Της Άννας Κανελλόπουλου,
Μια βόλτα στο κέντρο της Αθήνας, στην Ομόνοια αλλά και στις γύρω περιοχές, αρκεί για να γνωρίσει κανείς την εξαθλίωση που βιώνουν οι εξαρτημένοι από τα ναρκωτικά. Θα τους δεις να ζητιανεύουν για να μπορέσουν να πάρουν τη δόση τους, να τρυπάνε μανιωδώς τις φλέβες τους, τις περισσότερες φορές, όμως, θα τους δεις να κοιμούνται στα πεζοδρόμια ή σε παγκάκια σε μια κατάσταση μεταξύ ζωής και θανάτου. Παρ’όλα αυτά θα τους προσπεράσεις βιαστικά, η εικόνα τους, άλλωστε, είναι συνηθισμένη. «Συνήθεια», αυτή είναι λέξη που περιγράφει την αντιμετώπιση των ναρκομανών στην Ελλάδα τόσο από το κράτος όσο και από όλους εμάς. Πώς, όμως, προσπερνάς έναν άνθρωπο που κυριολεκτικά πεθαίνει δίπλα σου; «Πρεζάκι», είναι λες και τότε σταματάει να σε νοιάζει τόσο.
Οι άνθρωποι αυτοί είχαν κάποτε μια φυσιολογική ζωή, οικογένεια, δουλειά, ενδιαφέροντα. Στην αρχή όλοι ξεκινάνε την χρήση για να «δοκιμάσουν», συνήθως από τα «ελαφριά» ναρκωτικά, και καταλήγουν να παλεύουν κάθε μέρα με το ίδιο τους το σώμα για να μπορέσουν απλώς να επιβιώσουν. Καταφεύγουν σε μικροκλοπές και κάθε είδους παρανομία που θα τους χαρίσει λεφτά για την πολυπόθητη δόση τους, την ζωή και συνάμα τον θάνατο τους. «Επιλογή τους», θα πει κάποιος κυνικός και μάλλον ρεαλιστής. Το πρόβλημα στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε ο λόγος ούτε ο τρόπος που οδηγείται κανείς στα ναρκωτικά. Αυτό που μας αφορά όλους είναι η στάση του κράτους απέναντι στους εξαρτημένους, οι οποίοι πρέπει να απολαμβάνουν ειδική κρατική μέριμνα. Στην Ελλάδα, η κατάσταση είναι κάτι παραπάνω από απογοητευτική. Το κράτος αντιμετωπίζει τους τοξικομανείς σαν «φαντάσματα», ξέρει ότι υπάρχουν, ξέρει ότι χρειάζονται βοήθεια αλλά τείνει να τους θέτει στο περιθώριο την κοινωνίας και να αδιαφορεί.
Η κοινωνική του μέριμνα εξαντλείται σε μέτρα όπως το να «παρατά» τους άρρωστους αυτούς ανθρώπους στο πάρκο της οδούς Σίνα, έξω ακριβώς από την είσοδο της Νομικής Σχολής, παρέχοντάς τους το ίδιο το κράτος την άδεια να το μετατρέψουν σε σπίτι τους και να ζουν υπό άθλιες συνθήκες παντός καιρού. Κάποια πρωινά, φτάνει εκεί το φορτηγάκι του «Κ.Ε.Θ.Ε.Α» και τους μοιράζει καθαρές σύριγγες και φαγητό. Αυτό, όμως, δεν αρκεί. Δεν υπάρχει καμία οργανωμένη δράση για τους εξαρτημένους ούτε καν τα βασικά, όπως στέγη και τροφή. Ακόμα και τα λιγοστά προγράμματα απεξάρτησης του «Ο.Κ.Α.Ν.Α» απαιτούν σειρά χρονικής προτεραιότητας που μετριέται πλέον σε χρόνια.
Έστω ότι έχουν γίνει ορισμένα βήματα για την απεξάρτηση των ναρκομανών, έστω ότι κάποιοι τυχεροί που επιλέγονται καταφέρουν να ξεφύγουν από τις θανατηφόρες ουσίες, η επανένταξή τους στην κοινωνία είναι κάτι παραπάνω από δύσκολη, με αποτέλεσμα να «υποτροπιάζουν». Εξακολουθούν να κουβαλάνε μαζί τους το στίγμα του πρώην χρήστη, του εγκληματία που αυτομάτως τους αποκλείει από οποιαδήποτε εργασιακή απασχόληση. Το κράτους δεν φροντίζει να τους προσφέρει μια ευκαιρία για νέα αρχή στην ζωή τους και οι ιδιώτες δυσκολεύονται να προσλάβουν ένα «πρεζάκι». Η κοινωνία κλείνει επίσης τα μάτια στην θέα των τοξικομανών. Άλλοι τους φοβούνται, άλλοι τους σιχαίνονται, άλλοι τους λυπούνται, άλλοι αδιαφορούν και ελάχιστοι θα βοηθήσουν. Σε όλους, όμως, το θέαμα ζωντανών- νεκρών στις πλατείες δεν προκαλεί εντύπωση. Οι περισσότεροι, μάλιστα, αποφεύγουν ακόμα και να κοιτάξουν, γυρίζουν το κεφάλι τους από την άλλη και συνεχίζουν την μέρα τους.
Έως πότε θα ζουν στα πάρκα και θα πεθαίνουν στις πλατείες; Έως πότε θα τους αγνοούμε; Πρόσφατα στην Ρόδο ένα παιδί, μαθητής νηπιαγωγείου, πήρε στα χέρια του χρησιμοποιημένη σύριγγα, την οποία βρήκε στο προαύλιο του σχολείου, μιας και το βράδυ λειτουργεί ως στέκι τοξικομανών. Στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο και στην Νομική Αθηνών οι σύριγγες και η θέα ημιλιπόθυμων χρηστών είναι καθημερινό φαινόμενο. Καμία οργάνωση, κανένα κράτος, καμία ανθρωπιά! Η 26η Ιουνίου έχει οριστεί ως «Παγκόσμια Ημέρα κατά των ναρκωτικών». Για μια ημέρα, ας φέρουμε στο φώς το ζήτημα των εξαρτημένων στα ναρκωτικά που κρύβουμε κάτω από το χαλί. Ας είναι αυτή η ημέρα αφορμή αφύπνισης, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης. Ούτε οι δημόσιοι χώροι μπορούν να αποτελούν καταφύγιο ναρκομανών ούτε και οι ίδιοι οι εξαρτημένοι είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται σαν «σκουπίδια» και να ζουν σε συνθήκες εξευτελισμού. Η ζωή τους είναι ισάξια των άλλων ανθρώπων, παρόλο που τείνουμε να το ξεχνάμε…
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1999 με καταγωγή από την Τρίπολη. Το 2017 αποφοίτησε από το Αρσάκειο Τοσίτσειο Εκάλης και έκτοτε είναι φοιτήτρια στην Νομική Σχολή Αθηνών. Στο πλαίσιο αυτό έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις των Ηνωμένων Εθνών (M.U.N) και συχνά παρακολουθεί νομικά συνέδρια. Παράλληλα δραστηριοποιείται ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νέων Νομικών (ELSA). Λατρεύει τα ταξίδια, την διασκέδαση και το θέατρο.