Της Κυριακής Θεοδοσάκη,
Εν όψει της 31ης Οκτωβρίου, το ζήτημα της αποχώρησης της Μεγάλης Βρετανίας επανέρχεται στο προσκήνιο και αποδεικνύει πόσο ανταγωνιστικά μπορεί να λειτουργήσει μια διαπραγμάτευση στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής.
Με εργαλείο τη θεωρία των παιγνίων, γίνεται αντιληπτό πως ο Boris Johnson και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν εμπλακεί σε ένα «παίγνιο κότας», του οποίου η ισορροπία φαίνεται προς το παρόν να είναι η χειρότερη και για τις δυο πλευρές. Τόσο η μια πλευρά όσο και η άλλη ακολουθούν αμετάκλητη πολιτική, όσον αφορά τη συμφωνία αποχώρησης και καμία δε φαίνεται πρόθυμη να υποχωρήσει. Έτσι, σε αυτό το απόλυτο παίγνιο ανταγωνισμού, όπου η χειρότερη για όλους έκβαση είναι να εμμείνουν όλοι στην αρχική τους θέση, ενώ η αμέσως επόμενη να αναγκαστεί ο κάθε μεμονωμένος παίχτης να υποχωρήσει, να αποτελέσει δηλαδή την «κότα», στηρίζεται η έκβαση των διαπραγματεύσεων για την εξασφάλιση ενός βιώσιμου και μη άτακτου Βrexit.
Σε πρώτο επίπεδο, ο νέος πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, Boris Johnson, επιφορτισμένος κυρίως με την αποστολή της ολοκλήρωσης του Βrexit, την οποία δεν κατάφερε να φέρει εις πέρας η προκάτοχός του, Theresa May, έχει υιοθετήσει από την πρώτη στιγμή μια σκληρή και απαράλλαχτη διαπραγματευτική στάση, με βασικό στόχο την αποχώρηση στις 31 Οκτωβρίου, ακόμη και αν δεν υπάρξει συμφωνία. Ο ίδιος εκφράζει αποτελεσματικά και σταθερά τις κόκκινες γραμμές της Βρετανικής πλευράς για την υλοποίηση του Brexit με την πάγια τακτική του Ηνωμένου Βασιλείου να μην υποχωρεί ποτέ και να βγαίνει πάντα κερδισμένο. Στην αρχή της εβδομάδας, ο ίδιος δήλωσε πως η ελευθερία κινήσεως των προσώπων, που αποτελεί και βασικό λόγο αποχώρησης, θα πάψει να ισχύει οριστικά στις 31 Οκτωβρίου. Ειδικότερα, έγινε λόγος για αυστηρότερους κανόνες προς τους Ευρωπαίους πολίτες, όσον αφορά την εγκληματικότητα, καθώς και για την εφαρμογή κριτηρίων αποκλειστικά για επιλεγμένη υψηλής εξειδίκευσης μετανάστευση. Μια δήλωση που είναι αρκετή, για να ενισχύσει την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια των υπολοίπων 27 και να δυναμιτίσει την ατμόσφαιρα των διαπραγματεύσεων.
Σε συνέχεια της προαναφερθείσας δήλωσης, ο Βρετανός πρωθυπουργός απηύθυνε ανοικτή επιστολή προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Donald Tusk, και τα υπόλοιπα 27 κράτη–μέλη, με την οποία υποστηρίζει την κατάργηση του backstop ως αντιδημοκρατικού, ασύμβατου με την εθνική κυριαρχία και ως αιτίας για την παραμονή της χώρας σε ένα αόριστο κοινό τελωνειακό έδαφος με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που θα την εμποδίσει να αναπτύξει τη δική της εμπορική πολιτική. Συγχρόνως, έγινε λόγος για την υιοθέτηση εναλλακτικών λύσεων στο πλαίσιο της επαναδιαπραγμάτευσης της συμφωνίας αποχώρησης, χωρίς ο ίδιος να προτείνει απτά κάποια συγκεκριμένη πρόταση για την αντικατάσταση του μηχανισμού. Είναι χαρακτηριστικό, ότι το backstop αποτελεί πράγματι ένα σημείο τριβής μεταξύ των δυο μερών και βασικό επιχείρημα για την επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας αποχώρησης, αφού το βρετανικό κοινοβούλιο έχει μπλοκάρει ήδη τρεις φορές την επικύρωση της συμφωνίας. Παρόλα αυτά, η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει πιστή στην ενιαία διπλωματική στάση της για τη μη επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας αποχώρησης αφενός, και αφετέρου για τη βιωσιμότητα του backstop ως μοναδικής δυνατής λύσης εξασφάλισης της μη επιστροφής ενός πραγματικού συνόρου στο νησί της Ιρλανδίας. Συγκεκριμένα, ο κύριος Tusk δήλωσε πως η αντίθεση στο backstop χωρίς πραγματικές εναλλακτικές προτάσεις θα επαναφέρει πράγματι ένα σκληρό σύνορο. Πρόκειται για μια θέση που υποστηρίζεται από την πλειοψηφία των υπολοίπων κρατών-μελών και των Ευρωπαίων αξιωματούχων, όπως ο Guy Verhofstadt, εκπρόσωπος τύπου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το Brexit, δημιουργώντας έτσι μια συνεκτική ευρωπαϊκή συναντίληψη απέναντι στις βρετανικές απαιτήσεις.
Με αφορμή, όμως, τις επισκέψεις του Βρετανού πρωθυπουργού σε Βερολίνο και Παρίσι, την Τέταρτη και την Πέμπτη αντίστοιχα, γίνεται αντιληπτό πόσο ιδιαίτερης σημασίας είναι η προσέγγιση που υιοθετεί κάθε μια από αυτές τις χώρες. Αρχικά, ο Πρόεδρος Macron διατήρησε ένα σκληρό και ξεκάθαρο τόνο, που είναι σχετικά απογοητευτικός για τον Βρετανό Πρωθυπουργό, αφού δεν αφήνει περιθώρια ευελιξίας. Ειδικότερα, για τη Γαλλία το ενδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευσης της συμφωνίας δεν υπάρχει, ενώ δεν παρέλειψε να σημειωθεί η ετοιμότητα με όλες τις αναγκαίες ενέργειες σε περίπτωση ενός άτακτου Brexit. Παράλληλα, ο Γάλλος Πρόεδρος εξέφρασε την εμπιστοσύνη του πως μέσα στις επόμενες τριάντα μέρες, μπορεί να βρεθεί μια λύση με πνεύμα θέλησης και συλλογικής σκέψης, σε μια κοινή γραμμή με τη βασική γερμανική θέση που επιδιώκει πράγματι στο μεσοδιάστημα των τριάντα ημερών να υπάρξει μια τελική λύση.
Σε αυτή τη γραμμή και η Γερμανίδα Καγκελάριος, άφησε σκόπιμα αιωρούμενο το ενδεχόμενο μελλοντικών συζητήσεων για την εύρεση μιας λύσης. Η Κυρία Merkel δήλωσε χαρακτηριστικά πως, επειδή είναι το χειρότερο σενάριο δε σημαίνει πως δεν πρέπει να προβούμε σε ενέργειες για να το αποτρέψουμε, ενώ ταυτόχρονα ελπίζει να φτάσουν σε μια λύση μέσα στον επόμενο μήνα. Είναι χαρακτηριστικό πως η γερμανική θέση παρουσιάζεται πιο χαλαρή και λιγότερο αυστηρή, απλώνοντας έτσι μια χείρα βοήθειας προς την βρετανική πλευρά. Φυσικά, η ευελιξία αυτή είναι σκόπιμη και στοχευμένη και δε δείχνει την πρόθεση να αφεθεί η διαχείριση της κατάστασης στους Βρετανούς, εφόσον η Καγκελάριος απαίτησε εξίσου μια ξεκάθαρη θέση από τον Βρετανό Πρωθυπουργό, αναφορικά με τις προτάσεις του για την εξασφάλιση ενός αόρατου συνόρου. Εμφανώς, η γερμανική διπλωματική φιλικότητα πηγάζει από τις αρνητικές συνέπειες που θα επέφερε ένα άτακτο Brexit σε μια γερμανική οικονομία, που βρίσκεται ήδη στα πρόθυρα της ύφεσης. Μάλιστα, δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρείται ένας διπλωματικός ελιγμός από την γερμανική πλευρά, δεδομένου ότι το ίδιο είχε γίνει και την άνοιξη για την έγκριση της παράτασης της προθεσμίας αποχώρησης, όταν πάλι ο Γάλλος Πρόεδρος ήταν ξεκάθαρα αρνητικός.
Καταληκτικά, τα ερωτήματα είναι πολλά και ο χαρακτήρας του Brexit παραμένει αβέβαιος. Θα υποχωρήσει κάποια από τις δυο πλευρές; Θα ενισχύσει την ευελιξία της η Γερμανία υπό το φόβο του οικονομικού ολέθρου ενός άτακτού Brexit; Θα επηρεάσει ενδεχομένως η στάση της και την υπόλοιπη Ευρώπη; Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ωστόσο, εάν προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε ένα σημείο Shelling σε αυτό το παίγνιο, τα δεδομένα της πρότερης γνώσης και εμπειρίας των παικτών μας υποδεικνύουν αχνά μια οπισθοχώρηση από την ευρωπαϊκή πλευρά, όπως έγινε και σε κάθε άλλη ιστορική κατάσταση, κατά την οποία η Ευρώπη βρέθηκε αντιμέτωπη με τη Βρετανική επιμονή.
Σπουδάζει στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Γνωρίζει Αγγλικά και Γαλλικά και συμμετέχει ενεργά σε προσομοιώσεις (Εuropa.S, RhodesMRC). Συμμετείχε στην πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ευρωπαϊκές εκλογές «This time I’m voting» ως εθελόντρια. Ενδιαφέρεται για τα ευρωπαϊκά θέματα καθώς και για τα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής.