Της Μαρίας Στάμου,
Αρκετοί Έλληνες και ειδικότερα νέοι, τα τελευταία χρόνια έχουν εγκαταλείψει τη χώρα και έχουν εγκατασταθεί σε άλλες χώρες της Ευρώπης, αναζητώντας θέσεις εργασίας και ένα καλύτερο αύριο. Η εγκατάσταση αυτή, που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι μόνιμη, στερεί από τους ανθρώπους αυτούς το δικαίωμα του «εκλέγειν», αφού ένα ταξίδι μόνο για να ψηφίσουν κοστίζει και σε χρόνο, αλλά και σε χρήματα. Γι’ αυτό τον λόγο, λοιπόν, τις τελευταίες μέρες επικρατεί ένας έντονος διάλογος μεταξύ όλων των πολιτικών κομμάτων, αναφορικά με το δικαίωμα ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού.
Μία τέτοιου είδους ένταση – η οποία, όπως φαίνεται, θα είναι πολύ μεγάλη- θα ταράξει τις κομματικές ισορροπίες, προκαλώντας συγκρούσεις και εντάσεις, ενώ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας, αναμένεται να διασταυρώσουν τα ξίφη τους. Η κυβέρνηση, για να περάσει το νόμο και να ισχύσει από τις αμέσως επόμενες εκλογές, όπως θέλει, θα πρέπει να εξασφαλίσει 200 ψήφους στη Βουλή. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιτευχθεί εύκολα, διότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, που διαθέτουν από κοινού 101, μπορούν να «μπλοκάρουν» με την ψήφο τους την έγκριση του συγκεκριμένου νόμου.
Το κυβερνών κόμμα δέχεται και προτείνει την επιστολική ψήφο, χωρίς να έχει αντιρρήσεις και για την κατά τόπους άσκηση του δικαιώματος (προξενεία, πρεσβείες, ειδικά κέντρα). Όπως μάλιστα διευκρινίζει, δεν πρόκειται να υπάρξει καμιά αλλοίωση του εκλογικού σώματος, αφού δικαίωμα ψήφου θα έχουν μόνο οι ήδη εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους, αποκλείει το να μην προσμετράται η ψήφος στο συνολικό εθνικό αποτέλεσμα, γιατί έτσι δημιουργούνται (αντιδημοκρατικά και αντισυνταγματικά) Έλληνες ψηφοφόροι δύο ταχυτήτων. Όπως δήλωσε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης: «Ελπίζω το δικαίωμα ψήφου στους απόδημους να περάσει με 300 ψήφους στην Βουλή».
Σε αντίθετο κύμα πλεύσης βρίσκεται ο Σύριζα, με την ένστασή του να επικεντρώνεται στο γεγονός ότι με κάτι τέτοιο, όπως δηλώνουν κομματικά στελέχη, «θα αλλοιωθεί η σύνθεση και ο αριθμός του εκλογικού σώματος». Όμως, δηλώνει διατεθειμένος να συζητήσει με την προϋπόθεση να μην υπάρχει επιστολική ψήφος και οι ψήφοι των αποδήμων να μην προσμετρώνται στο συνολικό εθνικό εκλογικό αποτέλεσμα. Επιπροσθέτως, το ΚΙΝΑΛ, σύμφωνα με τον γραμματέα του κόμματος, κ. Χριστοδουλάκη, γίνεται φανερό ότι βρίσκεται κοντά στις θέσεις την ΝΔ, κάνοντας δεκτή την επιστολική ψήφο και θεωρώντας ότι το δικαίωμα πρέπει να δοθεί στους απόδημους που είναι ήδη εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους. Θεωρεί εκ των ουκ άνευ αναγκαία και επιβεβλημένη την προσμέτρηση στο εθνικό εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά επιμένει οι απόδημοι να έχουν τη δική τους εκπροσώπηση στο κοινοβούλιο. Από την άλλη πλευρά, το ΚΚΕ φαίνεται αρκετά διαλλακτικό στις απόψεις του, αφού εκτιμά ότι οι ψήφοι των Ελλήνων του εξωτερικού θα ανεβάσουν το εγχώριο ποσοστό του. Όμως, οι όροι τους οποίους θέτει είναι αρνητικοί ως προς την επιστολική ψήφο, αφού οι απόδημοι πρέπει να βρίσκονται εκτός Ελλάδος το πολύ μέχρι 30 χρόνια και να διατηρούν οικονομικούς και οικογενειακούς δεσμούς με την πατρίδα. Φαίνεται πάντως ότι και τους όρους αυτούς, είναι διατεθειμένο να τους συζητήσει. Τέλος, η Ελληνική Λύση με τον κ. Βελόπουλο και η Μέρα25 με τον κ. Βαρουφάκη, τάσσονται υπέρ της παροχής ψήφου στους απόδημους χωρίς όρους.
Αδήριτη ανάγκη κρίνεται η παροχή ψήφου στους Έλληνες του εξωτερικού, αφού προβλέπεται άλλωστε και από το σύνταγμα. Η ψήφος αποτελεί τρόπο έκφρασης των πολιτών, αφού μέσω αυτής συμμετέχουν έμμεσα στα κοινά και λαμβάνουν ευθύνη για τα προβλήματα του τόπου, ενώ μπορούν να αναδείξουν αυτούς που θεωρούν ικανούς να αναλάβουν τα ηνία της εξουσίας. Οι Έλληνες του εξωτερικού πρέπει να έχουν γνώμη για την πατρίδα τους και να αποφασίζουν για το μέλλον της, αρκεί βέβαια να πράττουν με συνείδηση και με λογική, χωρίς να επικρατεί οποιαδήποτε απογοήτευση για τη σαθρότητα που επικρατεί, αφού τις περισσότερες φορές ευθύνεται η ανεπάρκεια και η δυσλειτουργία του πολιτικού συστήματος για την απόφαση να φύγουν στο εξωτερικό, αναζητώντας καλύτερες ευκαιρίες στον επαγγελματικό και στους άλλους τομείς της ζωής τους.
Γεννήθηκε και διαμένει μόνιμα στην Αθήνα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις διεθνών οργανισμών, ενώ έχει παρακολουθήσει πλήθος σεμιναρίων, συνεδρίων και ημερίδων. Της αρέσει η ανάγνωση βιβλίων, η μουσική, ο χορός και η άθληση.