Της Σωτηρίας Γιαννακοπούλου,
«Με κάλεσες και έχω έρθει, θέλουμε να ανοίξουμε μια νέα σελίδα μαζί». Θέτοντας την εν λόγω φράση ως εισαγωγή της ομιλίας του, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, απευθυνόμενος στο Σέρβο ομόλογό του Αλεξάνταρ Βούτσιτς, αποσαφηνίζει εξ αρχής τις προθέσεις του για έναν παραγωγικό και ουσιαστικό διάλογο. Η πολυαναμενόμενη επίσκεψη του Μακρόν στο Βελιγράδι στις 15 Ιουλίου, η οποία είχε αρχικά προγραμματιστεί για τον περασμένο Δεκέμβριο, αλλά ακυρώθηκε εξαιτίας των κινητοποιήσεων των κίτρινων γιλέκων, σηματοδοτεί την αναθέρμανση των σχέσεων των δύο κρατών. Ο Μακρόν αποτελεί τον πρώτο Γάλλο πρόεδρο που επισκέπτεται τη Σερβική πρωτεύουσα από το 2001, αποσκοπώντας, ασφαλώς, στην ενίσχυση της πολιτικής αλλά και οικονομικής επιρροής της Γαλλίας στον ευρύτερο χώρο των δυτικών Βαλκανίων, καθώς και στην αναζωπύρωση των ιστορικών φιλικών σχέσεων συνεργασίας των δύο χωρών, οι οποίες κορυφώθηκαν κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Οι τρεις πυλώνες που κατέστησαν τη βάση της συζήτησης των δύο πολιτικών αρχηγών ήταν η οικονομία, οι διαδικασίες ένταξης της Σερβίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και φυσικά η διευθέτηση του ζητήματος της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου, παράμετρος με την οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα και άμεσα εξαρτώμενα τα δύο προαναφερθέντα θέματα.
Παρά το γεγονός ότι φέτος συμπληρώνονται 20 χρόνια από τη λήξη των εχθροπραξιών στο Κοσσυφοπέδιο και την αποχώρηση των γιουγκοσλαβικών, τότε, δυνάμεων από την περιοχή, οι πληγές του πολέμου δεν έχουν επουλωθεί, συντηρώντας την ένταση και το μίσος, τα οποία καθιστούν τροχοπέδη τόσο για την οικονομική ανάπτυξη των δύο κρατών, όσο και για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών με τρίτες χώρες, πλήττοντας τη διπλωματική δεινότητα και αξιοπιστία τους. Πιο συγκεκριμένα, μολονότι το Κοσσυφοπέδιο ανακήρυξε την ανεξαρτησία του το 2008 και χαίρει αναγνώρισης από την πλειοψηφία των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και των ΗΠΑ, η Σερβία εξακολουθεί να το θεωρεί αναπόσπαστο τμήμα της επικράτειας της, γεγονός το οποίο δυσχεραίνει τις συζητήσεις της με τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς για την επικείμενη είσοδο της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ζήτημα το οποίο έθιξε και ο Εμανουέλ Μακρόν στη συνάντηση του με το Σέρβο πρόεδρο, επισημαίνοντας την ανάγκη για άμεση εύρεση λύσης και συμβιβασμό. Ο πρόεδρος της Γαλλίας υπογράμμισε τη σημασία της διακοπής των μονομερών δράσεων από τις δύο πλευρές, δεδομένου ότι αντιβαίνουν στις θεσπισμένες συμφωνίες, λειτουργώντας επιβραδυντικά για τη διευθέτηση του προβλήματος και αποφέροντας εντάσεις. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε: «Η επίτευξη συμφωνίας σημαίνει ότι κάθε μέρος πρέπει να απέχει από μονομερείς και μη εποικοδομητικές χειρονομίες … Τα γεγονότα των τελευταίων μηνών μας ανησυχούν και οι αποφάσεις που είναι αντίθετες με τις δεσμεύσεις του παρελθόντος πρέπει να ανακληθούν».
Συνεχίζοντας τις δηλώσεις του ο Μακρόν διαβεβαίωσε ότι θα συμβάλλει στην επανέναρξη των συνομιλιών μεταξύ των δύο κρατών, προκείμενου να αντιμετωπιστούν οι μακρόπνοες διαμάχες, ενώ δεσμεύθηκε ότι εντός των επόμενων μηνών θα προσκαλέσει τις δύο πλευρές στο Παρίσι μαζί με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, ούτως ώστε να καταλήξουν σε μια οριστική λύση. Μεγάλη έμφαση δόθηκε στο λόγο του και στην ανάμειξη των ξένων δυνάμεων στο ζήτημα, οι οποίες, όπως αναφέρει, τροφοδοτούν την ένταση και επιδιώκουν τη διαιώνιση της παρούσας κατάστασης, αφήνοντας προφανώς αιχμές για την ανάμειξη της Ρωσίας, υποστηρίζοντας ότι η λύση πρέπει να δοθεί με τη συμβολή ευρωπαϊκών δυνάμεων. «Είναι ευθύνη μας να παράσχουμε την απαραίτητη βοήθεια για να επιτευχθεί μια λύση. Η Γαλλία και εγώ προσωπικά θα συμβάλλουμε για την εξασφάλιση σοβαρού διαλόγου τους επόμενους μήνες. Η Ευρώπη δεν μπορεί να δεχθεί τις μοιραίες εξελίξεις των ατελείωτων συγκρούσεων και την ανάμειξη μη Ευρωπαϊκών δυνάμεων. Βλέπουμε αυξανόμενη ένταση και μερικές φορές οι αποφάσεις τροφοδοτούνται εδώ και εκεί από εξωτερικές δυνάμεις, που έχουν συμφέρον να διασφαλίσουν ότι δεν υπάρχει συμφωνία». Ωστόσο, διευκρινίζει ότι η επιμονή αμφοτέρων στις θέσεις τους και η προσπάθεια κυριαρχίας του ενός έναντι του άλλου δεν είναι εποικοδομητική, ενώ το αίτημα αμοιβαίου συμβιβασμού κρίνεται απαραίτητο για την ομαλοποίηση των διαφορών των Βαλκανικών κρατών. «Οι δύο διαμετρικά αντίθετες θέσεις ότι το Κόσσοβο είναι ανεξάρτητο κράτος ή ότι το Κόσσοβο αποτελεί τμήμα της Σερβίας δεν μπορούν να παραμείνουν σταθερές, εάν επιθυμούμε λύση».
Είναι γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα οι προσπάθειες συνθηκολόγησης δεν έχουν ευοδωθεί. Οι συμφωνίες που υπογράφηκαν το 2011 κρίθηκαν ασαφείς, ενώ δεν επέφεραν αξιόλογα αποτελέσματα, δεδομένου του ότι η εμβέλεια τους περιοριζόταν σε τεχνικά ζητήματα, ενώ και η συμφωνία των Βρυξελλών, που προέβλεπε την ενσωμάτωση του Βορείου Κοσσυφοπεδίου, στο οποίο οι κάτοικοι είναι κατά βάσει Σέρβοι και επιθυμούν την ένωση τους με το σερβικό κράτος, δεν υλοποιήθηκε. Η δολοφονία του πρώην ηγέτη των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου Oliver Ivanovic τον Ιανουάριο του 2018 διέκοψε τις συνομιλίες οξύνοντας την αντιπαράθεση και κηρύσσοντας την έναρξη ενός νέου φαύλου κύκλου αντιμαχιών. Οι ενστάσεις της Σερβίας για τη συμμετοχή του Κοσσυφοπεδίου στην Interpol και στον ΟΗΕ, όσο και ο οικονομικός πόλεμος που κήρυξε η Δημοκρατία του Κοσσόβου το Νοέμβριο στο Βελιγράδι με την επιβολή δασμών στα σερβικά προϊόντα κατά 100%, συνέβαλλαν στην επιδείνωση των σχέσεων τους, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να παίζει το ρόλο του διαμεσολαβητή, χωρίς ωστόσο απτά αποτελέσματα. Η προγραμματισμένη συνάντηση των δύο πλευρών στο Βερολίνο τον περασμένο Απρίλιο δεν πραγματοποιήθηκε, καθώς η Πρίστινα αρνείται την ανάκληση του φόρου που επιβλήθηκε αποκλειστικά στα σερβικά προϊόντα, με τη Σερβία να εξαπολύει σφοδρές καταγγελίες εναντίον της, κατηγορώντας την για δημιουργία «ανθρωπιστικής κρίσης» στην περιοχή.
Οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί εμμένοντας σταθερά στις απόψεις τους, καθιστούν σαφές ότι η παρακώλυση των διαδικασιών της διαπραγμάτευσης, καθώς και η αποφυγή εύρεσης οριστικής λύσης για το Κοσσυφοπέδιο, έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση της ένταξης της Σερβίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και της διεθνούς ολοκλήρωσης της Δημοκρατίας του Κοσσόβου. Ο Μακρόν επισημαίνει στην ομιλία του ότι: «Αυτό που γνωρίζω είναι ότι η Ευρώπη είναι κάτι πολύπλοκο. Τόσο η Σερβία όσο και το Κοσσυφοπέδιο είναι ευρωπαϊκές χώρες … και η εθνική υπερηφάνεια δεν πρέπει να στρέψει τη πλάτη της στον συμβιβασμό». Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί η διαπίστωση της σερβικής εφημερίδας «Danas» ως προς τη διάσταση απόψεων που παρατηρείται όσον αφορά τις προτεινόμενες λύσεις από μέρους των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η Γαλλία δεν αποκλείει τη λύση της ανταλλαγής εδαφών, εν αντιθέσει με την άποψη της Γερμανίδας καγκελαρίου, η οποία τονίζει ότι οποιαδήποτε μεταβολή στο υπάρχον συνοριακό καθεστώς θα απέρρεε εντάσεις στο χώρο των Βαλκάνιων, ενισχύοντας τις αλυτρωτικές τάσεις, οι οποίες, ομολογουμένως, χαρακτηρίζουν τους βαλκανικούς λαούς.
Στην ερώτηση του Βούτσιτς για το εάν μπορεί να βοηθήσει την Σερβία στην προσπάθεια της για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο Γάλλος πρόεδρος απάντησε διπλωματικά, καθώς απέφυγε να δώσει συγκεκριμένες υποσχέσεις, ανάγοντας τις ενδεχόμενες καθυστερήσεις σε εσωτερικά προβλήματα που αντιμετωπίζει κατά την παρούσα χρονική στιγμή το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, προβάλλοντας την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις στις διαδικασίες του προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα του, ώστε να έχει τη δυνατότητα να ενσωματώσει νέα κράτη, λειτουργώντας παράλληλα ως αρωγός για την ανάπτυξη τους. «Η Ε.Ε δεν λειτουργεί καλά τώρα και νομίζω ότι θα πρέπει να λάβουμε κάποια απόφαση προκειμένου να λειτουργήσουμε εμείς οι ίδιοι γρηγορότερα. Πιστεύω επίσης ότι η Ευρώπη θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί ταυτόχρονα με τις μεταρρυθμίσεις που έχει πραγματοποιήσει η Σερβία. Μετά από αυτές τις διαδικασίες η Ε.Ε. θα είναι έτοιμη να δεχθεί τη Σερβία.»
Η ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας με τη Σερβία αποτελεί ένα από τα βασικά ζητούμενα της επίσκεψης του Μακρόν στο Βελιγράδι, καθώς οι δύο χώρες έχουν εντείνει την οικονομική τους συνεργασία έπειτα και από την παραχώρηση της διεύθυνσης του αεροδρομίου «Nikola Tesla» στο Βελιγράδι σε γαλλική εταιρεία. Ο Γάλλος πρόεδρος συνοδευόμενος από πλήθος Γάλλων επιχειρηματιών υπέγραψε μια σειρά οικονομικών συμφωνιών με το Σέρβο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με σημαντικότερες την επιστολή προθέσεων για τη δημιουργία μετρό στη σερβική πρωτεύουσα, τη διαχείριση των αποβλήτων του Βελιγραδίου και φυσικά τη συμφωνία για αγορά γαλλικών συστημάτων αεράμυνας τύπου Mistral από τη σερβική κυβέρνηση. Η υπογραφή της συνθήκης για τα οπλικά συστήματα ήγειρε αντιδράσεις από μέρους της κυβέρνησης του Κοσσόβου. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του πρωθυπουργού του Κοσσυφοπεδίου, το γεγονός ότι η σερβική κυβέρνηση προχωρά σε συνεχείς αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού από τη Ρωσία, σε συνδυασμό με την εν λόγω συνεργασία που σύναψε για αγορά εναέριων όπλων από τη Γαλλία, αλλά και την προοπτική για μεταβολή των συνόρων, αποτελούν πρόκληση καθιστώντας άκρως αναγκαία την ενίσχυση του πολεμικού εξοπλισμού του Κοσσόβου. Επιπλέον, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης με δηλώσεις του επισημαίνει ότι η Σερβία δεν αποτελεί μια στρατιωτικά ουδέτερη δύναμη, όπως η ίδια θέλει να δηλώνει, και ότι ο εξοπλισμός της καθιστά απειλή για την ειρήνη ολόκληρης της περιοχής. Επιπροσθέτως, ο τύπος του Κοσσόβου υπογράμμισε το γεγονός ότι ο Μακρόν, εν αντιθέσει με άλλους αρχηγούς κρατών, δεν φρόντισε να συνδυάσει την επίσκεψή του στο Βελιγράδι με κάποια ανάλογη επίσκεψη στην Πρίστινα, προκαλώντας αμφιβολίες όσον αφορά την ουδετερότητα του έναντι του ζητήματος.
Η διευθέτηση του καθεστώτος ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου, αποτελεί μια από τις βασικές προτεραιότητες και επιδιώξεις της διεθνούς διπλωματικής κοινότητας, οι προσπάθειες της οποίας φαίνεται ότι πέφτουν στο κενό εξαιτίας της αδιάλλακτης στάσης των δύο κρατών και της έντονης προσκόλλησης τους στις εγγενείς θέσεις τους. Όπως τόνισε στην ομιλία του ο Γάλλος πρόεδρος: «Ούτε η Γαλλία, ούτε η Γερμανία, ούτε οποιαδήποτε άλλη χώρα δεν μπορεί να προσφέρει μια μαγική λύση στην κρίση μεταξύ Σερβίας και Κοσσόβου. Η απάντηση τελικά βαρύνει τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων στα δύο κράτη». Θα καρποφορήσουν οι προσπάθειες του Μακρόν και της Μέρκελ στην επικείμενη ειδική σύσκεψη μεταξύ ηγετών στο Παρίσι ή θα καταλήξουμε και πάλι στη μετέωρη παρούσα κατάσταση; Ίδωμεν…
Γεννήθηκε το 1997 στη Δράμα. Από μικρή ηλικία είχε έντονο ενδιαφέρον για την πολιτική, το οποίο έμελλε να καθορίσει και την επιλογή των σπουδών της. Σήμερα είναι απόφοιτη του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. Έχει δουλέψει ως ασκούμενη στο Υπουργείο Εξωτερικών και σε εταιρεία δημοσκοπήσεων, ενώ έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις πολιτικών θεσμών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα και ενδιαφέροντα της αποτελούν οι διεθνείς σχέσεις και η πολιτική ανάλυση με την οποία φιλοδοξεί να ασχοληθεί και σε μεταπτυχιακό επίπεδο.