14.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΑυτοκρατορία της Τραπεζούντας: το απόγειο του Ποντιακού Ελληνισμού

Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας: το απόγειο του Ποντιακού Ελληνισμού


Του Γεώργιου Σαλπιγγίδη,

Το 1204 αποτελεί έτος ορόσημο για τον Μεσαίωνα, καθώς τότε οι σταυροφόρος της Δ’ σταυροφορίας καταλαμβάνουν την Πόλη, έτσι έχουμε την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων αυτοκρατοριών που προέκυψαν μέσα από τις παλιές δυναστείες της Βυζαντινής ή Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτές που είχαν τη μεγαλύτερη δύναμη και επιρροή, είναι η αυτοκρατορία της Νίκαιας, το «δεσποτάτο» της Ηπείρου και η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας στον Πόντο, με την οποία και θα ασχοληθούμε εδώ.

Στην Τραπεζούντα θα έχουν την βάση τους από το 1204 οι Κομνηνοί ή όπως θα αποκαλούνται από εδώ και πέρα οι Μεγαλοκομνηνοί, μια δυναστεία που θα βγάλει στην Τραπεζούντα 21 αυτοκράτορες και θα σταθεί για 257 χρόνια. Οι μεγαλοκομνηνοί είναι απόγονοι της δυναστείας των Κομνηνών. Μια δυναστεία που όταν είχε στα χέρια της τον αυτοκρατορικό θρόνο του Βυζαντίου, μπόρεσε να αποκαταστήσει το χαμένο κύρος της αυτοκρατορίας. Τελευταίος αυτοκράτορας αυτής της οικογένειας ήταν ο Ανδρόνικος Α’ Κομνηνός, ο οποίος ανατράπηκε το 1185 από τον Ισαάκιο Β’ της δυναστείας των Αγγέλων. Τα εγγόνια του Ανδρόνικου Α’ είναι αυτά που θα ιδρύσουν την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, μαζί με τη βοήθεια της θείας τους Θαμάρ, βασίλισσας της Ιβηρίας (Γεωργίας).

Οι ιδρυτές, λοιπόν, αυτής της νέας αυτοκρατορίας είναι ο Αλέξιος Α’ Μέγας Κομνηνός και ο αδελφός του Δαβίδ, γιοί του Μανουήλ Κομνηνού και όπως προαναφέραμε, εγγόνια του Ανδρόνικου Α’. Τα δύο αδέλφια βρέθηκαν για ένα διάστημα στο πλευρό της θείας τους, στην Ιβηρία. Ωστόσο, δεν έχει διευκρινιστεί αν αυτό έγινε όταν ήταν παιδιά, λίγο μετά από την εκθρόνιση του παππού τους ή αν πήγαν εκεί όντας άντρες, λίγο πριν το 1204.

Η αυτοκρατορία αυτή συστάθηκε στο έδαφος που κατά τη βυζαντινή εποχή ήταν το θέμα της Τραπεζούντας. Σε αυτή την περιοχή, ο οίκος των Κομνηνών ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στον λαό, ενώ και ο Ανδρόνικος Α’ διετέλεσε διοικητής στον Οιναίον και στη Σινώπη, πριν ανέλθει στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης, κερδίζοντας την αγάπη του κόσμου. Η διοίκηση και οι θεσμοί της νεοσύστατης αυτοκρατορίας παρέπεμπαν στην εποχή που οι Κομνηνοί βρίσκονταν στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης (11ος αιώνας). Εκτός από τα διοικητικά και θεσμικά πρότυπα της βυζαντινής περιόδου, υιοθέτησαν και τον αυτοκρατορικό τίτλο «Πιστός εν Χριστώ βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων». Λίγα χρόνια μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης (1261) από τους Παλαιολόγους και συγκεκριμένα μετά το 1282, ο τίτλος αυτός θα μεταβληθεί. Οι Παλαιολόγοι είναι πλέον «βασιλείς και αυτοκράτορες Ρωμαίων», ωστόσο, αναγνωρίζουν την κυριαρχία των Κομνηνών στην Ανατολή και μεριμνούν για τις καλές σχέσεις των δύο πλευρών, συνάπτοντας επιγαμία (γάμος του Μεγαλοκομνηνού Ιωάννη Β’, με την κόρη του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου, Ευδοκία). Οι Κομνηνοί θα είναι, πλέον, μέχρι την πτώση της αυτοκρατορίας στους Οθωμανούς, «Πιστοί εν Χριστώ βασιλείς και αυτοκράτορες Πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας».

Οι επιγαμίες ήταν ένα ακόμη χαρακτηριστικό που πέρασε από το Βυζάντιο στην Τραπεζούντα. Οι Τραπεζούντιες πριγκίπισσες (αδελφές και κόρες αυτοκρατόρων) ήταν ξακουστές για την ομορφιά και τα κάλλη τους. Οι γάμοι αυτοί έγιναν μεταξύ της Τραπεζούντας και των Τουρκομάνων, Βυζαντινών και Ιβήρων (Γεωργιανών). Οι πιο γνωστοί γάμοι Τραπεζούντιων και Τουρκομάνων είναι αυτοί της Μαρίας Μεγαλοκομνηνής (αδελφή Αλεξίου Γ’) με τον εμίρη Χουτλουπέκη, της Ευδοκίας με τον εμίρη Τατζιατίνη, αλλά και άλλοι πολλοί. Ο Ιωάννης Η’ Παλαιολόγος (βυζαντινός αυτοκράτορας) παντρεύτηκε – τρίτος γάμος- τη Μαρία Μεγαλοκομνηνή (κόρη Αλεξίου Δ’). Έπειτα, μεταξύ των πολλών επιγαμιών Τραπεζούντας-Γεωργίας, ξεχωρίζει αυτός του πρίγκιπα Μανουήλ (μετά αυτοκράτορα Μανουήλ Γ’) με την πριγκίπισσα Κουλκάνχατ (μετά ονομάστηκε Ευδοκία). Όλες οι επιγαμίες είχαν ως στόχο τη δημιουργία δεσμών με άλλες αυτοκρατορίες, είναι κατά κύριο λόγο πολιτικές συμμαχίες, οι οποίες άλλοτε βοηθούσαν την αυτοκρατορία και άλλοτε στάθηκαν ανίσχυρες ως προς τις επιθέσεις που δεχόταν ο τόπος.

Στον οικονομικό-εμπορικό τομέα, η Τραπεζούντα βρισκόταν, το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής της, σε ακμαία θέση. Η θέση της πρωτεύουσας στον χάρτη την καθιστούσε σημαντικό εμπορικό κόμβο, καθώς εκεί συναντώνται λατινικά, ελληνικά και μουσουλμανικά πλοία, δίνοντας έτσι στον τόπο μεγάλα οικονομικά οφέλη. Εκτός, όμως, από το διαμετακομιστικό εμπόριο, η οικονομία ενισχύονταν και από τα πλούσια γεωργικά προϊόντα που παρήγαγε ο τόπος, ενδεικτικά αναφέρουμε τα σιτηρά, τα φρούτα, τους ξηρούς καρπούς, τα κρασιά και το λάδι. Ενώ και η αλιεία, η κτηνοτροφία και η υλοτομία προσθέτουν σημαντικά κέρδη στον κρατικό κορβανά. Τέλος, πέραν από την εύφορη γη που είχε η Τραπεζούντα, διέθετε και πλούσια ορυχεία ασημιού, έτσι οι αυτοκράτορες είχαν τη δυνατότητα να κόψουν δικό τους νόμισμα, τα αποκαλούμενα «άσπρα».

Αυτή η οικονομική ευρωστία δίνει τη δυνατότητα στους Μεγαλοκομνηνούς και ιδίως στον Αλέξιο Γ’ (1349-1390) –παρά τις πολλές εσωτερικές και εξωτερικές δυσκολίες- να οικοδομήσει πολλούς και σημαντικούς ναούς και να επισκευάσει τους παλαιότερους. Στους δυόμισι αιώνες της ζωής της, η αυτοκρατορία θα έχει παλάτια τα οποία δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από αυτά άλλων αυτοκρατοριών, θα έχει ευαγή ιδρύματα και μοναστήρια, ενώ και οι εκκλησίες της δίνουν τον τόνο μεγαλοπρέπειας που υπήρχε. Ενδεικτικά μόνο, αναφέρουμε τη Μονή της Παναγίας Σουμελά, το ναό της Αγίας Σοφίας, του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτη και άλλα πολλά. Έπειτα, η Τραπεζούντα έχει να συνεισφέρει και στον πνευματικό τομέα με αστρονόμους (Γρηγόριο Χιονιάδη), ιατρούς (Γεώργιο Χρυσοκκόκη), χρονικογράφους (Μιχαήλ Πανάρετο) και άλλους πολλούς.

Το τέλος αυτής της σπουδαίας αυτοκρατορίας θα έρθει τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 1461 και ενώ έχουν προηγηθεί μέχρι τότε διάφορες μάχες της Τραπεζούντας με τους Οθωμανούς. Ο Μεχμέτ Β’ (Μωάμεθ Β’ Πορθητής) θα πάρει «τα κλειδιά της πόλης» από τον Δαβίδ, τον τελευταίο Έλληνα αυτοκράτορα του Μεσαίωνα. Ο Δαβίδ παρέδωσε την αυτοκρατορία στον Μεχμέτ Β’ και πίσω από αυτήν την παράδοση, υπάρχουν δυο εκδοχές. Η πρώτη θέλει τον Δαβίδ να γνωρίζει πως δεν υπάρχει ελπίδα αντίστασης και ανασύστασης, για αυτό και προτιμά την παράδοση, πιστεύοντας πως δε θα υπάρξουν βιαιότητες. Η δεύτερη εκδοχή θέλει τον Δαβίδ να ακούει τις συμβουλές του «πρωτοβεστιάριού» του (=συμβουλάτορα) για παράδοση. Πολλοί πίστευαν ότι αυτός ο συμβουλάτορας, Γεώργιος Αμοιρουτζής, είχε αλλάξει πλέον στρατόπεδο και βρισκόταν υπό τις διαταγές του Μεχμέτ.

Όποια και να είναι η αλήθεια, ένα είναι σίγουρο, η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, η ένδοξη αυτή αυτοκρατορία του Πόντου, δε θα άντεχε για πολύ, αφού περιτριγυριζόταν από μια νέα ισχυρή δύναμη, αυτή των Οθωμανών. Ο Δαβίδ Μεγαλοκομνηνός, η γυναίκα του Ελένη Καντακουζηνού, οι γιοί του και ο ανιψιός του εκτοπίστηκαν στην Ανδριανούπολη. Όταν έφτασαν στα αυτιά του σουλτάνου κάποιες θεωρίες για διεκδίκηση της περιοχής του Πόντου από τους Μεγαλοκομνηνούς, διέταξε τη σφαγή τους. Έτσι, την 1η Νοεμβρίου του 1463, η οικογένεια των Μεγαλοκομνηνών εκτελέστηκε.


Βιβλιογραφία
  • Αλέξιος Γ. Κ. Σαββίδης, Το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας (1204-1461 μ.Χ.), Εκδόσεις Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, Αθήνα 2017
  • Συλλογικό Έργο, Ο Βυζαντινός Πόντος, Επιμέλεια Έκδοσης Αλέξιος Γ. Κ. Σαββίδης, Κεφάλαιο της Γιασμίνας Μωυσείδου, Εκδόσεις Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, Αθήνα 2013

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Σαλπιγγίδης, Σύμβουλος Διοίκησης
Γιώργος Σαλπιγγίδης, Σύμβουλος Διοίκησης
Γεννημένος στην Αθήνα το 1999. Φοιτητής του Τμήματος Ιστορία, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών, της Καλαμάτας. Λάτρης της Βυζαντινής και Νεότερης Ιστορίας, του αρχαίου θεάτρου, του βιβλίου και της μαγειρικής.