7.8 C
Athens
Κυριακή, 29 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΔιεθνήΤα αμερικανικά ζητήματα στη περιοχή της Μέσης Ανατολής

Τα αμερικανικά ζητήματα στη περιοχή της Μέσης Ανατολής


Του Δαβίδ Φουσιέκ, 

Η Μέση Ανατολή ήταν ανέκαθεν περιοχή ζωτικής σημασίας για τις ΗΠΑ. Οι λόγοι ανάπτυξης αυτής της έντονης έλξης μπορεί να αποδοθούν σε πολλούς παράγοντες. Παραδοσιακά, το τέλος της αποικιοκρατίας σημάνθηκε από ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης για εξουσία (συμφώνα με τις επιταγές του Spykman και του Brzezinki περί παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας) και τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών στην Μέση Ανατολή. Υστέρα από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το ‘91, οι ΗΠΑ υιοθέτησαν μια πιο ήπια στάση για την περιοχή και χαλάρωσαν το κλοιό τους, καθώς η προσοχή τους στράφηκε στα Βαλκάνια, στην διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Η αμέλεια των Δυτικών Δυνάμεων και η αδιαφορία για τις εξελίξεις αποδείχθηκε μοιραία όπως αποδείξη η 11 Σεπτεμβρίου του 2001. Από τότε, η Αμερική έχει παρουσιάσει τάσεις παρεμβατισμού και την επιθυμία να εξαλείψει οποιοδήποτε τοπικό στοιχείο που δεν συνάδει με τα συμφέροντα της.

Ο Ντόναλντ Τράμπ μένει πιστός σε αυτή την πολιτική. Από την αρχή της προεδρίας του έχει υποδείξει αρκετό ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα της περιοχής. Αυτή την περίοδο όπως έχω τονίσει στα προηγούμενα μου άρθρα, η περιοχή βρίσκεται σε μια κατάσταση αναρχίας και αναθεώρησης. Η Αραβική Άνοιξη προκάλεσε εμφύλιους πολέμους, την ανατροπή γεωπολιτικών ισορροπιών και πολιτικών συνασπισμών και την εντατικοποίηση του ριζοσπαστικού στοιχείου. Η αστάθεια την ίδια στιγμή όμως σημαίνει και δημιουργία ευκαιριών. Πολλοί παίκτες της περιοχής όπως και η Αμερική επιχείρησαν να τις εκμεταλλευτούν για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους με αποτέλεσμα να βρεθούν σε συγκρούση και αντιμέτωποι.

Στη συνέχεια θα παρουσιαστούν ορισμένες από τις στρατηγικές και αποφάσεις που υιοθέτησε η κυβέρνηση του Τράμπ στην Μέση Ανατολή. Η φύση του άρθρου είναι να τις παρουσιάσει συνοπτικά και “επιφανειακά” προκείμενου ο αναγνώστης να έχει μια γενική αποτίμηση των ζητημάτων στα οποία εμπλέκονται τωρινά οι ΗΠΑ στην περιοχή. Η εις βάθος μελέτη των αιτιών και η οποιαδήποτε προσπάθεια διεκπεραίωσης προβλέψεων είναι σε αυτή την περιπτώση όχι μόνο μάταιη διότι πρόκειται για ενημερωτικό άρθρο αλλά και περίπλοκη λόγο της φύσης του εξεταζόμενων θεμάτων (η Αραβοϊσραηλινή διαμάχη είναι ένα σύνθετο και παλιό πρόβλημα που οφείλεται σε κοινωνικά μίση, θρησκεία και πολλά άλλα).

Συνεπώς, καταρχάς ο Ντόναλντ Τραμπ από την αρχή της θητείας του δεν έχει κρύψει την υποστήριξή του προς τον ισραηλινό εταίρο του, Νετανίαχου. Tον Δεκέμβριο του 2017, είχε αναγνωρίσει ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και στη συνεχεία μετέφερε την αμερικανική πρεσβεία στη διαφιλονικούμενη πόλη. Ωστόσο, η πρόσφατη απόφαση του για την αναγνώριση των Υψιπέδων του Γκολάν ως περιοχή που ανήκει στο Ισραήλ από τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών αιφνιδίασε την παγκόσμια κοινότητα και προκάλεσε αντιδράσεις παγκοσμίως. H κίνηση του Αμερικάνου Πρόεδρου υποδεικνύει ότι οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν την δικαία επίλυση του Παλαιστινιακού ζητήματος, αλλά μια επίλυση που θα ταυτίζεται με συμφέροντα του Ισραήλ, που είναι ο κλασσικός σύμμαχος τους.

Η πολιτική του Ιράν είναι ένα θέμα που προβλημάτισε έντονα την κυβέρνηση του Τράμπ. H αλήθεια είναι ότι οι σχέσεις αναμεσά στις δύο χώρες είναι αρκετά αρνητικές από το ‘79 και αυτό δεν έχει αλλάξει έκτοτε. Επομένως, η στάση του Τράμπ δεν αποτέλεσε το στοιχείο έκπληξης τόσο όσο η επιθετική πολιτική που υιοθέτησε απέναντί του. Μετά την κατάργηση της πυρηνικής συμφωνίας και την αναγνώριση των Υψιπέδων του Γκολάν, η εχθρότητα ανάμεσα στις δύο πλευρές έχει επιδεινωθεί.

Ουάσιγκτον και Τεχεράνη έχουν κλιμακώσει αυτόν τον μήνα την αντιπαράθεσή τους σε επίπεδο ρητορικής, μετά την απόφαση του Τραμπ να σφίξει κι άλλο τον κλοιό των κυρώσεων με σκοπό οι ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου να εκμηδενιστούν αλλά και να ενισχύσει την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή του Κόλπου, εξαιτίας των ιρανικών «απειλών» για τις οποίες μιλούν στελέχη της κυβέρνησής του. Οι ΗΠΑ ανέπτυξαν το τελευταίο διάστημα στον Κόλπο ένα αεροπλανοφόρο με τη δύναμη κρούσης του, συστοιχίες αντιαεροπορικών πυραύλων Patriot, στρατηγικά βομβαρδιστικά κι ένα αποβατικό πλοίο με αμφίβια οχήματα υποστηρίζοντας πως έχουν «ενδείξεις» για την προετοιμασία «επιθέσεων» από μέρους του Ιράν ή ενεργούμενών του, κάτι που η Τεχεράνη διαψεύδει.

Άλλο ένα ζήτημα που προβληματίζει τις ΗΠΑ είναι οι κινήσεις της Τουρκίας και η επιλογή τους να προσαρτήσουν τα S-400. Η αγορά των ρωσικών όπλων προκάλεσε πολιτική κρίση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία, καθώς η αμερικανική κυβέρνηση τονίζει ότι δεν είναι συμβατό με τα συστήματα του NATO και μπορεί να αποτελέσει απειλή για τα F-35 που σκοπεύουν να αποκτήσουν οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, διαρκούν μήνες. Η Ουάσινγκτον έχει ξεκαθαρίσει ότι η Άγκυρα δεν μπορεί ταυτόχρονα να έχει τους S-400 και να συμμετέχει στο πρόγραμμα των F-35. Αν η Τουρκία εξοβελιστεί από το εξοπλιστικό πρόγραμμα αυτό θα πρόκειται για ένα από τα πιο σοβαρά πλήγματα στη σχέση των δύο συμμάχων στη σύγχρονη ιστορία, επισημαίνουν ειδικοί.

Τέλος, ο γαμπρός του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, o Jared Kushner, ηγείται αυτή την περίοδο της αντιπροσωπείας της Αμερικής στη Μέση Ανατολή που έχει ως σκοπό να προωθήσει ένα μακροπρόθεσμα ειρηνευτικό σχέδιο για την περιοχή (πάντα σύμφωνο με τις βλέψεις του Τραμπ). Η αντιπροσωπεία θα περάσει από το Μαρόκο, την Ιορδανία και την Ιερουσαλήμ. Ο Κushner θα προσπαθήσει να δημιουργήσει τις βάσεις για να εξασφαλίσει την επιτυχία για το σχέδιο για την επίλυση της Αραβοϊσραηλινής διαμάχης που θα παρουσιάσει ο Τραμπ στην Σύνοδο του Μπαχρέιν το επόμενο μήνα. Η Παλαιστίνη βεβαίως δεν αποδέχεται το ειρηνευτικό πλάνο αλλά η αμερικάνικη κυβέρνηση επικεντρώνεται στους Άραβες επιχειρηματίες, στους οποίους θα παρέχει κέρδη η συμφωνία.


Δαβίδ Φουσιέκ
Απόφοιτος του Τμήματος των Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Πειραιά, με έμφαση στις διεθνείς σχέσεις. Είναι μέλος του Laboratory of Energy and Environmental Policy Laboratory του Πανεπιστημίου Πειραιά. Έχει συμμετάσχει σε ευρωπαϊκά προγράμματα που ασχολήθηκαν με την μεταναστευτική κρίση και τις επιπτώσεις της, καθώς και σεμινάρια και προσομοιώσεις που σχετίζονται με το αντικείμενο των σπουδών του. Έχει διεξάγει έρευνα για το "soft power" της Κίνας στο λιμάνι του Πειραιά. Μητρικές γλώσσες αποτελούν τα Ελληνικά, Αγγλικά και Πολωνικά, ενώ έχει βασικές γνώσεις της Αραβικής και Γερμανικής γλώσσας. Παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον για ζητήματα στρατηγικής, πολιτικής βίας, πόλεμου, διεθνής και ενεργειακής ασφάλειας.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ