Του Μανώλη Στυλιανάκη,
Σύμφωνα με προσφάτως δημοσιευθέντα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) αναφορικά με τους δείκτες απασχόλησης, περίπου το 1/3 των νέων στην Ελλάδα είναι άνεργοι, αριθμός διπλάσιος σχεδόν του μέσου όρου, με την ανεργία να διαμορφώνεται στο 17%, η οποία μάλιστα καθιστά τη χώρα μας ουραγό σε ό,τι αφορά την απασχόληση στην Ευρώπη. Αυτή η κατάσταση είναι απελπιστική και καταδεικνύει με τον πλέον οφθαλμοφανή τρόπο τη συμπαντικών διαστάσεων αποτυχία του υφιστάμενου παραγωγικού μας μοντέλου, το οποίο κατ’ ουσία είναι παντελώς ανύπαρκτο. Δοκιμάσαμε τον κρατισμό σε όλες του τις εκδοχές, καταναλώσαμε επιδοτήσεις και πακέτα Ντελόρ που έρρεαν αφειδώς, “γευτήκαμε” σοσιαλισμό με το χρεοκοπημένο και παρηκμασμένο παλαιοπαπανδρεϊκό μοντέλο του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80, ζήσαμε με φθηνό δανεισμό ελέω ευρωζώνης και τέλος εφαρμόσαμε έναν κακοχωνεμένο Κεϋνσιανισμό με την ψευδαίσθηση ότι το αντίδοτο στην κρίση χρέους ήταν ένα shopping therapy με δανεικά. Μα στο τέλος όλα αυτά οδήγησαν στη δεκαετή στασιμοχρεωκοπία του 2010. Μήπως ήρθε η ώρα να σκεφτούμε out of the box, να πρωτοτυπήσουμε σε επίπεδο ιδεοπολιτικής και να δοκιμάσουμε εναλλακτικά παραγωγικά σχήματα; Μήπως ήρθε η ώρα να αλλαξοπιστήσουμε, να πάψουμε να εναποθέτουμε την τύχη μας στη μοίρα και τη ζωή μας στα χέρια ενός κράτους παντοκράτορα, που λύνει και δένει; Μήπως να δοκιμάσουμε το μοντέλο του φιλελεύθερου καπιταλισμού;
Το φιλελεύθερο μοντέλο λέει το εξής. Υπάρχει μία θετική συσχέτιση μεταξύ εργασιακού προστατευτισμού και ανεργίας. Όσο περισσότερο “σφίγγεις” την αγορά εργασίας, τόσο μεγεθύνεται η ανεργία. Όσο περισσότερο προστατεύεις τον εργαζόμενο με εργατικούς κώδικες, τόσο πιο πολύ κινδυνεύει ο εργάτης από την μάστιγα της ανεργίας. Απεναντίας, όσο περισσότερο χειραφετημένος και απογαλακτισμένος από το κράτος είναι ο εργαζόμενος, τόσο ισχυρότερη ανοσία έχει έναντι της ανεργίας και τόσο υψηλότερο είναι το βιοτικό του επίπεδου. Υπάρχει -θα λέγαμε- ένα παράδοξο. Όσο πιο προστατευμένη είναι η αγορά εργασίας, τόσο πιο ετοιμόρροπη είναι, ενώ όσο πιο ελεύθερη, τόσο πιο ανθηρή κι ακμάζουσα. Ας εξετάσουμε αυτό το παράδοξο με το εξής παράδειγμα:
Έστω ένας φοιτητής, ο Γιώργος, απόφοιτος της φαρμακευτικής με βαθμό πτυχίου 6. Καλούτσικος βαθμός, αλλά όχι αρκετός για να σου ανοίξει τις πόρτες των γκλαμουράτων πανεπιστημίων ή για να σου εξασφαλίσει κάποια ακαδημαϊκή υποτροφία. Σίγουρα υπάρχουν φοιτητές με καλύτερα credentials. Παρά ταύτα, δεν το βάζει κάτω και καταστρώνει την εξής στρατηγική, ευελπιστώντας να ανοίξει δρόμους στη ζωή του. Θα στείλει βιογραφικά σε όλες τις εγχώριες φαρμακοβιομηχανίες, καθώς επίσης και σε μερικά φαρμακεία, δηλώνοντας την προθυμία του να εργαστεί σε δοκιμαστική βάση ακόμα και τζάμπα. Χωρίς μισθό, χωρίς ασφαλιστική κάλυψη, χωρίς καν συμβόλαιο, εντελώς τζάμπα. Κάτι σαν Internship. To πρώτο εξάμηνο θα εργαστεί στο Τμήμα Έρευνας και Ανάπτυξης γενοσήμων φαρμακευτικών σκευασμάτων της Demo, όπου θα εντρυφήσει στη φαρμακευτική τεχνολογία και θα αποκτήσει πρακτική εμπειρία στη διαδικασία παρασκευής ιδιοσκευασμάτων και το δεύτερο εξάμηνο θα δουλέψει στο αντίστοιχο τμήμα της Novartis Hellas, ενώ τον επόμενο χρόνο θα εργαστεί σε φαρμακείο και θα εξασκηθεί -ως μαθητευόμενος- στην τέχνη παρασκευής γαληνικών σκευασμάτων, μαθαίνοντας τι εστί φαρμακείο στην πράξη. Παράλληλα, στον ελεύθερό του χρόνου, για να βελτιώσει το γνωστικό του επίπεδο στα μαθήματα που έγραψε μέτρια, σκοπεύει να παρακολουθήσει online μαθήματα στο Edx και το Coursera.
«Εκμετάλλευση, υφαρπαγή της υπεραξίας, εργοδοτική ασυδοσία, νεοφιλελεύθερη ζούγκλα» είναι μερικές από τις σοσιαλ-κοινοτοπίες που θα μηρυκάσει ένας αδαής περί την αγορά στο άκουσμα του νεαρού Γιώργη που θέλει να εργαστεί «τζάμπα», κλείνοντας τα ώτα του στις πατερναλιστικές συνδικαλιστικές ιαχές περί αγώνων και διεκδικήσεων κι αψηφώντας το πατρονάρισμα των εργατοπατέρων. Ο ήρωας της ιστορίας μας κρίνει πως το να δουλέψει αμισθί είναι καλύτερη επένδυση χρόνου από τον φθηνό συνδικαλισμό, διότι ο τελευταίος δεν προσφέρει απολύτως τίποτα πέρα από κενές μεγαλοστομίες.
Στην πραγματικότητα, ο ήρωας της ιστορίας μας δε δουλεύει τζάμπα. Πληρώνεται σε είδος. Αποκτά εμπειρική γνώση, εφαρμόζει στην πράξη τη θεωρία που διδάχτηκε στα έδρανα, δικτυώνεται επαγγελματικά, έχει πρόσβαση σε mentorship, καλλιεργεί τα softs skills του, κερδίζει συστατικές επιστολές, προσθέτει γραμμές στο βιογραφικό του, σουλουπώνοντας το μέτριο εξάρι και χτίζοντας έτσι το βιογραφικό του. Δύο χρόνια μετά θα είναι ένας ώριμος ανταγωνιστικός επαγγελματίας που πολλές επιχειρήσεις θα ήθελαν να προσλάβουν. Βασικά, ένας νεαρός με μέτριο πτυχίο, αλλά με προϋπηρεσία και συστάσεις, έχει επαγγελματικό πλεονέκτημα και είναι πιο ανταγωνιστικός από ένα «φυτό» με μοναδικό προσόν ένα χαρτί. Ο πρώτος έχει διετή ενασχόληση σε αντικείμενο σχετικό με την επιστήμη του, ενώ ο δεύτερος απλώς διάβασε βιβλία ή στη χειρότερη μόνο τα “sos” που βάζει ο καθηγητής κάθε χρόνο. Και κάπως έτσι η χελώνα ξεπερνάει τον λαγό!
Αν επιβάλεις κατώτατο μισθό κι άλλες εργασιακές ρυθμίσεις, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, τότε θα δημιουργήσεις μία κατάσταση, όπου ο εργοδότης θα ζητάει εικοσαετή προϋπηρεσία από 20χρονο, που λέει και το ανέκδοτο. Άμα είσαι εξαναγκασμένος από ανίδρωτους συνδικαλιστές και γραφειοκράτες να πληρώσεις, π.χ. 700€, τότε δε θα ρισκάρεις να πάρεις το άμαθο νεούδι. Θα προσλάβεις κάποιον μεγαλύτερο με “βαρύτερο” βιογραφικό και προϋπηρεσία, για να ξέρεις ότι τα λεφτά σου θα πιάσουν τόπο, διότι το να προσλάβεις έναν άμαθο 25άρη απόφοιτο, που μέχρι πρότινος εξεταζόταν για τρίτη φορά στην Γενική Χημεία 101 πρώτου εξαμήνου, ενέχει κάποιο ρίσκο και δικαιολογημένα φοβάσαι ότι δε θα πιάσουν τόπο τα λεφτά σου.
Εάν, όμως, βγάλεις το ρίσκο από την εξίσωση, απορρυθμίζοντας την αγορά εργασίας και ελαφρύνοντάς την από τα κρατικά ρυθμιστικά βαρίδια, όπως είναι ο κατώτατος μισθός και οι λοιπές εργασιακές προδιαγραφές, τότε προσφέρεις στον άπειρο νεαρό διαπραγματευτική δύναμη. Αφενός μεν του δίνεις την δυνατότητα να αποδείξει την αξία του στην πράξη, αφετέρου δε δίνεις στον εργοδότη το κίνητρο να προσλάβει νέους στην ηλικία, μιας και αποτελούν φθηνό εργατικό δυναμικό. Η συμφωνία αυτή είναι win-win. Ο εργοδότης συγκρατεί το εργατικό κόστος και ο νέος εργαζόμενος κερδίζει πολύτιμη πρακτική εμπειρία. Δυο χρόνια μετά, όταν πλέον θα έχει βγει από το καβούκι του, δεν θα είναι ένας άπειρο φοιτητής. Θα έχει ήδη προϋπηρεσία, θα είναι ανταγωνιστικός και θα μπορεί να διαπραγματευτεί ένα ικανοποιητικό μισθό. Προϊόντος του χρόνου, καθώς θα βελτιώνεται και θα απορροφά γνώσεις και εμπειρία από την εργασία του, θα γίνεται ολοένα και πιο ανταγωνιστικός.
Με απλά λόγια, η λογική λέει ότι δε ρισκάρεις να υπογράψεις τυποποιημένο δεσμευτικό συμβόλαιο μ’ έναν άγνωστο και αδοκίμαστο και άρα δεν τον προσλαμβάνεις, με αποτέλεσμα ο δεύτερος να μένει άνεργος. Αν αφαιρέσεις τον πήχη, τότε μια χαρά τον προσλαμβάνεις κι αν δε σου κάνει, τον απολύεις. Αν, όμως, αποδειχθεί ακατέργαστο διαμάντι, τον κρατάς και τον τριπλοπληρώνεις, ώστε να τον κρατήσεις μακριά από τον ανταγωνιστή σου, που είναι διατεθειμένος να διπλοπληρώσει, που κι αυτός θέλει να τον κρατήσει μακριά από τον δικό του ανταγωνιστή που απλά πληρώνει. Σε μία ελεύθερη και ανταγωνιστική αγορά, λοιπόν, οι εργοδότες ανταγωνίζονται για τα μάτια των ταλαντούχων εργατών σαν σε δημοπρασία εργασίας, με τον εργαζόμενο να καταλήγει σ’ αυτόν που δίνει τα περισσότερα! Έτσι αυξάνονται οι μισθοί και όχι με κυβερνητικά φιρμάνια.
Η κατ’ όνομα εργασιακή προστασία βάζει τρικλοποδιά στον μέτριο απόφοιτο μιας μέτριας σχολής, ο οποίος μόνο την τιμή της εργασίας του μπορεί να χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό όπλο για να σηματοδοτήσει τις ικανότητές του. Εάν του στερήσεις τη δυνατότητα να δουλέψει on a trial basis, τότε δε θα ξεδιπλώσει το δυναμικό του, δε θα βρει δουλειά, δε θα αποκτήσει προϋπηρεσία, θα παραμείνει άνεργος χωρίς προοπτική απασχόλησης, αφού δεν έχει την πολυπόθητη επιζητούμενη προϋπηρεσία και θα γυροφέρνει στον ΟΑΕΔ μια ζωή. Είναι προτιμότερο, λοιπόν, τα πρώτα χρόνια του εργασιακού του βίου να τον αφήσεις να τα επενδύσει, όχι σε ένσημα, αλλά στην καλλιέργεια πρακτικών δεξιοτήτων, σαν πρώτο σκαλοπάτι σε μία ανοδική κλίμακα επαγγελματικής ανέλιξης. Οι καλοί μισθοί και η εργασιακή ασφάλεια θα έρθουν προϊόντος του χρόνου, ενόσω ο εργαζόμενος βελτιώνεται και προοδεύει επαγγελματικά, γινόμενος έτσι πιο ανταγωνιστικός.
Πέραν, βέβαια, των οικονομικών επιχειρημάτων, τίθεται και η ηθική διάσταση του κατά πόσον ένα άτομο είναι ο ιδιοκτήτης του σώματος, του μυαλού και εν γένει του εαυτού του. Η αποστέρηση της δυνατότητας σύναψης πλήρως εξατομικευμένων συμβάσεων εργασίας μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου παραβιάζει το ηθικό δικαίωμα της αυτοκτησίας. To slogan “my body, my choice” δεν αφορά μόνο το δικαίωμα στις εκτρώσεις ή την επιλογή ερωτικού συντρόφου, αλλά έχει και οικονομικές συνεπαγωγές. Είναι αναφαίρετο δικαίωμά μου να πουλώ την εργασία μου σε όποιον γουστάρω και στην τιμή που εγώ ορίζω. Αν επιθυμώ ή κρίνω ότι με συμφέρει να πουλήσω την εργασία μου σε τιμή υπό του κατώτατου μισθού, ουδείς έχει το δικαίωμα να μου το απαγορεύσει ή να μου υπαγορεύσει τους όρους, με τους οποίους θα χρησιμοποιήσω το σώμα μου και την εργατική μου δύναμη. Αν θέλω να εργαστώ τζάμπα, διότι στον παρόντα χρόνο κρίνω πως το κέρδος της εμπειρίας είναι υπεραρκετό, γούστο μου καπέλο μου και δε θα ζητήσω την άδεια κανενός αυτόκλητου κηδεμόνα-συνδικαλιστή της συμφοράς. Στους δύο τρίτος δε χωρεί. Αν ο εργοδότης συμφωνεί και ο εργαζόμενος δεν έχει πρόβλημα, μας είναι εντελώς αδιάφορη η γνώμη άσχετων τρίτων, όπως του ΠΑΜΕ, του ΣΥΡΙΖΑ, των εργατολόγων, των εργατικών σωματείων, του Υπουργού εργασίας και λοιπών.
Βάσει, λοιπόν, όλων αυτών, η μόνη βιώσιμη συνταγή μείωσης της ανεργίας και δη της ανεργίας των νέων, είναι η απορρύθμιση του εργασιακού τοπίου και το σπάσιμο αυτού του αποστήματος που προκαλεί έμφραγμα στην αγορά εργασίας, εμποδίζοντας τόσο τους νέους να εργαστούν στον τομέα που επιθυμούν, όσο και τις επιχειρήσεις από το να αξιοποιήσουν το ταλαντούχο εργατικό δυναμικό της χώρας μας, που στο τέλος διαρρέει στο εξωτερικό, εκεί όπου οι κοινωνίες προσφέρουν αληθινή εργασιακή ασφάλεια δια της φιλελεύθερης οδού.
Γεννήθηκε στην Κρήτη και είναι τελειόφοιτος φοιτητής Φαρμακευτικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις πολιτικές υγείας και φαρμακευτικής περίθαλψης. Ακραιφνής Φιλελεύθερος και υπέρ της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με το Debate και το MUN, έχοντας συμμετάσχει σε σχετικούς διαγωνισμούς και προσομοιώσεις. Αγαπημένο ρητό: «Όσο αξίζει ένα άτομο, δεν αξίζει ο κόσμος όλος!»