Του Βασίλη Χατζή,
Ο Μεγάλος Πόλεμος που ξέσπασε το καλοκαίρι του 1914, αποτελεί ένα από τα πιο κρίσιμα κεφάλαια της ανθρώπινης ιστορίας. Χωρίς να ήταν αναμενόμενο, ο πόλεμος αυτός, με χώρο δράσης κατά βάση την ευρωπαϊκή ήπειρο, κατάφερε να εμπλέξει δυνάμεις μη ευρωπαϊκές και σύντομα να λάβει παγκόσμιες διαστάσεις, λαμβάνοντας δικαιωματικά και τον τίτλο «παγκόσμιος». Εκτός από την έκταση που έλαβε, η ίδια του η διάρκεια αποτέλεσε τη μεγαλύτερη έκπληξη. Ένας τέτοιος μακροχρόνιος πόλεμος αναμφίβολα είχε τραγικές συνέπειες για την ανθρωπότητα σε πολλούς τομείς της, ενώ παρά τη στασιμότητα του λόγω της μετατροπής του σε πόλεμο χαρακωμάτων, δεν έλειψαν οι μεγάλες ανατροπές. Μια τέτοια ανατροπή και μάλιστα ένα σημείο καμπής για τον Μεγάλο Πόλεμο, ήταν το έτος 1917.
Οι μάχες των προηγούμενων δύο ετών, του 1915 και 1916, και κατά συνέπεια η αποτυχία τους, απομακρύνουν την ελπίδα για σύναψη ειρήνης ανάμεσα στους εμπόλεμους. Έτσι, το 1917, αυτό που χαρακτηρίζει και τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα είναι η κόπωση των στρατευμάτων από τη συνεχόμενη παραμονή τους στα χαρακώματα, σε έναν πόλεμο που φαινόταν πλέον άσκοπος και δίχως τέλος. Στη Γαλλία, η οποία ενεπλάκη κυρίως στο Δυτικό μέτωπο, ίσως το σημαντικότερο και αποφασιστικότερο μέτωπο του πολέμου, οι αντιδράσεις των στρατευμάτων εκδηλώθηκαν το φθινόπωρο του 1917, όταν στρατεύματα αρνήθηκαν να μπουν στη μάχη, άλλα στασίασαν, ενώ υπάρχουν αρκετές μεμονωμένες περιπτώσεις στρατιωτών που αυτοτραυματίζονταν προκείμενου να αποφύγουν την υπηρεσία στο μέτωπο.
Η αδυναμία μιας ειρηνευτικής πρωτοβουλίας ανάμεσα στους εμπόλεμους και η παράταση του πολέμου δεν άργησε να δημιουργήσει προβλήματα και στο εσωτερικό των κρατών που εμπλέκονταν σε αυτόν. Σε όλες τις χώρες δίνεται προτεραιότητα στην οικονομία του πολέμου, με αποτέλεσμα η ζωή όσων δεν υπηρετούν στο μέτωπο να γίνεται σκληρή και δύσκολη. Πλέον, δεν είχαν μόνο να αντιμετωπίσουν την απώλεια των κοντινών τους προσώπων που σκοτώνονταν στα πεδία της μάχης, αλλά και την ίδια τους την επιβίωση. Ο ανεφοδιασμός μόλις που επαρκούσε, λόγω του ότι τα τρόφιμα προορίζονταν πρώτα για τα στρατεύματα, ενώ η θέρμανση και τα είδη ρουχισμού κατέληξαν να είναι σχεδόν απίθανο να αποκτηθούν.
Έτσι, η ένθερμη υποστήριξη του πόλεμου από τον λαό κατά την πρώτη φάση του πολέμου, πλέον είναι αδύνατο να διατηρηθεί. Μεγάλο ρόλο σε αυτή την αποστροφή του λαού προς τον πόλεμο θα διαδραματίσουν και τα σοσιαλιστικά κόμματα, τα οποία θα αποχωρήσουν από τις κυβερνήσεις στις οποίες συμμετείχαν, θα οργανώσουν κινήματα και θα στραφούν τόσο εναντίον των αρχών, αλλά και της στάσης τους να επιθυμούν την παράταση του πολέμου. Μέσα από τα εργοστάσια παραγωγής οπλισμού που προοριζόταν για το μέτωπο θα γεννηθούν επαναστατικά κινήματα, τα οποία μέσω των απεργιών τους θα εκφράσουν τη διαμαρτυρία τους για τις κακουχίες που έχει προκαλέσει ο πόλεμος. Μία από τις σημαντικότερες διαμαρτυρίες ήταν αυτή των Γερμανών εργατών, το καλοκαίρι του 1917. Με αφορμή αυτήν τη μεγάλη απεργία τον Ιούλιο του 1917, η Γερμανική Κάτω Βουλή ενέκρινε με μεγάλη πλειοψηφία ένα ψήφισμα ειρήνης που ζητούσε την άμεση έναρξη διαπραγματεύσεων για τη σύναψη ειρήνης, άνευ προσαρτήσεων και αποζημιώσεων. Φυσικά, η γερμανική Δεξιά και το Γενικό Επιτελείο του Γερμανικού στρατού, το οποίο είχε αναλάβει ουσιαστικά τη διακυβέρνηση της χώρας ήδη από το 1916, απέρριψαν το ψήφισμα και οποιοδήποτε εγχείρημα για ειρήνη.
Το κίνημα, όμως, της απογοήτευσης και της αποστροφής προς τον πόλεμο δεν απέκτησε πουθενά την ένταση και τις διαστάσεις που έλαβε στη Ρωσία, όπου όλες οι αποτυχίες του ρωσικού στρατού στο μέτωπο αποδίδονταν από τον ρωσικό λαό στον τσάρο Νικόλαο Β’ (1894 – 1917). Με αφορμή την αποτυχία στο μέτωπο λόγω της ανικανότητας που επέδειξε ο τσάρος, ξεσπάει τον Μάρτιο του 1917 επανάσταση υποκινούμενη από φιλελεύθερους, η οποία καταφέρνει να πετύχει την παραίτηση του Νικολάου Β’. Η παραίτηση αυτή, σε συνδυασμό με την άρνηση του αδερφού του Νικολάου Β’ να αναλάβει το στέμμα, δημιουργεί ένα μεγάλο κενό εξουσίας. Η επιθυμία, όμως, των φιλελεύθερων που ελέγχουν την προσωρινή κυβέρνηση στη Ρωσία να συνεχίσουν τον πόλεμο και η ανικανότητά τους να αναστρέψουν την κατάσταση στο μέτωπο υπέρ τους, όπως φάνηκε ξεκάθαρα από την αποτυχημένη επιχείρηση στη Γαλικία τον Ιούλιο του 1917, φέρνει ξανά στο προσκήνιο τους μπολσεβίκους, οι οποίοι εξαρχής τάσσονταν κατά του πολέμου και υπέρ της ειρήνης. Όταν ξεσπάει η μεγάλη Ρωσική Επανάσταση τον Οκτώβριο του 1917, που φέρνει στην εξουσία τους μπολσεβίκους υπό την ηγεσία του Βλαντιμίρ Λένιν (1870 – 1924), η δέσμευση για την επίτευξη της ανακωχής και της διακοπής του πολέμου λαμβάνει πλέον σάρκα και οστά. Πράγματι, η ανακωχή με τις Κεντρικές Δυνάμεις υπογράφεται τον Δεκέμβρη του 1917, ενώ τρεις μήνες αργότερα υπογράφεται και η συνθήκη του Μπρεστ – Λιτόφσκ, μια συνθήκη επώδυνη για τη Ρωσία, αλλά ιδιαίτερα συμφέρουσα για τους Γερμανούς.
Η τροπή που έλαβαν τα γεγονότα, σαφώς συντάραξε τις Δυνάμεις της Αντάντ για πολλούς λόγους. Αρχικά, έχασαν τον σύμμαχό τους στην Ανατολή, ο οποίος κρατούσε απασχολημένους τους Γερμανούς, αλλά και τις δυνάμεις τους χωρισμένες σε διαφορετικά μέτωπα. Πράγματι, μετά την υπογραφή της συνθήκης του Μπερστ – Λιτόφσκ, το ανατολικό μέτωπο κατέρρευσε και οι Γερμανοί έστρεψαν τις δυνάμεις τους εξ ολοκλήρου στο Δυτικό. Επιπλέον, οι σύμμαχοι των Δυνάμεων της Αντάντ στα Βαλκάνια έμειναν απομονωμένοι και ευάλωτοι στις επιθέσεις της Βουλγαρίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η είσοδος, όμως, της Ελλάδας στον πόλεμο που είχε πραγματοποιηθεί λίγους μήνες πριν την υπογραφή της συνθήκης, υπήρξε καταλυτική, ενώ η χώρα αποδείχθηκε ένας αξιόπιστος σύμμαχος της Αντάντ που κατάφερε να αντιμετωπίσει επιτυχώς τις βουλγαρικές δυνάμεις στη Μακεδονία.
Τέλος, καταλυτική για την έκβαση του πολέμου υπέρ των Συμμάχων υπήρξε η είσοδος των Ηνωμένων Πολιτειών σε αυτόν. Παρόλο που χρειάστηκε να περάσει ένα μεγάλο διάστημα προκειμένου να συγκεντρωθούν στην Ευρώπη αμερικανικές δυνάμεις ικανές να ανατρέψουν τα δεδομένα του πολέμου, η συμβολή των Ηνωμένων Πολιτείων στην ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων υπήρξε τεράστια. Μάλιστα, η είσοδος των Η.Π.Α. στον πόλεμο αποτέλεσε και το αντιστάθμισμα για την απώλεια της Ρωσίας ως συμμάχου. Σε κάθε περίπτωση, η αμερικανική συνδρομή στον πόλεμο ήταν καθοριστική, ενώ επίσης η συμμετοχή των Η.Π.Α. στις συνθήκες ειρήνης του Παρισίου, οι οποίες έδωσαν το επίσημο τέλος στον Μεγάλο Πόλεμο, μαζί με τα Δεκατέσσερα Σημεία που προτάθηκαν από τον Αμερικανό πρόεδρο Woodrow Wilson (1856- 1924), άλλαξαν ριζικά τον χάρτη της Ευρώπης. Σε κάθε περίπτωση, οι Η.Π.Α. αναδείχθηκαν άξια σε μια Μεγάλη Δύναμη.
Βιβλιογραφία
- E. M. Burns, Ευρωπαϊκή Ιστορία Ο δυτικός πολιτισμός, Νεότεροι Χρόνοι, 2006.
- E. Hobsbawm, Η Εποχή των Άκρων Ο Σύντομος Εικοστός Αιώνας 1914- 1991, 1994.
- M. Howard, Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, 2002.
- S. Lindemann, Ιστορία της Νεότερης Ευρώπης: Από το 1815 μέχρι σήμερα.
Γεννηθείς το 1996. Μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με ειδίκευση στη Νεότερη Ιστορία. Κύρια ενδιαφέροντα του αποτελούν η πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική ιστορία του 19ου και 20ου αιώνα, καθώς επίσης και ζητήματα της Μεταπολεμικής περιόδου. Γνωρίζει Αγγλικά, Ιταλικά και Ισπανικά.