Του Θάνου Κουλουβάκη,
Ζούμε σε μια κοινωνία όπου τα πάντα τρέχουν γρήγορα και όλοι εμείς, οι άνθρωποι, είμαστε – τρόπον τινά – αναγκασμένοι να ακολουθούμε αυτούς τους φρενήρεις ρυθμούς που έχουν επιβληθεί και πλέον αποτελούν μία υπαρκτή πραγματικότητα. Θα μπορούσαμε, τώρα, να μπούμε στη διαδικασία να εξηγήσουμε πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο· πώς, δηλαδή, έχουμε κατασκευάσει κοινωνίες με τόσο μεγάλες απαιτήσεις και τόσο γρήγορους ρυθμούς. Εν τούτοις, θα ήθελα να σταθούμε μονάχα στο γεγονός και στον τρόπο με τον οποίοι εμείς οι ίδιοι το αντιμετωπίζουμε.
Αρχικά, από πολύ μικρή ηλικία μαθαίνουμε ότι πρέπει να είμαστε συνεπείς στις υποχρεώσεις μας. Όμως, έχουμε αναρωτηθεί ποτέ ποιες είναι αυτές οι υποχρεώσεις; Σίγουρα υπάρχουν ορισμένα πράγματα που πρέπει – και ενδεχομένως θέλουμε – να κάνουμε· ωστόσο, όλα αυτά που έχουμε καταλήξει να κάνουμε πρέπει να γίνουν από εμάς – ή πρέπει να γίνουν εν γένει; Θεωρώ ότι έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που απλώς φορτώνουμε τους εαυτούς μας με έγνοιες και προβληματισμούς, οι οποίοι πηγάζουν από το άγχος που μας δημιουργεί η καθημερινότητα.
Καταλήγουμε να ελεγχόμαστε από τις υποχρεώσεις μας σε τέτοιο βαθμό που σταδιακά χάνουμε τον εαυτό μας. Έχετε αναρωτηθεί πότε ήταν η τελευταία φορά που κάνατε κάτι το οποίο πραγματικά απολαύσατε; Σίγουρα μπορούμε να βρούμε μικρές απολαύσεις στα πάντα, το ζήτημα όμως είναι πότε εμείς επιλέγουμε συνειδητά την απόλαυση. Πότε, δηλαδή, επιτρέπουμε στον εαυτό μας να κάνει κάτι το οποίο τον ικανοποιεί και το οποίο δεν σχετίζεται με τις καθημερινές μας υποχρεώσεις. Έστω ότι βρίσκουμε μία τέτοια απόλαυση. Ας σκεφτούμε, τώρα, πόσο συχνά κάνουμε αυτό το δώρο στον εαυτό μας. Πόσο συχνά του επιτρέπουμε να βιώσει αυτό που πραγματικά τον κάνει χαρούμενο.Φαντάζομαι όχι και πολύ συχνά.
Η βιασύνη και η τελειομανία που υφίσταται δεν μας αφήνουν να βιώσουμε την απόλαυση. Όλα πρέπει να γίνονται γρήγορα και με απόλυτη ακρίβεια. Διότι το παραμικρό λάθος θα μας καθυστερήσει και ο χρόνος είναι κάτι ιδιαίτερα πολύτιμο (;) που θα μας λείψει. Βέβαια, ο χρόνος – στη μορφή που τον γνωρίζουμε – είναι μια ανθρώπινη κατασκευή. Αυτό μας δείχνει το ποσό κάλπικες είναι όλες αυτές οι απαιτήσεις. Μας δείχνει ξεκάθαρα ότι όλα αυτά που μας επιφορτίζουν είναι δημιουργήματα ανθρώπων κι όχι πράγματα που αν δεν γίνουν τώρα θα έρθει η συντέλεια του σύμπαντος.
Η τελειότητα πάλι ενδεχομένως και να μην υφίσταται καν. Ίσως αποτελεί έναν γιγάντιο στόχο που έχουν κατασκευάσει για να μην αισθανόμαστε ποτέ αρκετά ικανοί και παραγωγικοί. Αν πείσεις όλους τους ανθρώπους ότι μπορούν να είναι τέλειοι, αλλά -όλως περιέργως- κανένας τους δεν είναι, δημιουργείς ρομπότ που δουλεύουν διαρκώς όπως τα διατάξεις προκειμένου να πετύχουν το αδύνατο. Με αυτόν τον τρόπο, η αύξηση των απαιτήσεων φαντάζει απολύτως φυσιολογική· ενώ επί της ουσίας είναι καταστροφική!
Θέλω να καταλήξω σε ένα πόρισμα που ευελπιστώ να βοηθήσει έστω και έναν άνθρωπο που διαβάζει αυτό το κείμενο. Δε γεννηθήκαμε για να είμαστε τέλειοι, δε βρισκόμαστε σε αυτόν τον κόσμο για να γίνουμε τέλειοι και δεν υπάρχει λόγος να γεμίζουμε το μυαλό μας με αμφιβολίες. Η ουσία είναι να δίνουμε την πρέπουσα σημασία σε οτιδήποτε κάνουμε επειδή το θέλουμε κι όχι επειδή μας επιβάλλεται. Με μια φράση, αυτό που προτείνω είναι να ζήσουμε σαν άνθρωποι.
Γεννήθηκε το 1997 στην Αθήνα. Σπουδάζει στο τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης, στο Ρέθυμνο. Αφοσιώθηκε από μικρή ηλικία στη λογοτεχνία – τόσο ως αναγνώστης όσο και ως δημιουργός. Στα εφηβικά του χρόνια ξεκίνησε την ενασχόλησή του με την αρθρογραφία, η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τον χώρο των εκδόσεων και δύο βιβλία του έχουν εκδοθεί.