Του Παναγιώτη Δωρή,
Σε προηγούμενό μου άρθρο είχα ασχοληθεί με το ζήτημα της αποχής και κατά πόσον αυτή τελικώς δεν ωφελεί την σύγχρονη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Επιπλέον, είχα ρητά καταρρίψει τον μύθο σχετικά με την υψηλά ποσοστά αποχής και την επικύρωση των εκλογών, διατυπώνοντας την άποψη ότι σε κανέναν νόμο δεν υφίσταται διάταξη που να αναφέρεται στην ακύρωση της λαϊκής ετυμηγορίας. Ως έρεισμα και προς επίρρωση των όσων είχα καταγράψει έρχονται τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών, καθώς η αποχή χτύπησε “κόκκινο” και ουδείς διαμαρτυρήθηκε για την νομιμότητα του αποτελέσματος.
Στις 2 Ιουνίου η αποχή ανήλθε στο 58,11%, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραθέτει το Υπουργείο Εσωτερικών. Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν 6 στους 10 δεν προσήλθαν στις κάλπες. Οι λόγοι της αποχής πλείστοι: φυσική αδυναμία, χιλιομετρική απόσταση, εργασιακό καθεστώς, ιδεολογία και ευρισκόμενοι στο εξωτερικό για σπουδές και εργασία. Παρ’ όλα αυτά, προξενεί τεράστια αρνητική εντύπωση το γεγονός ότι στις 26 Μάη η αποχή ανήλθε μόλις στο 41,57%, με την συνακόλουθη συμμετοχή να αγγίζει το 58,5%, περίπου δηλαδή όσοι δεν προσήλθαν στον δεύτερο γύρο! Το γεγονός αυτό οδηγεί στο εξής εύλογο ερώτημα: για ποιον ακριβώς λόγο απείχε το 16,54% του πρώτου γύρου; Υπήρξε κομματική- παραταξιακή γραμμή; Διότι εάν υπήρξε τότε συζητούμε περί δημοκρατικού ελλείμματος και διαστρέβλωσης του σκοπού της δημοκρατίας. Σε μία σύγχρονη δημοκρατία είναι μη ανεκτό για την κοινωνική συνοχή η μετά προσπάθειας αποτροπή του εκλογικού σώματος από την συμμετοχή και η συνακόλουθη αποχή. Εν ολίγοις, αποτελεί γάγγραινα της κοινωνίας μας.
Αν και ακολούθησα τις ανθρωπιστικές σπουδές, πάντοτε με γοήτευαν τα μαθηματικά, ένα μάθημα, το οποίο αν και φαινομενικά παρουσιάζεται ως πολύπλοκο και δύσκολο, στην ουσία του με συνεχή ενασχόληση είναι μια απλή γραμμική πορεία εργασιών με λογικό αποτέλεσμα. Καθώς έλκω την καταγωγή μου από το Ναύπλιο και την Πελοπόννησο, παρακάτω θα αναφέρω τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρου στην Περιφέρειά μας:
Συμμετοχή: 40,14%
Αποχή: 59,86%
Άκυρα: 2,64%
Λευκά: 3,57%
Τατούλης: 46,41%
Νίκας: 53,59%
Εν πρώτοις παρατηρούμε ότι έπειτα από 9 χρόνια διακυβέρνησης η Περιφέρεια Πελοποννήσου αλλάζει «χέρια», με τον απερχόμενο περιφερειάρχη κ. Τατούλη να τον διαδέχεται ο τέως δήμαρχος Καλαμάτας και έχων το χρίσμα της ΝΔ κ. Νίκας. Παραμερίζοντας τα παραταξιακά αποτελέσματα ήρθε η ώρα να αναλύσουμε λεπτομερώς τα αποτελέσματα του εκλογικού σώματος. Η αποχή στην Περιφέρεια Πελοποννήσου στον πρώτο γύρο ανήλθε στο 46,22%, ενώ στον δεύτερο γύρο «χτύπησε» περίπου το 60%. Επομένως ένα ποσοστό της τάξης του 13,64%, ενώ προσήλθε στον πρώτο γύρο, προτίμησε να απόσχει στον δεύτερο. Για να αναλογιστείτε το μέγεθος αυτό, αναφέρω ότι ο κ. Δέδες, υποψήφιος, τρίτος στην κατάταξη και στηριζόμενος από τον ΣΥΡΙΖΑ, έλαβε 14,63%. Επομένως, από την στιγμή που αυτό το 13,64% συμμετείχε στον πρώτο γύρο, μετά βεβαιότητας συμπεραίνουμε ότι η πλειοψηφία απείχε συνειδητά, αντιλαμβανόμενη την απόφασή της.
Σε αυτό το σημείο θα ακολουθήσουμε μια σειρά μαθηματικών πράξεων, ώστε να συνάγουμε τα πραγματικά ποσοστά των δύο υποψηφίων. Τα αποτελέσματα παραπάνω έχουν υπολογισθεί επί των εγκύρων ψηφοδελτίων, επομένως όσοι ψήφισαν λευκό ή άκυρο θεωρούνται απόντες. Επομένως, εάν αφαιρέσουμε από το ποσοστό της συμμετοχής το ποσοστό των άκυρων και των λευκών έχουμε ως αποτέλεσμα ότι το 37,65% των εγγεγραμμένων έκρινε το αποτέλεσμα, δηλαδή κάτι παραπάνω από έναν στους τρεις! Αλλά όσο εξωφρενικό και αν σας φαίνεται αυτό, αναμείνατε για το παρακάτω: Ο κ. Νίκας και η Πρωτοβουλία έλαβαν το 53,59% του 33,93% των εγγεγραμμένων, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα της ανάληψης της Περιφέρειας από τον ίδιο. Ποσοστιαία, όμως, μόλις το 20,18% των εγγεγραμμένων ψήφισε τον κύριο Νίκα για περιφερειάρχη, που πληθυσμιακά αποτυπώνεται με 137.576 ψηφοφόρους στους συνολικά 681.779 εγγεγραμμένους. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, τα ίδια ακριβώς θα έγραφα εάν νικητής έβγαινε ο κ. Τατούλης.
Το αποτέλεσμα της περιφέρειας Πελοποννήσου είναι συγγενές με αυτά των υπολοίπων περιφερειών. Είναι αρκετά δυστυχές το γεγονός ότι μοναχά ο ένας στους πέντε εξέλεξε περιφερειάρχη (και λιγότεροι). Αλλά είναι ακόμη πιο στενάχωρο το ζήτημα της πολιτικής κουλτούρας των Ελλήνων. Το βάρος της κοινωνίας δεν τίθεται τόσο επάνω στα άτομα που απείχαν από τον πρώτο γύρο, αλλά σε αυτούς που με συνείδηση και νόηση απείχαν από τον δεύτερο, ενώ είχαν προσέλθει στον πρώτο. Είναι οι άνθρωποι αυτοί που αύριο θα κριτικάρουν έντονα την ηγεσία της κοινότητας, του δήμου, της περιφέρειας, μη αναλογιζόμενοι ότι η αποχή τους συνέδραμε στα αποτελέσματα αυτά. Είναι αυτοί που θεωρούν ότι η πολιτική δεν ωφελεί σε τίποτα, αγνοώντας ότι τα πάντα γύρω τους εναπόκεινται στην πολιτική. Είναι αυτοί, οι οποίοι δεν διαφοροποιούν πολιτική και κόμμα, θεωρώντας τα ταυτόσημα. Είναι αυτοί που λησμονούν ότι το μόνο όπλο του λαού έναντι της εξουσίας είναι η ψήφος, τόσο μικρή αλλά συνάμα τόσο μεγάλη. Και τέλος είναι αυτοί που με τις πρακτικές τους και τις ιδεοληψίες τους γυρνούν συνεχώς την χώρα δεκαετίες πίσω, την ίδια ώρα που η Ευρώπη κινείται με γοργούς και σταθερούς ρυθμούς.
Αυτή είναι η σημερινή Ελληνική Δημοκρατία, δυστυχώς μια δημοκρατία των λίγων.
Έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στο Ναύπλιο. Σπουδάζει στη Νομική σχολή του Δ.Π.Θ. Όντας πολύ καλός γνώστης αγγλικών, έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις και σε αρκετά επιστημονικά συνέδρια. Το ενδιαφέρον του κεντρίζεται γύρω από τα ζητήματα της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και την πολιτική ενεργοποίηση των νέων.