17.6 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΜουσική και Κοινωνία: Ποιά η σχέση τους;

Μουσική και Κοινωνία: Ποιά η σχέση τους;


Της Ευφροσύνης Γεωργιάδου,

Η μουσική ήταν, είναι και θα είναι ένας από τους κυριότερους τρόπους έκφρασης και επικοινωνίας. Ήδη από αρχαιοτάτων χρόνων οι άνθρωποι έβρισκαν καταφύγιο στη μουσική για να εκφράσουν τα συναισθήματα τους, αλλά κυρίως την πίστη τους στους θεούς, ενώ μέσω των αγγειογραφικών απεικονίσεων που έχουν διασωθεί μπορούμε να διαπιστώσουμε με θαυμασμό και την πληθώρα των μουσικών οργάνων που είχαν εφεύρει.

Αλλά και σήμερα, παρά την πάροδο τόσων χρόνων η μουσική εξακολουθεί να παραμένει ζωτικής σημασίας για την ομαλή συνέχιση της ζωής μας σε σημείο που να μπορεί να χαρακτηριστεί χωρίς υπερβολή εξίσου απαραίτητη με το οξυγόνο. Βέβαια σε αντίθεση με το οξυγόνο, η μουσική ως οργανωμένο σύνολο ήχων που απαρτίζουν ένα μουσικό κομμάτι αποτελούμενο από ρυθμό, μελωδία και πιθανόν και στίχους, είναι ανθρώπινης προέλευσης οπότε όταν την προσλαμβάνουμε μέσω της αίσθησης της ακοής υποσυνείδητα ή και ενσυνείδητα γινόμαστε κοινωνοί ενός μηνύματος, μίας σκέψης αλλά και ευρύτερα μιας κατάστασης μιας δεδομένης χρονικής στιγμής. Καθίσταται έτσι προφανής η άμεση συνάφεια των εννοιών μουσική και κοινωνία αλλά και η αμφίδρομη σχέση μεταξύ τους καθώς η μουσική επηρεάζεται από το status quo της εκάστοτε κοινωνίας αλλά και το αντίστροφο.

Προκειμένου αυτό να γίνει περισσότερο κατανοητό αρκεί να επιχειρήσουμε μία προσπάθεια προσέγγισης των θεμάτων που πραγματεύονται τα τραγούδια ανά χρονικές περιόδους της νεοελληνικής εποχής (16ος αιώνας μέχρι σήμερα) τα οποία αποτελούν χρήσιμους άξονες ώστε να αντλήσουμε πληροφορίες και συνεπώς να ερμηνεύσουμε αντιλήψεις μιας συγκεκριμένης εποχής. Πιο συγκεκριμένα, τα ακριτικά και κλέφτικα τραγούδια εστιάζουν στην παρουσίαση της ζωής και των ηρωικών κατορθωμάτων των ακριτών και των κλεφτών αντίστοιχα ενώ η θεματολογία του δημοτικού τραγουδιού είναι πολυποίκιλη μιας και είναι συνάρτηση τόσο του γεωγραφικού μέρους όπου αναπτύχθηκε όσο και των επιμέρους συνηθειών και τρόπου ζωής του εκάστοτε πληθυσμού. Έτσι, παραδείγματος χάρη στα νησιώτικα τραγούδια δίδεται έμφαση στην εξύμνηση της θάλασσας αλλά και στη σχέση των κατοίκων με αυτήν. Από την άλλη πλευρά στα ονομαζόμενα ρεμπέτικα τραγούδια όπως αυτά αναπτύχθηκαν στα ελληνικά αστικά κέντρα του 20 αιώνα, είναι άκρατη η αναφορά σε θέματα όπως ο πόλεμος, ο ξενιτεμός, η θλίψη άλλα και ο έρωτας, η διαμαρτυρία.

Αν θέλουμε να επιχειρήσουμε το ίδιο και για τα τραγούδια της σύγχρονης εποχής, με θλίψη θα διαπιστώσουμε πως τα κύρια και συνηθέστερα θέματα που αυτά αφορούν είναι τα ναρκωτικά, η βία, το σεξ. Επίσης, με θλίψη θα διαπιστώσουμε πως νεαροί και νεαρές όλων των ηλικιών τραγουδούν με πάθος και με μία φωνή στίχους τραγουδιών που προάγουν την εγκληματικότητα, την παρανομία χωρίς φυσικά να αντιλαμβάνονται τη σημασία αυτών. Κάτι ακόμη που ίσως δεν αντιλαμβάνονται είναι ότι με αυτό τον τρόπο επικροτούν την προσπάθεια όλων αυτών των επίδοξων σταρ που επιδιώκουν να περάσουν λάθος πρότυπα, οι οποίοι ανερυθρίαστα απολαμβάνουν την επιτυχία τους ενσαρκωμένη σε χιλιάδες προβολές και χιλιάδες ευρώ.

Με αφορμή αυτό το παράδειγμα στην ουσία καταδείξαμε και το άλλο σκέλος της αμφίδρομης σχέσης για την οποία μιλήσαμε παραπάνω, ότι δηλαδή και η μουσική όσο επηρεάζεται από τα κοινωνικά τεκταινόμενα άλλο τόσο επηρεάζει με τη σειρά της τις αντιλήψεις ενός λαού ή ειδικότερα μιας κατηγορίας προσώπων σχετικά με τους κανόνες ηθικής και περί δικαίου. Όπως λοιπόν η ανάγνωση ενός βιβλίου δύναται να επηρεάσει την άποψη μας για ένα ζήτημα και να αλλάξει ριζικά τη στάση μας απέναντι σε μία κατάσταση, έτσι και η ακρόαση ενός τραγουδιού έχει την ικανότητα να κατευθύνει τις επιλογές μας και να καθορίσει τη θέση μας στη βάση ενός τεθέντος ζητήματος. Άλλωστε αυτή είναι η μαγεία της τέχνης ευρύτερα ότι δηλαδή έχει τη δύναμη να μας παράσχει αμέτρητα ερεθίσματα, από τα οποία θα ξεκινήσουμε ένα ταξίδι ανεύρεσης της ταυτότητας μας και διαμόρφωσης της προσωπικότητας μας. Σ’ αυτό το ταξίδι όμως πρέπει να έχουμε ως πυξίδα την κριτική μας σκέψη ώστε να μην δεχόμαστε άκρατα ό,τι αυτοπροσδιορίζεται ως τέχνη αλλά να φιλτράρουμε σε τελική ανάλυση αυτά τα ερεθίσματα.


Ευφροσύνη Γεωργιάδου

Γεννήθηκε το 1998 στη Θεσσαλονίκη, αλλά μεγάλωσε σε μία κωμόπολη του νομού Θεσσαλονίκης. Φοιτά στο τμήμα Νομικής του ΑΠΘ και μεταξύ των ενδιαφερόντων της συγκαταλέγεται η ενασχόληση με κοινωνικά και πολιτισμικά ζητήματα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ