Του Αθανάσιου Μαντζώλα,
Ιστορικά για την αριστερά, η βία αποτελεί το βασικό μέσο για την κατάληψη της κρατικής εξουσίας. Όλα τα σοσιαλιστικά καθεστώτα του περασμένου αιώνα, από τη Ρωσία μέχρι την Κίνα, θεμελιώθηκαν σε κατακόμβες αίματος. Η Ελλάδα έχει ίδια πείρα από τους «αγώνες της αριστεράς» στο δρόμο προς την εξουσία, από την περίοδο της εθνικής αντίστασης, των δεκεμβριανών και του γενικευμένου εμφυλίου πολέμου, έως και το πρόσφατο παρελθόν.
Μεταπολιτευτικά, και κυρίως από τη δεκαετία του ’80, η επικράτηση –ηγεμονία για ορισμένους- της αριστερής ιδεολογίας σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής, άτυπα, σήμανε μια σειρά παραχωρήσεων και προνομίων από το αστικό κράτος προς πάσα αριστερή συνιστώσα, στο βαθμό της πολιτικοϊδεολογικής και νομικής ασυλίας.
Καταλήψεις, βανδαλισμοί δημόσιων χώρων, βεβηλώσεις μνημείων και εθνικών συμβόλων, επιθέσεις σε πρεσβείες, υπουργεία, αστυνομικά τμήματα, οδομαχίες με την αστυνομία, μέχρι και δολοφονίες (βλ. Marfin, Μπακογιάννης) αποτελούν εκφάνσεις μιας γενικευμένης επιθετικής συμπεριφοράς, συνυφασμένης με την ιδιοσυγκρασία της αριστεράς, μπροστά στις οποίες το πολιτικό σύστημα και ιδιαίτερα το κράτος παρουσιάζει μια πρωτοφανή ακαμψία. Το πρόβλημα σαφώς και δεν είναι ο συγκεκριμένος πολιτικός χώρος, αλλά οι έκνομες ενέργειες που πηγάζουν από αυτόν και απολαμβάνουν την πλήρη πολιτική υποστήριξή του.
Προ ημερών, είχαμε άλλη μια επίθεση σε έναν αστυνομικό από έναν διαδηλωτή-μέλος του κομμουνιστικού κόμματος, συνδικαλιστή στο επάγγελμα. Καμία ουσιαστική, πολιτική αντίδραση δεν υπήρξε. Η δε ηγεσία του Κ.Κ.Ε., αντί να καταδικάσει το γεγονός ή έστω να το αποσιωπήσει, κατά τη συνήθη τακτική της αριστεράς να διαστρεβλώνει ένα γεγονός και να βάλλει εναντίον του, επιτέθηκε σε βουλευτή της κυβερνητικής πλειοψηφίας που τόλμησε να αποκαλύψει το πρόσωπο του δράστη.
Ο πρώην υπουργός υγείας, γνωστός για το ήθος και τη σοβαρότητα που διέπει τον λόγο του, απείλησε τις προάλλες στη βουλή την κυβέρνηση για τρίτο γύρο. Δεν του είπαν, μάλλον, εκεί στην κομμουνιστική νεολαία όπου μαθήτευσε τα φοιτητικά του χρόνια ή αν του είπαν, λησμονεί τι έπαθαν οι ιδεολογικοί του πρόγονοι στον εμφυλιοπολεμικό τρίτο γύρο (!). Καλό είναι να μην αναμοχλεύουμε τα πάθη, μέχρι όμως στον βαθμό που αυτό δε συνεπάγεται την ιστορική άγνοια και ακόμη χειρότερα, που αποτελεί πρόφαση για την παραποίηση της ιστορίας.
Εν πάση περιπτώσει, αποδεχόμαστε τη βία ως μέσο πολιτικής επιβολής ή όχι; Ή την αποδεχόμαστε ανάλογα με την προέλευση και την ιδεολογία της; Τα ερωτήματα, φυσικά, είναι ρητορικά. Στις ευνομούμενες πολιτείες, το μονοπώλιο της βίας ανήκει στο κράτος και ασκείται από την έννομη τάξη. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο!
Προεκλογικά υποστηριζόταν πως αν κάτι καλό έκανε η αριστερά, ήταν να καταρρίψει το ανιστόρητο επιχείρημα περί ηθικού πλεονεκτήματος. Υπήρχε δε η ελπίδα ότι μετά από τέσσερα και πλέον χρόνια αριστερής διακυβέρνησης, οι συμπλεγματισμοί του παρελθόντος είχαν ξεπεραστεί και πως τη θέση της ανεκτικότητας θα έπαιρνε η καταστολή. Πολύ γρήγορα, όμως, αρχίζει να διαψεύδεται.
Γεννήθηκε το 1999 στην Βέροια Ημαθίας. Αποφοίτησε το 2017 από το Γενικό Λύκειο Μελίκης και έκτοτε φοιτά στην Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.