορικό λάθος» και υποστηρίζοντας ότι παρά τα τελευταία κολλήματα η χώρα του παραμένει προσηλωμένη στην ευρωπαϊκή της προοπτική.
Ως επακόλουθο αυτών των εξελίξεων, τα Δυτικά Βαλκάνια φάνηκαν να κινητοποιούνται άμεσα, προσπαθώντας να δείξουν καλή θέληση και συνεργασία με τους γειτονικούς λαούς, αφήνοντας πίσω τα φαντάσματα του παρελθόντος. Πιο συγκεκριμένα, στις 9-10 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε η «Περιφερειακή Διάσκεψη των Δυτικών Βαλκανίων» στην Οχρίδα. Στην εν λόγω διάσκεψη παραβρέθηκαν οι ηγέτες της Αλβανίας, της Βόρειας Μακεδονίας και της Σερβίας, καταλήγοντας στη δημιουργία μιας «mini-Schengen», για την ελεύθερη μετακίνηση, αγαθών, υπηρεσιών, ανθρώπων και κεφαλαίου στην περιοχή. Προφανώς, οι ηγέτες των Δυτικών Βαλκανίων ‘δανείστηκαν’ το όνομα που χρησιμοποιεί η ΕΕ για να περιγράψει την προοδευτική κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, την καθιέρωση της ελεύθερης κυκλοφορίας για όλα τα πρόσωπα, υπηκόους των κρατών που υπέγραψαν τη Συμφωνία, καθώς και την αστυνομική και δικαστική συνεργασία.
Ο Πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας αναφέρει χαρακτηριστικά, «Το σχέδιο δράσης προβλέπει λειτουργία των συνόρων μας 24 ώρες το 24ωρο, 7 μέρες την εβδομάδα. Δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες ολόκληρης της περιοχής να κινούνται ελεύθερα με την ταυτότητά τους. Και δρομολογεί συνθήκες που θα φέρουν λωρίδες ταχείας κυκλοφορίας για τα φορτηγά που διασχίζουν τα σύνορά μας». Ταυτόχρονα, ο Έντι Ράμα θέλησε να προωθήσει την υποστήριξή του προς την πρωτοβουλία δηλώνοντας, «Πραγματικά ελπίζω, και πιστεύω, ότι μόλις συσταθεί η νέα κυβέρνηση και οι θεσμοί βρουν τον βηματισμό τους θα έρθουν στο Δυρράχιο και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε όλοι μαζί».
Ένα μήνα νωρίτερα, οι ηγέτες των Δυτικών Βαλκανίων είχαν βρεθεί στο Νόβι Σαντ της Σερβίας, όπου είχαν αναφερθεί για πρώτη φορά σε αυτήν την πρωτοβουλία. Στη δεύτερη συνάντηση παρουσίασαν μια σειρά από προτάσεις, για να επιτύχουν την ελεύθερη διακίνηση των «τεσσάρων ελευθεριών», με περαιτέρω έμφαση στην προσπάθεια για ελεύθερη μετακίνηση πολιτών στην περιοχή χωρίς διαβατήρια. Έτσι, οι πολίτες θα μπορούν πλέον να ταξιδεύουν μόνο με την ταυτότητα τους, αποσυμφορώντας με αυτόν τον τρόπο τις μεγάλες ουρές που συναντούσαν συχνά οι ταξιδιώτες, αλλά κυρίως οι επαγγελματίες οδηγοί στα ταξίδια τους από και προς τα Βαλκάνια. Τέλος, η πρωτοβουλία αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα έναυσμα για την ανταλλαγή μαθητών και φοιτητών στις εν λόγω χώρες για την προώθηση της ακαδημαϊκής συνεργασίας.
Είναι εμφανές ότι τα βήματα αυτά προωθούν ένα ολοκληρωμένο σύστημα οικονομικής και περιφερειακής συνεργασίας. Οι συγκεκριμένες χώρες προσπαθούν να δείξουν με τον τρόπο αυτό ότι είναι πλέον πολιτικά ώριμες και υπεύθυνες να προωθήσουν την περαιτέρω συνεργασία μεταξύ τους σε διάφορους τομείς, χωρίς να χρειάζονται την επίβλεψη ή την πίεση από κάποιο άλλο κράτος. Πάρα ταύτα, απώτερος στόχος των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων είναι η ένταξη τους στην ΕΕ. Άλλωστε, οι συζητήσεις αυτές πραγματοποιούνται στο γενικότερο πλαίσιο ενταξιακών διαπραγματεύσεων και συγκεκριμένα της διαδικασία γνωστής και ως “Berlin Process”.
Ο πρόεδρος του Συμβουλίου των Υπουργών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης Denis Zvizdić καθώς και η υπουργός των Οικονομικών του Μαυροβουνίου Dragica Sekulić, παρευρέθηκαν και συνομίλησαν με τους υπόλοιπους ηγέτες των Δυτικών Βαλκανίων στην Οχρίδα. Μάλιστα, κλήθηκαν να συμμετάσχουν στην προσπάθεια αυτή, ενισχύοντας τη σταθερότητα και την ανάπτυξη στην περιοχή. Ωστόσο, στην αντίπερα όχθη βρέθηκε ο πρόεδρος του Κοσόβου, Χάσιμ Θάτσι, ο οποίος αρνήθηκε να συμμετάσχει στη Διάσκεψη, τονίζοντας ότι καμία περιφερειακή συμμαχία δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πλήρη ένταξη στους ευρώ-ατλαντικούς θεσμούς. Χαρακτήρισε, μάλιστα, τις συζητήσεις αυτές «χωρίς νόημα», διότι η Σερβία και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη δεν αναγνωρίζουν την ανεξαρτησία του Κοσόβου.
Κρίνοντας την κατάσταση συνολικά, καταλήγουμε ότι τον τελευταίο καιρό οι εξελίξεις στα Βαλκάνια ακολουθούν η μία την άλλη. Έπειτα από την άρνηση της ΕΕ για περαιτέρω εμβάθυνση των σχέσεων με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία, διακρίνουμε άμεση κινητοποίηση και προσπάθεια από τη μεριά των Δυτικών Βαλκανίων, για να αποδείξουν ότι μπορούν πλέον να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της Ένωσης. Μέσω της ιδέας αυτής για τη δημιουργία μιας «μίνι Σενγκεν», οι χώρες θέλουν να αποδείξουν ότι έχουν ξεπεράσει τα προβλήματα του παρελθόντος και κοιτάνε προς το μέλλον με αισιοδοξία και συγκροτημένες ενέργειες. Φυσικά, η χρήση του όρου «μινι-Σένγκεν», έχει ως απώτερο στόχο να τραβήξει τα βλέμματα των Ευρωπαϊκών κρατών και να τους αποδείξει ότι η περιοχή παραμένει προσηλωμένη στην Ευρωπαϊκή οικογένεια.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1996. Είναι απόφοιτη του τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών και μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο αγγλόφωνο πρόγραμμα Politics and Economics of Contemporary Eastern and Southeastern Europe του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Έχει συμμετάσχει σε επιστημονικά συνέδρια πολιτικής, ιστορίας και διεθνών σχέσεων.