18.1 C
Athens
Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΠαγκόσμια Οικονομική Ύφεση: Μια ιστορία που ίσως επαναληφθεί... σύντομα

Παγκόσμια Οικονομική Ύφεση: Μια ιστορία που ίσως επαναληφθεί… σύντομα


Της Πολυτίμης-Μαρίας Βιντσιλαίου,

Δεν πέρασε πολύς καιρός από την τελευταία φορά που μιλούσαμε για Παγκόσμια Οικονομική Ύφεση, έναν όρο που επισκίασε με τη δυναμική του την πραγματικότητα δισεκατομμυρίων ανθρώπων και ανέτρεψε δεδομένα πολλών δεκαετιών. Παρότι σε πολλές περιπτώσεις, η επίδραση της πρόσφατης Παγκόσμιας Ύφεσης δεν έχει ξεθωριάσει ακόμη (όπως στην περίπτωση της Ελλάδας), τα σημεία των καιρών πληθαίνουν, προειδοποιώντας μας πως ίσως κάτι αλλάζει στις αγορές και πως μάλλον βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα κρίση της Διεθνούς οικονομίας. Πριν αναφερθούμε σε συγκεκριμένα παραδείγματα κρατών ή επιχειρήσεων, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα κατά τόπους φαινόμενα και τα αποτελέσματα των εκάστοτε πολιτικοοικονομικών πρακτικών, δεν περιορίζονται στα πλαίσια ενός κράτους ή μιας περιφέρειας. Λόγω ακριβώς της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης δομής της οικονομίας, γίνεται κατανοητό πως οτιδήποτε συμβεί επηρεάζει συνολικά το σύστημα. Λέγεται πως οι οικονομικές κρίσεις χτυπούν τα ανεπτυγμένα κράτη κάθε 27 έτη, κατά μέσο όρο. Τι κάνει, λοιπόν, μια σημαντική μερίδα των αναλυτών να ανησυχεί πως η επόμενη παγκόσμια οικονομική ύφεση βρίσκεται πολύ πιο κοντά από ό,τι προβλέπει ο παραπάνω χρονικός προσδιορισμός;

Κάνοντας μια γενικότερη αποτίμηση της παγκόσμιας οικονομίας, παρατηρούμε μια σειρά γεγονότων που ενισχύουν τους προβληματισμούς των αναλυτών. Αρχικά, ξεκινώντας από τις άμεσες ξένες επενδύσεις, παρατηρείται μείωση της κίνησης ξένων κεφαλαίων, η οποία ξεκίνησε ήδη από το 2017, αλλά το 2018 έπεσε κατά 13% (από 1.5 τρις σε 1.3 τρις δολάρια), επηρεάζοντας κυρίως τις ανεπτυγμένες οικονομίες. Η κατάσταση αυτή οφείλεται, ως επί το πλείστον, στην αμετακίνητη θέση Trump σε ό,τι αφορά τον εμπορικό και επενδυτικό πόλεμο που διεξάγει κυρίως απέναντι στην Κίνα, αλλά και σε άλλες περιοχές του κόσμου. Επιπλέον, η εγκαθίδρυση νέων κανονισμών-μηχανισμών ελέγχου που συστήνονται σε διάφορα κράτη, αλλά και περιφέρειες (ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση κ.λ.π.), θα περιορίσουν ακόμη περισσότερο την είσοδο ξένων επενδύσεων στο άμεσο μέλλον. Παράλληλα, ο «εχθρός» των ΗΠΑ και έτερος οικονομικός «γίγαντας», η Κίνα, αναπτύσσεται με τον πλέον αργό ρυθμό στα χρονικά της τελευταίας τριακονταετίας. Έχοντας πληγεί σημαντικότατα από τους φόρους που επέβαλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στα εξαγόμενα προϊόντα της, χάνει πολλά κέρδη και κατ’ επέκταση νέα κεφάλαια, προς παραγωγή και επενδύσεις.

Όσον αφορά την κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο, η εικόνα δεν είναι πιο ενθαρρυντική. Τρεις από τις μεγαλύτερες οικονομίες της αντιμετωπίζουν αρκετά προβλήματα, ενώ και η ίδια η Ένωση βιώνει μια από τις σημαντικότερες κρίσεις στην ιστορία της. Πρώτα απ’ όλα, η βρετανική έξοδος από το ευρωπαϊκό εγχείρημα αποτελεί παράγοντα διεθνούς αστάθειας, ιδίως μάλιστα από τη στιγμή που δεν έχει υπογραφεί ακόμη καμία συμφωνία, μεταξύ Ένωσης και Ηνωμένου Βασιλείου, που να διασφαλίζει με έναν πιο ομαλό τρόπο αυτή τη μετάβαση. Κι ενώ η Ένωση κινείται σε αχαρτογράφητα νερά και η ανασφάλεια της επόμενης μέρας έχει παραλύσει τη βρετανική οικονομία, η πρώτη που επηρεάζεται από όλο αυτό είναι η γερμανική αποδοτικότητα. Η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο παρουσίασε συρρίκνωση, με το ΑΕΠ της να μειώνεται κατά 0.1% το δεύτερο τρίμηνο του 2019. Το γενικότερο κλίμα εντός της χώρας δε φαίνεται πολύ αισιόδοξο, με αρκετές επιχειρήσεις να σχεδιάζουν, στο προσεχές διάστημα, μείωση της παραγωγής τους, μιας και οι εξαγωγές επλήγησαν σε σημαντικό βαθμό, επηρεασμένες από τις παρούσες διεθνείς συνθήκες. Παράλληλα, οι πολιτικοοικονομικές αναταραχές που λαμβάνουν χώρα στα ιταλικά εδάφη επιτείνουν ακόμη περισσότερο την ήδη στάσιμη οικονομία της χώρας, όπου το εσωτερικό χρέος παραμένει μη διαχειρίσιμο, η παραγωγικότητα ασθενεί και η ανεργία παραμένει ανυποχώρητη, στα ύψη.

Όμως και οι αναδυόμενες οικονομίες έχουν αρχίσει να εμφανίζουν πτωτικές τάσεις, με πρώτο το Μεξικό που αντιμετωπίζει σημαντικές οικονομικές προκλήσεις στον τριτογενή τομέα του. Η Βραζιλία, η μεγαλύτερη λατινοαμερικάνικη οικονομία δε, πάσχει από οικονομικές δυσχέρειες που εστιάζονται κυρίως στη χαμηλή παραγωγικότητα και τη διαρκώς αυξανόμενη ανεργία. Αρκετοί εκτιμητές υποστηρίζουν ότι, στο προσεχές διάστημα, ίσως καταφύγει σε μηχανισμό στήριξης για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της.

Εστιάζοντας τώρα περισσότερο στην αμερικανική οικονομία, που υπήρξε η αφετηρία των περισσότερων υφέσεων που έπληξαν συνολικά την παγκόσμια οικονομία, διαπιστώνουμε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Ο ρυθμός ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας, παρότι θετικός, μειώθηκε περί το 1% από το πρώτο τρίμηνο του 2019 στο δεύτερο και πιο συγκεκριμένα, από το 3.1% στο 2.1%. Ακόμη, η αντιστροφή της καμπύλης αποδόσεων των ομολόγων, ένα φαινόμενο που εμφανιζόταν πριν από κάθε ύφεση, δημιουργεί αρκετές ανησυχίες. Με άλλα λόγια, αυτό που παροδικά συνέβη είναι η αύξηση του επιτοκίου των βραχυπρόθεσμων ομολόγων έναντι των ομολόγων δεκαετούς διάρκειας. Βέβαια, υπήρξαν και περίοδοι όπου το συγκεκριμένο φαινόμενο είχε εμφανιστεί ξανά, χωρίς ωστόσο να ακολουθήσει κάποια κρίση. Όμως, η αμερικανική οικονομία μοιάζει να αναπτύσσεται απρόσκοπτα παρά τις παραπάνω ανησυχίες, κυρίως λόγω της αύξησης της εσωτερικής κατανάλωσης, η οποία βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο ύστερα από την τελευταία Ύφεση. Παρά ταύτα, οι δείκτες δεν είναι θετικοί και για τις επενδύσεις των επιχειρήσεων που μειώθηκαν κατά 0.6%.

Φυσικά, τα παραπάνω αποτελούν απλές ενδείξεις που θα μπορούσαν μεμονωμένα να μην προκαλούν τον οποιοδήποτε προβληματισμό. Όμως, η ύπαρξη του τεράστιου φοιτητικού χρέους στις ΗΠΑ και ο συνδυασμός του με τον ρυθμό δανεισμού των επιχειρήσεων και τις τάσεις των επενδυτών να δανείζουν σε επισφαλείς επιχειρήσεις, προβληματίζουν. Παράλληλα, το πολύ υψηλό ιδιωτικό χρέος των αναδυόμενων οικονομιών, που σε κάποιες περιπτώσεις ξεπερνά το μέγεθος της πραγματικής τους οικονομίας, είναι σε δολάριο. Αυτό το γεγονός, το καθιστά εξαιρετικά ευπαθές ανά πάσα στιγμή, στις όποιες μεταβολές του νομίσματος. Φυσικά, πέρα απ’ όλα αυτά, πολλοί τραπεζίτες αναφέρονται στον κορυφαίο συστημικό κίνδυνο των καιρών μας, που μπορεί να πλήξει την παγκόσμια οικονομία και ακούει στο όνομα hacking. Οι κυβερνοεπιθέσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο χάος ανά πάσα στιγμή, χωρίς απαραίτητα να έχει εκραγεί κάποια οικονομική φούσκα ή να έχει χρεοκοπήσει κάποιο κράτος. Έτσι, σε πρόσφατη έρευνα της Bank of America, το 1/3 των διαχειριστών κεφαλαίων θεωρεί ότι μάλλον θα αντιμετωπίσουμε κάποια ύφεση μέσα στο επόμενο έτος. Την ίδια στιγμή, το ΔΝΤ δίνει την πιο δυσοίωνη πρόβλεψη ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας για το 2019 (3.2%), από την εποχή της προηγούμενης ύφεσης.

Συνεπώς, η σκιά ενδεχόμενης ανάδυσης μιας νέας ύφεσης πλανάται πάνω από την παγκόσμια οικονομία τους τελευταίους μήνες. Οι παραπάνω ενδείξεις, ωστόσο, δε σημαίνει ότι απαραίτητα θα οδηγήσουν σε μια διεθνή ύφεση. Αποτελούν φαινόμενα που μεμονωμένα μπορούν να αντιμετωπιστούν, στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου οικονομικού συστήματος. Αυτό, όμως, θα συμβεί μόνο εφόσον τοποθετηθεί ως κεντρική προτεραιότητα και στόχος το συνολικό έναντι του προσωπικού συμφέροντος, είτε αυτό αντικατοπτρίζεται σε μεμονωμένες επιχειρήσεις, είτε σε πρακτικές κρατών.


Πολυτίμη-Μαρία Βιντσιλαίου

Η Πολυτίμη-Μαρία Βιντσιλαίου είναι απόφοιτη του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με κατεύθυνση τις Διεθνείς Σχέσεις και μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο πρόγραμμα «Οικονομικά και Δίκαιο στις ενεργειακές αγορές» του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει συμμετάσχει σε αρκετές προσομοιώσεις και διεθνή συνέδρια, με διακρίσεις, ενώ έχει υπάρξει μέλος ερευνητικών ομάδων που δραστηριοποιούνται στη μελέτη της διεθνούς πολιτικής και οικονομίας.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ