Της Αναστασίας-Δήμητρας Βογιατζή,
Τα τελευταία γεγονότα ανάμεσα στη σουνιτική Σαουδική Αραβία και το σιιτικό Ιράν έρχονται μάλλον να μας υπενθυμίσουν ότι τα όπλα μαζικής καταστροφής παραμονεύουν, μέχρι ότου ακουστεί η οριστική ιαχή. Η μακροβιότατη αυτή έχθρα έχει ως αφετηρία της πρώτα τη θρησκεία, με το τόξο της πλέον να στοχεύει σε έναν πόλεμο άνευ προηγουμένου, ο οποίος όχι μόνο θα επιφέρει ανθρώπινες απώλειες, κοινωνικές κρίσεις και την ολοσχερή, ενδεχομένως, καταστροφή των δύο δυνάμεων, αλλά και θα καταπατήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ακεραιότητα στο όνομα της εξουσίας και της ακατανίκητης απληστίας.
Ύστερα από την ισλαμική επανάσταση (1979), το Ιράν αντιτάσσεται και ανθίσταται στη Σαουδική Αραβία, η οποία αποτελούσε τότε τη μοναδική κυρίαρχη δύναμη. Κορωνίδα των αιτίων της αντιπαράθεσης των δύο υπήρξε το ζήτημα της θρησκείας, καθώς από τη μία ισχύει ο σιιτικός μουσουλμανισμός, ενώ από την άλλη αντίστοιχα έχουμε μια χώρα εξ ολοκλήρου γενέτειρα του μουσουλμανισμού, που τηρεί κατά γράμμα τα όσα αυτός ορίζει, δεδομένου, φυσικά, ότι στα εδάφη της συγκαταλέγεται η Μέκκα (όπου γεννήθηκε ο Μωάμεθ) και η Μεδίνα (όπου είναι θαμμένος). Ωστόσο, η κύρια διαμάχη έγκειται στο ζήτημα του πετρελαίου.
Εδώ και δεκαετίες, στη Μέση Ανατολή η πλουτοπαραγωγική αυτή πηγή φέρει -αν όχι όλο- το μεγαλύτερο μέρος ευθύνης και μέλλει να θέσει τα τύμπανα του πολέμου σε λειτουργία. Αφορμή στάθηκε η παρεμπόδιση της χώρας του Ιράν να εξάγει πετρέλαιο για την άμεση εκμετάλλευσή του, αυξάνοντας έτσι τα έσοδα της χώρας ετησίως αλλά και την ισχύ της. Στην αντίπερα όχθη, η Σαουδική Αραβία, ούσα ακώλυτη στην εξαγωγή και χρήση του πετρελαίου, βρίσκεται ένα βήμα μπροστά στην ενεργειακή πολιτική και στις εξορύξεις. Αυτό φυσικά έχει ως αποτέλεσμα την έμμεση απάντηση του Ιράν με ένα σύστημα, θα λέγαμε υποχθόνιο, που προκαλεί μία ατέρμονη και ακατάπαυστη κραυγή βοηθείας των λαών, που -ως επί των πλείστον- είναι και τα θύματα της χρόνιας αυτής εχθροπραξίας.
Δεν είναι τυχαίο που και οι δύο δυνάμεις χρησιμοποιούν ή καλύτερα εκμεταλλεύονται τις γύρω περιοχές προς όφελός τους, κατακρεουργώντας τες, με στόχο αμφότερες να πλήξουν η μία την άλλη. Πιο συγκεκριμένα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος είναι με το Ριάντ, το Ιράκ με την Τεχεράνη, ενώ για ένα μεγάλο πλήθος κρατών, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα, καθώς ο πληθυσμός είναι μοιρασμένος σε σιίτες και σουνίτες. Αυτό αμέσως-αμέσως μαρτυρά τις συμμαχίες των χωρών. Σε αυτό το σημείο αξίζει να τονιστεί ότι ο πόλεμος των «δορυφόρων», όπως ονομάζεται, με τη Συρία, το Ιράκ, τη Υεμένη και το Λίβανο πρωταγωνιστούν στο «θέατρο του παραλόγου», ή πιο στοχευμένα είναι τα πιόνια στο σκάκι των δυο χωρών. Πιο αναλυτικά, το Ιράν, με την εμφανή βοήθεια και τα εύσημα της Ρωσίας, κράτησε στο βάθρο της εξουσίας τον Άσαντ και συνέτριψε τους σουνίτες αντάρτες. Συγχρόνως, στο βασίλειο του Ιράκ, με τη βοήθεια των Η.Π.Α. το Ιράν διεισδύει ολοένα και περισσότερο στην εθνική κυριαρχία, ενώ τα τελευταία τέσσερα χρόνια η Σαουδική Αραβία αδυνατεί να «εκθρονίσει» τους αντάρτες Χούθι. Με τελειωτική βολή στο Λίβανο με την ισχύ της Χεσμπολάχ. Τα θύματα μέρα με τη μέρα αυξάνονται, σιδηροδρομικοί σταθμοί, εργοστάσια και πετρελαϊκές πηγές έχουν γίνει βάπτισμα του πυρός και σαφέστατα αυτό δεν απασχολεί τις δύο «κυβερνήσεις» ή το θεοκρατικό καθεστώς και κατ’ επέκταση το «μονάρχη». Τρανό παράδειγμα η επίθεση στην Aramco. Φυσικά από το προσκήνιο δε μπορεί να λείπει ο μεγαλύτερος παράγοντας, ο οποίος επεμβαίνει πάντοτε με κίνητρο το προσωπικό του συμφέρον, οι Η.Π.Α..
Στο πλευρό της Σαουδικής Αραβίας φαίνεται να έχουν φωλιάσει οι Ηνωμένες Πολιτείες, καθοδηγώντας και συμβουλεύοντας την στις διπλωματικές της κινήσεις. Ο διπλωματικός πυρετός δεν έχει τέλος, γεγονός που δημιουργεί ακόμα αντιπαραθέσεις, με την τελευταία δήλωση του διαδόχου της Σαουδικής Αραβίας να απειλεί με πόλεμο στην επόμενη πρόκληση από το Ιράν.
Παρόλα αυτά, το θέμα δεν είναι οι απειλές, οι προκλήσεις και οι αντίλογοι αλλά το αποτέλεσμα, που σε τούτη την περίπτωση είναι αναπόφευκτο και οδυνηρό. Ο πόλεμος είναι εύχρηστος στους λόγους και στην παρουσίασή του. Αυτές που ουδέποτε, όμως, δεν υπολογίζονται είναι οι συνέπειές του. Θίγεται και εξευτελίζεται η ανθρώπινη υπόληψη, χάνεται ο πολιτισμός και εδρεύει πλέον η υποβάθμιση του ανθρώπινου φύλου με τρόπο τέτοιο, έτσι ώστε να συναντώνται τα ζωώδη ένστικτά του. Υποσιτίζονται οι λαοί, καταστρέφονται περιουσίες και κόποι χρόνων, καταστρέφονται ολόκληρα έθνη και η ερώτηση είναι η εξής: «Αξίζει να καταστρέφουμε υποδομές και κόσμους ολόκληρους, για να αποκτήσουμε κυριαρχία και εξουσία;». Τους αρχαίους και τους νεότερους τους χαρακτηρίσαμε «απολίτιστους» για αυτούς καθεαυτούς τους λόγους. Μήπως οι ίδιοι πράττουμε παρόμοια;
«Δε γνωρίζω κανένα λαό που πλούτισε ύστερα από μια νίκη σ’ έναν πόλεμο» – Βολταίρος