Του Γιώργου Ναθαναήλ,
Ποίηση
Η σημασία της ιστοριογραφίας και της χρονικογραφίας είναι σίγουρα ανεκτίμητη, αφού αποτελούν βοηθήματα για την έρευνα του ιστορικού. Ωστόσο και τα υπόλοιπα λογοτεχνικά είδη αποτελούν πηγές για την ανασύνθεση του παρελθόντος, καθώς και κληρονομιά από τον μεσαιωνικό ελληνικό κόσμο. Στο παρόν άρθρο θα γίνει μια σύντομη επισκόπηση της ποίησης και της αγιογραφίας, κατά τα πρώιμα χρόνια της αυτοκρατορίας.
Ξεκινώντας, πρέπει να τονίσουμε ότι η ποίηση είναι βαθύτατα επηρεασμένη από την ποίηση των αρχαίων χρόνων, όπου τα είδη της ποικίλλουν και τα έργα θέτουν πολύ ψηλά τον πήχυ στους Ρωμαίους. Εν πρώτοις, έχουμε τον ποιητή Παύλο Σιλεντιάριο, ο οποίος έγραψε μια Ανθολογία, η οποία περιελάμβανε μια σειρά από ποιήματα (επιγράμματα) ερωτικού περιεχομένου, μικρής έκτασης. Κάποια από αυτά εικάζεται ότι συμπεριέλαβε και ο ιστορικός-ποιητής Αγαθίας, ο οποίος έγραψε μια Ανθολογία που είναι επίσης χρήσιμη στην ιστορική έρευνα. Βέβαια, το σημαντικότερο έργο του Σιλεντιάριου ήταν ένα ποίημα, μέσω του οποίου μαθαίνουμε για την κατασκευή της Αγίας Σοφίας στην Πόλη. Αυτό είναι το σημαντκότερο παράδειγμα που επιβεβαιώνει την πεποίθηση ότι οι ιστορικοί πρέπει να ελέγχουν όλα τα είδη πηγών, ακόμα και ποιήματα ή πεζά κείμενα. Μέσα από αυτά μπορούν να υπάρξουν στοιχεία για την εξαγωγή νέων συμπερασμάτων και να φωτιστούν πτυχές που μέχρι τώρα ήταν άγνωστες.
Ένας άλλος ποιητής στα χρόνια της βασιλείας του Ηρακλείου ήταν ο Γεώργιος Πισίδης. Γεννημένος στη Μικρά Ασία, έγραψε επική ποίηση με πολλά στοιχεία ιστοριογραφίας, μέσω της οποίας εξυμνούσε τον Ηράκλειο για τις νίκες του στα πεδία των μαχών κατά των Αβάρων και των Περσών. Ένα άλλο έργο του είναι το Εις την Εξαήμερον, το οποίο μας πληροφορεί για τη δημιουργία του κόσμου.
Η μεγαλύτερη προσωπικότητα που έχει να αναδείξει αυτή η περίοδος στον τομέα της ποίησης ήταν ο Ρωμανός ο Μελωδός, του οποίου η παραγωγή ύμνων είναι τεράστια. Οι ύμνοι ανέρχονται σε 85, με 20 απ’ αυτούς να θεωρούνται γνήσιοι κι οι υπόλοιποι νόθοι. Η μορφή τους ήταν ιδιαίτερη, αφού σχηματιζόταν σε μορφή ακροστιχίδας το όνομα του Ρωμανού. Η μεγάλη καινοτομία του Ρωμανού στην ποίηση είναι η νέα φόρμα του κοντακίου, που δεν υφίσταται έως τον 9ο αιώνα. Οι στροφές κυμαίνονται μεταξύ 20 και 30, ενώ η στροφή που υπάρχει ως προοίμιο είναι διαφορετική ως προς το μέτρο. Το περιεχόμενο των ύμνων είναι θρησκευτικό. Πιο συγκεκριμένα, οι βιβλικές διηγήσεις είναι η δεξαμενή μέσα από την οποία ο Ρωμανός αντλεί τα θέματά του. Οι ύμνοι ψάλλονταν σε γιορτές από μονωδούς και χορό. Όπως είδαμε, τα έργα του είναι πολλά κι η συμβολή του κρίνεται τεράστια στην παγκόσμια λογοτεχνία. Ωστόσο, του αποδίδεται ο Ακάθιστος Ύμνος, αν και πολλάκις αυτή η πατρότητα έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση.
Αγιογραφία
Ένα πολύ ιδιαίτερο είδος λογοτεχνίας είναι η συγγραφή βίων αγίων. Εκ πρώτης όψεως, θα το τοποθετούσαμε ως πηγή στην επιστήμη της θεολογίας. Ωστόσο, η σημασία τους είναι σπουδαία, αφού δε μας πληροφορούν μόνο για τη ζωή του αγίου, αλλά και για τα πολιτικά και στρατιωτικά, πρωτίστως, γεγονότα και δευτερευόντως για οτιδήποτε άλλο κρίνει ο συγγραφέας άξιο αναφοράς. Για την περίοδο που μας αφορά, ο σημαντικότερος είναι ο Κύριλλος ο Σκυθοπολίτης, ένας άνθρωπος γεννημένος στην Παλαιστίνη περί το 525. Το πιο σημαντικό έργο του είναι ο Βίος του Σάβα.
Οι βίοι αγίων είναι πολλοί σε αριθμό και πολλές φορές είναι ανώνυμοι. Ωστόσο, ένας άλλος συγγραφέας, ο Λεόντιος, συνέγραψε τον βίο του πατριάρχη Αλεξανδρείας, Ιωάννη του Ελεήμονα. Ένα άλλο έργο είναι ο Βίος του Συμεών Σαλού.
Μία ιδιαίτερη κατηγορία αγιογραφικών κειμένων είναι τα θαύματα αγίων. Γνωστά είναι τα θαύματα του Αγίου Αρτεμίου, του οποίου τα λείψανα ήταν θαυματουργά κι είχαν τοποθετηθεί στην Κωνσταντινούπολη. Πολύ σημαντικά είναι και τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλήτη, ο οποίος θεράπευσε πολλούς ανθρώπους κι έσωσε τη Θεσσαλονίκη πολλάκις. Ωστόσο, τα θαύματα, όντας κι αυτά μέρος της αγιογραφίας, είναι πλούσια σε ιστορικά στοιχεία.
Καλό θα ήταν, λοιπόν, να παρουσιάσω ένα παράδειγμα. Στον βίο του Αγίου Νικολάου της Σιών, ο συγγραφέας του οποίου είναι άγνωστος, ο Άγιος, προκειμένου να αντιμετωπίσει την πανώλη που μαινόταν τον 6ο αιώνα, θυσίασε εκατόμβες ζώων και κάλεσε τους κατοίκους της πόλης να φάνε μαζί. Αυτή η πρακτική ουδεμία σχέση έχει με τον Χριστιανισμό, αλλά εννοείται επίσης πως δε μιλάμε για μια κοινωνία παγανιστική. Το συμπέρασμα που μπορούμε να εξάγουμε, έχοντας πάντα κάθε είδους αμφιβολία, είναι πως ακόμα υπάρχουν παγανιστικές πρακτικές, οι οποίες προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα της εποχής, που δεν είναι άλλα από την επικράτηση του Χριστιανισμού.
Βιβλιογραφία
- Jan Olof Rosenqvist, Η βυζαντινή λογοτεχνία από τον 6ο αιώνα ως την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, σελ. 40-58
- Macrides and P. Magdalino, The Architecture of Ekphrasis: Construction and Context of Paul the Silentiary’s Ekphrasis of Hagia Sophia, σελ. 47-82