14.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΠώς φτάσαμε στα αρνητικά επιτόκια;

Πώς φτάσαμε στα αρνητικά επιτόκια;


Του Άγγελου Μαρίνου,

Έχει περάσει περίπου μία πενταετία από τότε που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ECB) έθεσε αρνητικό επιτόκιο για πρώτη φόρα. Αυτό πρακτικά σήμαινε πως οι τράπεζες έχαναν χρήματα με το να διατηρούν τα κεφάλαιά τους στην ECB. Σκοπός αυτής της κίνησης ήταν η αύξηση της ρευστότητας, με στόχο την ενίσχυση της αναιμικής ευρωπαϊκής οικονομίας.

Αυτή η πράξη, βέβαια, έφερε και κάποιες αμφιβολίες στις αγορές. Άλλο τα χαμηλά επιτόκια που είχαν δοκιμαστεί στο παρελθόν και άλλο τα αρνητικά επιτόκια του σήμερα. Παρότι η απόσταση μεταξύ του 0,1% με το -0,1% είναι ελάχιστη, σηματοδοτεί μεγάλες αλλαγές στην αγορά του χρήματος, όπου η μέχρι πρότινος ορθοδοξία ήταν εντελώς αντίστροφη. Η λογική ήταν απλή. Ο καταθέτης απολαμβάνει μία μικρή επιστροφή για τα χρήματά του, τα οποία η τράπεζα χρησιμοποιεί για να βγάλει κέρδος, μέσω του οποίου θα χρηματοδοτούσε το κέρδος του καταθέτη. Το πρόβλημα με αυτό το σύστημα εμφανίστηκε όταν πλέον οι τράπεζες δε διέθεταν την επιλογή να εκδίδουν ασφαλή δάνεια και άρα να έχουν τα μέσα να διατηρήσουν αυτόν τον κύκλο. Βασικός λόγος γι’ αυτό είναι η στασιμότητα του διαθέσιμου εισοδήματος της μεσαίας τάξης, μεταξύ άλλων, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία. Επομένως, η Κεντρική Τράπεζα θεώρησε ότι ένας καλός τρόπος να ωθήσει τις τράπεζες σε δανειοδότηση και μάλιστα φθηνή, ήταν τα αρνητικά επιτόκια. Αυτό θα οδηγούσε σε αύξηση της ρευστότητας στην οικονομία και άρα σε βελτίωση της οικονομική απόδοσης. Εξάλλου, τα επιτόκια των τραπεζών για τους καταθέτες τους δε γίνονται ποτέ αρνητικά, διότι αλλιώς οι πολίτες απλώς δε θα πήγαιναν τα λεφτά τους στη τράπεζα.

Αλλά, αν κάνουμε ένα βήμα πίσω για μία στιγμή, θα αντιληφθούμε ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Ο λόγος που οι τράπεζες δε δάνειζαν δεν άλλαξε. Μέσω της πολιτικής της ECB, απλώς άλλαξε η ισορροπία κινήτρων που ορίζει τη συμπεριφορά μιας τράπεζας και όχι το περιβάλλον, εντός του οποίου καλείται αυτή να λειτουργήσει. Έχουμε οδηγηθεί σε μία πρωτόγνωρη κατάσταση, γεγονός διόλου περίεργο, καθώς πρωτοφανή είναι και τα αρνητικά επιτόκια στην Ευρώπη.

Βεβαίως και η δανειοδότηση έχει αυξηθεί σε ορισμένους τομείς, αλλά ταυτόχρονα έχουμε οδηγηθεί στην υποτίμηση χρηματοοικονομικών προϊόντων, λόγω της έλλειψης ανταγωνισμού. Εάν έχω την επιλογή να επιλέξω ανάμεσα στο να βγάλω λεφτά από το επιτόκιο της τράπεζας ή από ένα ομόλογο, ο εκδότης του ομόλογου, στην προσπάθειά του να με κινητοποιήσει ώστε να το αποκτήσω, θα αυξήσει τις επιστροφές μου. Όταν, όμως, δεν υπάρχει στα «σοβαρά» η επιλογή να βγάλω ουσιώδες κέρδος από το επιτόκιο, τότε η ανάγκη παροχής αυτού του κινήτρου εξανεμίζεται. Δεν είναι διόλου περίεργο που οι κεντρικοί τραπεζίτες των αναπτυσσόμενων χωρών παραπονιούνται για την αστάθεια που δημιουργείται στις οικονομίες τους, εξαιτίας των κερδοσκοπικών εισροών κεφαλαίου. Οι επενδυτές που επιθυμούν μεγαλύτερες επιστροφές στρέφονται πλέον αναγκαστικά προς αυτές τις χώρες, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πιέσεις ανατίμησης των νομισμάτων τους, γεγονός δυσοίωνο για τους εμπορικούς όρους των χωρών αυτών. Η έξοδος κεφαλαίων, προφανώς, αντιτίθεται του στόχου αύξησης ρευστότητας της ECB.

Επιπλέον, οι τράπεζες που ήδη αντιμετώπιζαν προβλήματα κερδοφορίας λόγω της έλλειψης σε αποδοτικά/ασφαλή δάνεια προς έκδοση, πιέζονται παραπάνω να βρουν νέους τρόπους να γίνουν αποδοτικές, κάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει συμβεί. Η ECB, στην προσπάθειά της να μετριάσει τους προβληματισμούς των τραπεζών, ανακοίνωσε πως για ποσά ύψους μέχρι και 6 φορές του ποσοστού απαραίτητων διαθεσίμων, δε θα χρεώνονται οι τράπεζες το αρνητικό επιτόκιο. Αυτό, ωστόσο, αποτελεί αντιμετώπιση των προβλημάτων που έχουν προκύψει από την πολιτική χαμηλών επιτοκίων και όχι λύση για την ελαττωματική αποδοτικότητα των τραπεζών.

Πάντως το πού βρίσκονται οι ρίζες της σημερινής κατάστασης δεν είναι ακριβώς γνωστό, αλλά δε γίνεται και να είναι. Κανένας οικονομολόγος, όπου έχει ερωτηθεί, δεν απαντάει με σιγουριά για το τι σημαίνουν τα αρνητικά δάνεια και μάλιστα όλοι πάντα απαντούν με επιφυλακτικότητα. Η γενική εικόνα είναι ότι η αναιμική ανάπτυξη στην ευρωπαϊκή ήπειρο, σε συνδυασμό με τις επιπλοκές της νομισματικής ένωσης, έχουν παρασύρει τις τράπεζες σε τέλμα. Η ECB, επιχειρώντας να βγάλει την οικονομία από το τέλμα, δημιούργησε ένα ακόμα πιο άγονο έδαφος για τις τράπεζες, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στο σήμερα, όπου οι ECB πρακτικά προσπαθεί να βρει τρόπους να ικανοποιήσει τα όχι και τόσο παράλογα αιτήματα των τραπεζιτών.


Άγγελος Μαρίνος

Γεννηθείς το 1996 στη Κομοτηνή, είναι φοιτητής του Οικονομικού Τμήματος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, με κατεύθυνση στην οικονομική ανάλυση. Διαθέτοντας ακόρεστο ενδιαφέρον για τα πολιτικά, αρθρογραφεί στην κατηγορία των Οικονομικών του OffLine Post.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ