Του Γιάννη Μυταυτσή,
Μετά την πρόταση μομφής του Ματέο Σαλβίνι στην κυβέρνηση, στην οποία συμμετείχε ο ίδιος, οδήγησε τον πρωθυπουργό της Ιταλίας, Τζουζέπε Κόντε σε παραίτηση ανοίγοντας έτσι το δρόμο για σχηματισμό νέας κυβέρνησης στη γείτονα χώρα. Μάλιστα, οι διαβουλεύσεις παρότι δεν καρποφόρησαν από νωρίς, μετά τη σύγκληση των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Ιταλικής Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα μπήκαν σε μία σειρά, αφού επετεύχθη συμφωνία ανάμεσα στο Κίνημα των Πέντε Αστέρων (M5S) -τον κύριο κυβερνητικό εταίρο της πρώτης κυβέρνησης Κόντε και νικητή των εκλογών του 2018- και το Δημοκρατικό Κόμμα (PD) με πρωθυπουργό τον Τζουζέπε Κόντε.
Το ζήτημα όμως είναι αν τα δύο κόμματα τα οποία συμμετέχουν στη νέα κυβέρνηση της Ιταλίας έχουν άραγε κάποια κοινή συνισταμένη ή κάποια παρόμοια πορεία για να δουλέψουν άρτια συντονισμένα σε μία φρέσκια αφετηρία για την Ιταλία. Ας πάρουμε όμως το νήμα από την αρχή. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων είναι ένα κόμμα που δημιουργήθηκε το 2009 από τον Μπέπε Γκρίλο και τον Τζιανρομπέρτο Κασταλέτζιο (1955-2016). Το Κίνημα τάχθηκε εξαρχής κατά του ευρώ, υπέρ του ευρωσκεπτικισμού, της οικολογίας, της άμεσης δημοκρατίας και της ελευθερίας του διαδικτύου, ενώ ιδίως μετά την πρωθυπουργοποίηση του τεχνοκράτη Μάριο Μόντι και τη μετέπειτα πρωθυπουργία των Λέτα και Ρέντσι, από την πλευρά του Δημοκρατικού Κόμματος, έστρεψε στην κεντροαριστερά τα περισσότερα πυρά, θέτοντάς το στους «βασικότερους εχθρούς» του, όπως τόνιζε έως προσφάτως ο Γκρίλο. Από την άλλη πλευρά, το Δημοκρατικό Κόμμα είναι το κατ’ εξοχήν ενιαίο κόμμα της Κεντροαριστεράς που ιδρύθηκε το 2007 και αποτελεί συνέχεια του συνασπισμού της Ελιάς και ενός συνόλου κομμάτων της σοσιαλδημοκρατίας. Το PD θέτει ως βασική αρχή τον άνθρωπο και τη βελτίωση της ανθρώπινης ζωής, την πράσινη κοινωνία, τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και τη δωρεάν εκπαίδευση. Συνεπώς, το μόνο κοινό που μπορούμε να διακρίνουμε μεταξύ των δυο κομμάτων είναι η κοντινή χρονική στιγμή δημιουργίας τους, παρόλο που και αυτή διαφέρει κατά δύο έτη, ενώ, όπως είναι σαφές, η ύπαρξη της σοσιαλδημοκρατικής παράταξης στην Ιταλία χρονολογείται από πολλές δεκαετίες νωρίτερα.
Αν και τα δύο κόμματα, που σχημάτισαν τη νέα κυβέρνηση Κόντε παρουσιάζουν ιδεολογικές διαφορές, που σε ορισμένα σημεία συνεχίζονται να υφίστανται, στη χάραξη της κυβερνητικής πολιτικής, οι ισορροπίες αρχίζουν να βρίσκουν κοινό τόπο. Ειδικότερα, η νέα κυβέρνηση θα επιδιώξει να βελτιώσει τις τεταμένες σχέσεις της με τις Βρυξέλλες -κάτι που φάνηκε και μέσω του διορισμού στη θέση του επιτρόπου, του Πάολο Τζεντιλόνι, πρώην πρωθυπουργού, προερχόμενου από το Δημοκρατικό Κόμμα- εν όψει και των αποφάσεων για τα δημοσιονομικά της Ιταλίας. Παράλληλα ως ιδεολογικούς άξονες θα υιοθετήσει μία πιο ευέλικτη στάση για το μεταναστευτικό και ως ουσιαστικό αντιστάθμισμα, άλλον έναν επεκτακτικό προϋπολογισμό και για το 2020, που θα υλοποιήσει ο ευρωβουλευτής του Δημοκρατικού Κόμματος, καθηγητής Ρομπέρτο Γκουαλτιέρι ως Υπουργός Οικονομικών. Έμφαση, επιπλέον, θα δοθεί στην ενίσχυση της πράσινης ατζέντας και στην περαιτέρω εκπαιδευτική στήριξη. Αν και ο ηγέτης του «αντισυστημικού κινήματος», Λούιτζι Ντι Μάιο απώλεσε τη θέση του Αντιπροέδρου και Υπουργού Εργασίας και Βιομηχανίας, που κατείχε στην πρώτη κυβέρνηση Κόντε, δεν έθεσε εν τέλει ως τελεσίγραφο του νέου κυβερνητικού συνασπισμού τα διατάγματα ασφαλείας, τα οποία είχαν υπογραφεί από τον πρώην κυβερνητικό του εταίρο Ματέο Σαλβίνι και θεωρούνταν «απαράδεκτα» από τους Δημοκρατικούς, αλλά ορκίστηκε Υπουργός Εξωτερικών. Οι δυο εταίροι κατόρθωσαν να δηλώσουν ότι θα παραμερίσουν τις βασικές ιδεολογικές τους διαφορές και θα εργαστούν, για να καταστήσουν την Ιταλία πρωταγωνιστή σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καταφέρνοντας δε και κάτι ακόμη σημαντικό και με βαθύτερο -μελλοντικό- πολιτικό νόημα: τη συνύπαρξη εντός του 21μελούς νέου κυβερνητικού σχήματος, ενός στελέχους του αριστερού κόμματος «Ελεύθεροι και Ίσοι» (LEU) και μίας γραφειοκράτισσας στη θέση του Υπουργού Εσωτερικών.
Το φλέγον ζήτημα είναι, βέβαια, εάν η νέα κυβέρνηση θα αφήσει στην άκρη τις όποιες ιδεολογικο-πολιτικές διαφορές έχουν μείνει ανάμεσα στα δύο κόμματα, προτάξει το συμφέρον του ιταλικού λαού -πράγμα το οποίο φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο- και προωθήσει τη σταθεροποίησή της, κάτι φαινομενικά άτοπο μια και μόνο τις τελευταίες τρεις δεκαετίες έχουν αλλάξει δεκατρείς (13) πρωθυπουργοί (!) – αριθμός ρεκόρ. Μένει να το δείξει η συνέχεια των εξελίξεων…
Γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο Χαλκιδικής. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Βυζαντινής Φιλολογίας - Παλαιογραφίας, στο ίδιο τμήμα. Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαϊου ήταν υποψήφιος κοινοτικός σύμβουλος στην κοινότητα Αγίου Νικολάου.