Του Άγγελου Μαρίνου,
Προσεχώς η κυβέρνηση θα προχωρήσει στη μείωση του εταιρικού φόρου από 28% σε 24%. Αυτή είναι μία πολιτική η οποία επικροτείται από πολλούς, όπως όμως κατακρίνεται και από πολλούς. Όπως συμβαίνει αρκετά συχνά με θέματα οικονομικής πολιτικής, και οι δύο ομάδες έχουν βάση στις θέσεις τους.
Αυστηρά οικονομετρικά, σε όσες δυτικές χώρες μειώθηκε ο εταιρικός φόρος τα αποτελέσματα ήταν ευεργετικά. Τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στον Καναδά, αλλά και σε Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Πολωνία και η Εσθονία, η μείωση του εταιρικού φόρου οδήγησε μακροπρόθεσμα στην αύξηση της εργασίας, καθώς και στο κατά κεφαλήν εισόδημα. Γενικά, παρατηρείται ότι για κάθε μείωση του εταιρικού φόρου κατά 1% η “μέση” δυτική οικονομία οδηγείται σε αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος κατά 2,28% σε βάθος δεκαετίας. Ωστόσο, οι κατά μέσο όρο δείκτες δεν πρέπει να λαμβάνονται έντονα υπόψη, καθώς τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της εκάστοτε χώρας είναι αυτά που κάνουν τη διαφορά στην αποδοτικότητα της οικονομικής πολιτικής, και όχι οι θεωρητικές πανάκειες.
Παρ’ όλα αυτά, η υποστήριξη αυτής της πολιτικής βγάζει νόημα. Οι πολίτες δεν θα έχαναν αν πραγματοποιούνταν ο μεσοπρόθεσμος στόχος του οικονομικού οράματος του Μητσοτάκη. Ωστόσο, η πολιτική αυτή ταυτίζεται και με τον μακροπρόθεσμο στόχο που θέλει την Ελλάδα οικονομικά ανταγωνιστική και ισχυρή και όχι ασθενή και ελαττωματική.
Όμως, οι κριτικοί της πολιτικής αυτής φέρουν επίσης ισχυρές θέσεις. Για αρχή, είναι γνωστό στην οικονομική επιστήμη, πως υψηλά ποσοστά ανεργίας οδηγούν σε στασιμότητα των μισθών. Επομένως, ως χώρα με δείκτη ανεργίας 17%, εύλογα μπορούμε να αναρωτηθούμε εάν η μείωση στον εταιρικό φόρο θα σήμαινε αύξηση στα εταιρικά κέρδη και μηδενική μεταβολή για τους μισθούς των εργαζόμενων. Παρότι, λοιπόν, η συγκεκριμένη πολιτική συνδέεται με αύξηση των ονομαστικών και πραγματικών μισθών μακροπρόθεσμα, δεν είναι βέβαιο ότι θα οδηγούσε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, οι εταιρείες να χρησιμοποιήσουν τη μείωση στους φόρους ως εργαλείο για την μείωση των πιέσεων που δημιουργούν στα χρηματοοικονομικά τους οι εργασιακοί φόροι και ασφαλίσεις, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις προπληρώνονται. Γενικά μιλώντας, οι στρεβλώσεις μιας οικονομίας, ιδίως όταν αφορούν τα εργασιακά, εμποδίζουν την ομαλή εξάσκηση οικονομικής πολιτικής.
Επιπλέον, όπως και για κάθε άλλη μείωση φόρων, οφείλουμε να μελετήσουμε τι σημαίνει η μείωση αυτή για τον κρατικό προϋπολογισμό. Δεδομένων των πλεονασμάτων που οφείλουμε να επιτύχουμε, δεν είναι μοναχά φαντασιακός ο φόβος για μείωση του κοινωνικού κράτους από μία κυβέρνηση μάλιστα που πολλοί πολίτες αντιμετωπίζουν ως απειλή προς τις κρατικές παροχές και επιδοτήσεις. Εφόσον μειωθούν οι φόροι, καθώς δεν θα μειωθεί μόνο ο εταιρικός, είμαστε ένα οικονομικό ατύχημα μακριά από την αναπροσαρμογή του κρατικού προϋπολογισμού. Δικαίως, λοιπόν, οι επικριτές φέρνουν αυτό το επιχείρημα στο τραπέζι.
Μια ορθή αντίληψη που μπορούμε να εξάγουμε απ’ όλα αυτά είναι πως παρότι η πολιτική αυτή είναι πολλά υποσχόμενη, οφείλει να συνοδεύεται από κάποιας μορφής contingency plan. Ένα σχέδιο, δηλαδή, σε περίπτωση που σταθούμε άτυχοι ως προς οικονομικές καταστάσεις άσχετες με την συγκεκριμένη αλλαγή, οι οποίες όμως θα δημιουργούσαν ασύμβατες οικονομικές ισορροπίες. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει τα μακροχρόνια αποτελέσματα της αλλαγής να μην είναι θετικά, αλλά και σε προβλήματα βραχυπρόθεσμα όσον αφορά τον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς οφείλει να υπάρχει αύξηση στην οικονομική δραστηριότητα για να είναι η οποιαδήποτε μείωση φόρων βιώσιμη.
Επίσης, θα ήταν συνετό να υπάρξει ένα πιο ξεκάθαροι οικονομικό πλάνο από τη κυβέρνηση, το οποίο θα εξασφάλιζε τη μείωση του εταιρικού φόρου, ως συνέχεια ενός πιο ολοκληρωμένου στόχου. Η κρατική βοήθεια προς την ιδιωτική οικονομία, είτε αυτή έρχεται με τη μορφή ανάληψης ευθυνών από το κράτος και των παροχών, είτε με την αποστασιοποίηση του κράτους και τη μείωση του ρόλου του, δεν επαρκεί σαν σχέδιο, εάν δεν έχει ξεκάθαρο στόχο και προοπτική. Η κυβέρνηση έχει επικοινωνήσει αλλαγές οι οποίες είναι καλοδεχούμενες από τον ιδιωτικό τομέα, ωστόσο οι πολίτες ακόμα αναμένουν να ακούσουν τον τρόπο που αυτό θα οδηγήσει στη δική τους ευημερία άμεσα.
Γεννηθείς το 1996 στη Κομοτηνή, είναι φοιτητής του Οικονομικού Τμήματος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, με κατεύθυνση στην οικονομική ανάλυση. Διαθέτοντας ακόρεστο ενδιαφέρον για τα πολιτικά, αρθρογραφεί στην κατηγορία των Οικονομικών του OffLine Post.