Της Δέσποινας Κάντα,
Παρατηρώντας τους κύκλους των συζητήσεων που αφορούν την εργασία των νέων -κυρίως- ανθρώπων, θα διαπιστώσει κάποιος εύκολα πως αυτές κινούνται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα γύρω από την αναζήτηση εργασίας των νέων στο εξωτερικό, το λεγόμενο brain drain. Ελάχιστες φορές έχει τεθεί επί τάπητος το ζήτημα της κατασπατάλησης των εργαζομένων με δεξιότητες, στην αχανή αγορά εργασίας. Το φαινόμενο του brain waste αφορά την απασχόληση των νέων σε θέσεις εργασίας, με απαιτήσεις κατώτερες των δεξιοτήτων που έχουν αναπτύξει.
Σε πρόσφατη παρουσίαση των αποτελεσμάτων σχετικής έρευνας, η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ) εντοπίζει πως ένας στους τρεις κατόχους τίτλου πτυχίου απασχολείται σε θέση εργασίας, της οποίας οι απαιτήσεις δεν αντανακλούν τα προσόντα του. Με λίγα λόγια, το 33.9% των ανθρώπων που είναι κάτοχοι πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κρίνονται «overqualified». Εντοπίζεται δε, πως οι περισσότερες προσφερόμενες θέσεις εργασίας αφορούν τα άτομα με λιγότερα προσόντα και για απασχόληση σε θέσεις μικρής προστιθέμενης αξίας, με αποτέλεσμα να ενισχύεται τόσο το φαινόμενο του brain waste, όσο και αυτό του brain drain. Οι συζητήσεις γύρω από το brain drain που αφορούν τους λόγους για τους οποίους ωθείται ένας νέος σήμερα στην αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό, επικεντρώνονται σε βιοποριστικούς λόγους και οικονομικούς παράγοντες. Κανείς δε συζητάει την υποτίμηση των δυνατοτήτων, την απαξίωση των πανεπιστημιακών τίτλων, το κακό εργασιακό κλίμα, την αδυναμία ικανοποίησης υλικών και κοινωνικών αναγκών, παρά το γεγονός της εξειδίκευσης που έχει επέλθει μέσω συνεχούς τριβής και εκπαίδευσης. Αν αναρωτηθούμε ποιο είναι το ζητούμενο στο τέλος της ημέρας, θα δούμε ότι ο οικονομικός παράγοντας είναι εξίσου σημαντικός με το να νιώθει κανείς εκτιμητέος. Η φράση «employees leave bad managers, not companies» περικλείει ακριβώς το κομμάτι της εργασίας που όλοι υποτιμούν μιλώντας για το brain drain: την απαξίωση των προσόντων όσων «έκαναν το κάτι παραπάνω».
Η Ελλάδα έρχεται πρώτη στη λίστα των άνεργων πτυχιούχων. Είναι φυσικό -όσο και αν δεν θέλει κανείς- να αναζητήσει εργασία στο εξωτερικό, αφού επί της ουσίας η ελληνική αγορά δεν προσφέρει ούτε θέσεις εργασίας αντάξιες των προσόντων του, ούτε τόσο ικανοποιητικές οικονομικές απολαβές. Ίσως οι οικονομικές απολαβές να έρχονταν δεύτερες στη σκέψη ενός εργαζόμενου με ανεπτυγμένα επαγγελματικά προσόντα, αν έβλεπε ότι η αγορά «εκτιμά» τον ίδιο, αλλά κυρίως τον κόπο που έχει κάνει ώστε να αποκτήσει τα προσόντα αυτά. Παρατηρείται επίσης πως οι επιχειρήσεις ζητούν εργαζόμενους, έχοντας όλο και περισσότερες απαιτήσεις (μεταπτυχιακά, διδακτορικά, μικρό όριο ηλικίας κ.λ.π.), ενώ, σύμφωνα με την ίδια έρευνα πάντα, οι απολαβές παρουσιάζουν πτωτική πορεία στο ετήσιο εισόδημα των εργαζομένων και πολλές φορές, το επιστημονικό προσωπικό αμείβεται με μισθούς χαμηλότερους και από αυτόν του ανειδίκευτου προσωπικού. Για το έτος 2018, η Ελλάδα είναι επίσης στην πρώτη θέση ανεργίας σε ηλικίες 25-39 ετών (19.9%) και σε μακροχρόνια ανέργους που έχουν αποφοιτήσει από την τριτοβάθμια εκπαίδευση (19.6%). Η έρευνα μιλάει για ανθρώπους που επένδυσαν στην εκπαίδευση και στην καλλιέργεια των γνώσεών τους και θέλησαν να εργαστούν στην Ελλάδα. Είναι αντιφατικό να ζητάμε από τη μια να επιστρέψουν όσοι έφυγαν και από την άλλη να μην έχουμε δημιουργήσει τις συνθήκες για να μη φύγουν και όσοι έμειναν. Η εκτίμηση, με την έννοια της ηθικής ανταμοιβής που αντιστοιχεί στους κόπους και στα προσόντα του εργαζόμενου, είναι ίσως κάτι που θα έπρεπε να αρχίσει να βρίσκεται πιο συχνά στο επίκεντρο των συζητήσεων, όχι τόσο για λόγους συναισθηματισμού και ευαισθησίας, αλλά κυρίως γιατί είναι ένας βασικός λόγος που καλοί εργαζόμενοι φεύγουν, είτε από τις εταιρείες τους, είτε από τη χώρα τους, προς αναζήτηση εργασίας. Αν αναρωτιόμαστε ακόμα πώς (;) στερεύει η δεξαμενή άντλησης ικανών στελεχών, ίσως θα έπρεπε να αναθεωρήσουμε μερικά πράγματα που δε σχετίζονται απαραίτητα με τον οικονομικό παράγοντα, ο οποίος παραμένει φυσικά εξίσου και εξαιρετικά σημαντικός. Πολλοί θα πουν πως η αμοιβή είναι ένας τρόπος να καταλάβει ο εργαζόμενος αν η επιχείρηση «εκτιμά» τις υπηρεσίες του. Σε ένα κλίμα συνεχόμενων και αβέβαιων οικονομικών μεταβολών, οι αμοιβές μπορεί να αυξομειώνονται. Η αίσθηση της εκτίμησης και η καλή εταιρική κουλτούρα περνούν κρίση κι αυτό δεν οφείλεται στην οικονομική πολιτική. Θα άξιζε να γίνει μια έρευνα -από περιέργεια- με τα εξής ερωτήματα:
Με δεδομένο το ότι εργάζεστε σε μια εταιρεία με μέτριες απολαβές,
1. Ποιον θα θεωρούσατε ως τον πιο πιθανό λόγο για να εγκαταλείψετε την εργασία σας;
Α. τις οικονομικές απολαβές
Β. την έλλειψη εκτίμησης
Γ. το κακό εργασιακό κλίμα
2. Σε κλίμακα 1-7 (όπου 1=καθόλου πιθανό και 7=πολύ πιθανό), πόσο πιθανό θα θεωρούσατε να εγκαταλείψετε την εργασία σας λόγω του κακού εργασιακού κλίματος και της έλλειψης εκτίμησης;
1 2 3 4 5 6 7
Μια από τις πιο σημαντικές ερωτήσεις στις συνεντεύξεις είναι το «πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε 5 ή 10 χρόνια (;)». Ας αναρωτηθούμε, λοιπόν, όχι από την πλευρά των εργαζομένων, αλλά και από την πλευρά των επιχειρήσεων, πώς (;) φανταζόμαστε το μέλλον οι μεν χωρίς τους δε και αντίστροφα. Η απάντηση έρχεται μέσα από το ρητό «If you want to go fast go alone. If you want to go far go together».