Του Κωνσταντίνου Λίκα,
Η Ειδική Διοικητική Περιοχή του Χονγκ Κονγκ (Hong Kong SAR), ένα αυτόνομο κρατίδιο της Κίνας, εμφανίστηκε πρόσφατα στα πρωτοσέλιδα κυρίως, λόγω των διαδηλώσεων της νεολαίας κατά του πολιτικού συστήματος και της πολιτικής κρίσης που έχει ξεσπάσει τελευταία. Στις 11 Σεπτεμβρίου 2019, ωστόσο, προστίθεται και ένα άλλο ιδιότροπο, αλλά συνάμα και σημαντικό συμβάν: το Χρηματιστήριο Αξιών του Χονγκ Κονγκ (Hong Kong Exchange – HKEX) προσφέρθηκε να εξαγοράσει το Χρηματιστήριο Αξιών του Λονδίνου (London Stock Exchange – LSE) και μάλιστα για το τίμημα των 36,6 δις. δολαρίων ΗΠΑ (ήτοι €33,25 δις).
Η παρούσα προσφορά είναι ιδιότροπη για μια σωρεία αιτιών. Αφενός μεν, η προσφορά είναι ξαφνική. Δεν υπήρχαν συζητήσεις επί του θέματος, δεν υπήρξαν ούτε καν ενδείξεις (τουλάχιστον δημόσια) για μια τέτοια εξαγορά. Επίσης, το Χρηματιστήριο του Λονδίνου είναι δραστήριο σε εξαγορές και συγχωνεύσεις. Μεταξύ άλλων συμφωνιών: τον Αύγουστο του 2019 ανακοινώθηκε η συμφωνία εξαγοράς της Refinitiv, το 2007 εξαγόρασε σύσσωμο το Χρηματιστήριο Ιταλίας (Borsa Italiana S.p.A.). Το δε Μάρτιο του 2016 βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις συγχώνευσης με το Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης (Deutsche Börse AG), οι οποίες απέτυχαν, όταν η Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ, υπό το πρόσχημα απειλής σχηματισμού ενός de facto μονοπωλίου, ακύρωσε την συμφωνία. Το HKEX δεν ήταν ποτέ στην ιστορία του τόσο δραστήριο σε εξαγορές και συγχωνεύσεις (M&A) εκτός έδρας.
Όπως ήταν αναμενόμενο, η ίδια η διοίκηση του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου δεν περίμενε την κίνηση αυτή. Η ίδια η διοίκηση του LSE ανακοίνωσε ότι η προσφορά ήταν «αυτόκλητη, προκαταρκτική και άκρως υποθετική» (unsolicited, preliminary and highly conditional). Οι χρηματοοικονομικές αρχές της Βρετανικής Κυβέρνησης αιφνιδιάστηκαν, πράγμα που εξηγεί το γεγονός ότι δεν είχαν βγάλει ακόμα σχετική ανακοίνωση μέχρι πρόσφατα. Όπως θα αναλυθεί παρακάτω, υφίστανται και πολιτικές ανησυχίες που συνιστούν τροχοπέδη στην εν λόγω συμφωνία.
Αφετέρου δε, υπάρχει ένας όρος που συνιστά το μεγαλύτερο αγκάθι στις διαπραγματεύσεις. Τον περασμένο μήνα, το χρηματιστήριο του Λονδίνου ήδη συμφώνησε, κατόπιν διαδικασίας διαπραγματεύσεων εξαγοράς, να εξαγοράσει την Refinitiv. Η τελευταία είναι πάροχος χρηματοοικονομικών δεδομένων και υποδομών και διαθέτει 130 εργαλεία πληροφοριακού ελέγχου για fintech, data analytics, trading και risk assessment, όπως επίσης και συστήματα ελέγχου και ανάλυσης πληροφοριών για τον έλεγχο χρηματοοικονομικών εγκλημάτων. Ήδη αυτή η εξαγορά είναι πολύ σημαντική για το Χρηματιστήριο του Λονδίνου, τόσο σχετικά με τη δυνατότητα βελτίωσης υποδομών του ιδίου, όπως επίσης και αναφορικά με την αξία της εξαγοράς, ήτοι 27 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ (περίπου €23 δις.). Ο σκοπός αυτής της συμφωνίας είναι να μπορεί να ανταγωνιστεί την «αυτοκρατορία» δεδομένων του Michael Bloomberg στο Λονδίνο. Το Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ απαιτεί την απόσυρση αυτής της συμφωνίας, ιδίως τώρα που οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε τελικό στάδιο.
Εκεί, λοιπόν, δημιουργούνται διάφορα ερωτήματα. Πρώτον, έχει σχέση η εξαγορά αυτή με την πολιτική κρίση στην περιοχή; Δεύτερον, έχει σχέση με το Brexit; Τρίτον, γιατί με αυτούς τους όρους; Και τέταρτον, τι συνέπειες θα επιφέρει η παρούσα συμφωνία για το Χονγκ Κονγκ και τη Βρετανία;
Γιατί τώρα και γιατί με το Λονδίνο;
Το Χονγκ Κονγκ είναι από ένα τα μεγαλύτερα χρηματοοικονομικά κέντρα του κόσμου. Το ΗΚΕΧ είναι το τρίτο μεγαλύτερο χρηματιστήριο της Ασίας βάσει του market capitalization, μετά από τα χρηματιστήρια του Τόκιο και της Σαγκάης και το τέταρτο μεγαλύτερο του κόσμου. Βασικά πλεονεκτήματά του είναι ότι συνιστά σημαντικό συνδετικό κρίκο μεταξύ της κινεζικής αγοράς και όλων των υπολοίπων, συναρτήσει ενός διαφανούς νομικού συστήματος (ουσιαστικά βασισμένου στο βρετανικό δίκαιο) και ενός ισχυρού βαθμού οικονομικής ελευθερίας. Οι πολιτικές δομές και αναταραχές, ωστόσο, συνιστούν απειλή για το μέλλον της περιοχής. Οι διαδηλώσεις δημιουργούν αβεβαιότητα για το μέλλον του, τόσο πολιτικά και θεσμικά, όσο και οικονομικά.
Το δε Λονδίνο παραμένει –και ενδέχεται να παραμείνει– το μεγαλύτερο χρηματοοικονομικό κέντρο της Ευρώπης, ακόμα και σε σύγκριση με ισχυρά κέντρα, όπως το Παρίσι, η Φρανκφούρτη, το Άμστερνταμ, η Ζυρίχη και το Μιλάνο. Ωστόσο, υφίστανται το ζήτημα του Brexit και οι κίνδυνοι, που θα φέρει η συμφωνία μαζί της. Λόγω αυτού, η ΕΕ αναμένεται να μεταφέρει την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (European Banking Authority–EBA) στο Παρίσι και αρκετοί χρηματοοικονομικοί κολοσσοί θα μεταφέρουν τις λειτουργίες τους σε άλλες πόλεις. Ακόμα κι έτσι, το Λονδίνο θα παραμείνει το μεγαλύτερο χρηματοοικονομικό κέντρο της Ευρώπης σε βραχυπρόθεσμο (τουλάχιστον) χρονικό ορίζοντα. Ο συνδυασμός των γεγονότων μεταξύ των δύο αυτών χρηματιστηρίων οδήγησε την ΗΚΕΧ στην προσφορά εξαγοράς του LSE.
Ευκαιρίες και κίνδυνοι
Μια εξαγορά του LSE από το ΗΚΕΧ θα οδηγούσε στη δημιουργία του μεγαλύτερου χρηματιστηρίου του πλανήτη. Πέραν του γεγονότος ότι θα ήταν η μεγαλύτερη εξαγορά μιας επιχείρησης στη Βρετανία, θα συνιστούσε μια de facto ένωση των βασικότερων χρηματαγορών της Ευρώπης και της Ασίας. Θα ήταν το μεγαλύτερο χρηματιστήριο βάσει market capitalization στον κόσμο και θα ενίσχυε την αξία των δύο αγορών διεθνώς. Για το μεν Λονδίνο, αυτό σημαίνει ότι αντισταθμίζονται πιθανές απώλειες λόγω του Brexit, για το δε Χονγκ Κονγκ εξασφαλίζεται η αναγνώριση αυτού ως χρηματοοικονομικού κέντρου υψηλής αξίας διεθνώς, παρά τα πολιτικά προβλήματα που το ταλανίζουν. Συγχρόνως, επειδή το Χονγκ Κονγκ λειτουργεί ως «γέφυρα» μεταξύ της κινέζικης αγοράς και των διεθνών αγορών, θα υπήρχε έμμεση πρόσβαση στην κινέζικη αγορά από το Λονδίνο και, αντίστροφα, στη μεγαλύτερη χρηματαγορά της Ευρώπης από την Κίνα.
Από την άλλη, βέβαια, υφίστανται και κίνδυνοι. Εν προκειμένω, ο κίνδυνος είναι διττός. Από τη μια πλευρά, το ΗΚΕΧ είναι μεγαλύτερο από το LSE. Αυτό σημαίνει ότι στις διαπραγματεύσεις το ΗΚΕΧ θα έχει το πάνω χέρι, έστω κι εάν το συμφέρει να κάνει υποχωρήσεις, όπως και έκανε (οι -στο ΗΚΕΧ- εισηγμένες εταιρείες θα αναγράφονται σε δευτερεύουσες λίστες στο LSE). Συγχρόνως δε, το ΗΚΕΧ δεν είναι ανεξάρτητο. Τα 7 από τα 13 μέλη του Δ.Σ. αυτού ορίζονται από την κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ και δη από τον/την εκάστοτε Διευθύνοντα/Διευθύνουσα Σύμβουλο. Με τη σειρά της, η κυβέρνησή του ορίζεται από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας. Επομένως, είναι αναμενόμενο ότι θα υπάρξει μια αντίδραση από τη Βρετανική Κυβέρνηση, η οποία δε θέλει να δει έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της οικονομίας της να παραχωρείται στην κινεζική κυβέρνηση διά της πλαγίας οδού. Το εάν και κατά πόσο θα αντισταθεί στη συμφωνία, ωστόσο, θα εξαρτηθεί από το εάν η κινεζική κυβέρνηση θα θέσει το ζήτημα στο τραπέζι, ιδίως δε εάν η Βρετανική κυβέρνηση μπει σε εμπορικές διαπραγματεύσεις με την Κίνα μετά το Brexit.
Συμπεράσματα
Τυχούσα εξαγορά του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου από το αντίστοιχο του Χονγκ Κονγκ (HKEX) θα αποτελούσε τη σημαντικότερη εξαγορά και συγχώνευση στην Ευρώπη και από τις σημαντικότερες παγκοσμίως. Με αυτόν τον τρόπο ενώνονται οι χρηματιστηριακές αγορές, πράγμα που ενισχύει τόσο το Λονδίνο όσο και το Χονγκ Κονγκ ως χρηματιστηριακά κέντρα και προστατεύει το τελευταίο από τις οποιεσδήποτε συνέπειες της παρούσας πολιτικής κρίσης, που υπάρχει σε αυτό. Δεδομένης της δεινής θέσης της Βρετανίας αναφορικά με το Brexit, η εξαγορά αναμένεται να λειτουργήσει και ως δικλείδα ασφαλείας και για το βρετανικό χρηματοοικονομικό τομέα, λόγω της εγγυημένης πρόσβασης σε ένα από τα σημαντικότερα χρηματοοικονομικά κέντρα της Ασίας.
Υφίστανται, ωστόσο, κίνδυνοι. Καταρχάς, θα πρέπει το χρηματιστήριο του Λονδίνου, εφόσον δεν υποχωρήσει το HKEX, να ακυρώσει τη συμφωνία με την Refinitiv, η οποία ήδη βρίσκεται σε τελικό στάδιο. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να απολέσει την ευκαιρία που έχει να ενισχύσει τις υποδομές του και ως εκ τούτου την ανταγωνιστικότητα του Λονδίνου, ως χρηματιστηριακού κέντρου. Συγχρόνως όμως, η ίδια η διοίκηση του LSE δηλώνει «αφοσίωση» στη συμφωνία με την Refinitiv. Παράλληλα, η δομή του ΗΚΕΧ δημιουργεί επιπρόσθετες απειλές για το LSE, όπως και κατ’ επέκταση για τη Βρετανική οικονομία και τις Ευρωπαϊκές χρηματαγορές, όσο και να ισχυρίζονται στελέχη του ΗΚΕΧ ότι δεν πρόκειται για επιθετική συμφωνία.
Ορισμένοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι δε θα επέλθει συμφωνία, ακριβώς για αυτούς τους προαναφερθέντες λόγους. Μένει, ωστόσο, να δούμε κατά πόσο είναι διατεθειμένη η διοίκηση του ΗΚΕΧ να υποχωρήσει σε ορισμένα σημεία-«αγκάθια» για την συμφωνία. Άλλωστε, το LSE δεν έχει απορρίψει πλήρως την πρόταση συγχώνευσης. Μένει να διαπιστωθεί εάν οι εκάστοτε διοικήσεις θα είναι διατεθειμένες να προβούν σε διαπραγματεύσεις και κατά πόσο θα εμπλακούν οι βρετανικές και κινεζικές κυβερνήσεις σε αυτές. Άλλωστε, τα οφέλη, όπως και οι απειλές, είναι πολλά.
Γεννήθηκε το 1995 στον Πειραιά. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Εφαρμοσμένα Οικονομικά και Χρηματοοικονομικά του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Master of Finance της Frankfurt School of Finance and Management. Ενδιαφέρεται κυρίως για διεθνή χρηματοοικονομικά, τραπεζικά, φορολογικά και εμπορικά ζητήματα, όπως και για γερμανικά, αλβανικά, ιαπωνικά και διεθνή πολιτικά ζητήματα. Ενδιαφέρεται επίσης για ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Είναι υπότροφος της διεθνούς ακαδημαϊκής υποτροφίας (IPS) του Γερμανικού Κοινοβουλίου και της DAAD. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, τουρκικά, αλβανικά και ελληνικά.