Του Μίνωα Ράπτη,
Όπως αναφέραμε και στο πρώτο μέρος του άρθρου, λίγες φορές δίδεται έμφαση στο αντιπολιτευτικό έργο των ανθρώπων που ηγούνται του εκάστοτε κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης. Σκοπός αυτού του άρθρου να ρίξει φως στον τρόπο που άσκησαν τα καθήκοντά τους, οι αρχηγοί της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης μεταπολιτευτικά.
Κώστας Καραμανλής (Αρχηγός της Αντιπολίτευσης 1997-2004)
Ο Κώστας Καραμανλής εμφανίστηκε ως μια λύση ανάγκης εν μέσω έντονης εσωκομματικής τριβής στη Νέα Δημοκρατία, κυρίως ανάμεσα στον πρώην Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και την “τάση” του και τον νυν Πρόεδρο του κόμματος, Μιλτιάδη Έβερτ. Ο Καραμανλής στον πρώτο γύρο των εσωπαραταξιακών το 1997 έλαβε τη στήριξη από το 40% των συνέδρων ανάμεσα σε 4 υποψήφιους (2ος ήρθε ο Γ. Σουφλιάς, βασικός εκφραστής των Μητσοτακικών, 3ος ο Μιλτιάδης Έβερτ και 4ος ο Βύρων Πολύδωρας). Έπειτα από μια εντυπωσιακή έναρξη και μια έμμεση στήριξη από τον Έβερτ, στον δεύτερο γύρο, το 70% των συνέδρων ανέδειξε τον Καραμανλή σε Πρόεδρο της ΝΔ. Ο Καραμανλής λόγω του άφθαρτου της δημόσιας εικόνας του συνάντησε μια περίοδο χάριτος στην προεδρεία του κόμματος κάτι που για πολλούς σηματοδότησε τον ερχομό της πολυπόθητης ενότητας στη γαλάζια παράταξη. Κάτι τέτοιο δεν υπήρχε όπως έγινε ξεκάθαρο σε λιγότερο από έναν χρόνο από την εκλογή του. Στην προσπάθεια του να εκμεταλλευτεί τα νεοφιλελεύθερα στοιχεία της ασκούμενης πολιτικής από την Κυβέρνηση του Σημίτη, ο Καραμανλής θέλησε να αναδείξει το κοινωνικό πρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας, ερχόμενος σε σφοδρή σύγκρουση με το ΠΑΣΟΚ για ένα σχέδιο νόμου αναφορικά με τη λειτουργία των ΔΕΚΟ. Παραβιάζοντας την κομματική γραμμή καταψήφισης του νομοσχεδίου, 10 βουλευτές της ΝΔ απείχαν της ψηφοφορίας ή είπαν “παρών”, ανάμεσά του και ο πρώην πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης. Ο Καραμανλής έθεσε όλους τους βουλευτές (πλην του Επίτιμου) σε παραπομπή προς το Πειθαρχικό Συμβούλιο του κόμματος, με κάποιους να συναντούν οριστική διαγραφή απ’το κόμμα ως ποινή, και κάποιους προσωρινή. Η κίνηση αυτή λειτούργησε και λίγο ως “εκκαθάριση” για τον Καραμανλή, ο οποίος εν συνεχεία έδωσε μεγάλη βάση στις δημοτικές εκλογές του 1998, όπου σημείωσε και την πρώτη μεγάλη του νίκη απέναντι στο ΠΑΣΟΚ, κερδίζοντας όλους τους μεγάλους Δήμους (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιάς). Στις ευρωεκλογές του 1999 ήρθε η δεύτερη νίκη, Η Νέα Δημοκρατία κέρδισε την πρώτη εκλογική διαδικασία από το 1990, σχεδόν μετά από 10 χρόνια. Το ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να συνεχίσει ανενόχλητο το κυβερνητικό του έργο, με τη ΝΔ να κάνει λόγο για απώλεση νομιμοποίησης. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας που έπρεπε να γίνει μέχρι αρχές του 2000 συνέπεσε σε μια χρονική περίοδο η οποία είχε έντονα προεκλογικά χαρακτηριστικά. Ο Καραμανλής προσπάθησε να δραπετεύσει απ’την τεχνητή παγίδα της Κυβέρνησης Σημίτη που ήθελε να τον οδηγήσει στο να καταψηφίσει τον προερχόμενο απ’τα σπλάχνα της ΝΔ Κωστή Στεφανόπουλο, ώστε να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, με δική της ευθύνη. Ο Καραμανλής, αρχικά σιωπηρός, με έναν κοινοβουλευτικό αιφνιδιασμό ανακοίνωσε τη στήριξη του κόμματος του στην υποψηφιότητα Στεφανόπουλου, ζητώντας όμως ταυτόχρονα πρόωρες εκλογές. Οι εκλογές έγιναν τελικά τον Απρίλιο του 2000 και έχουν μείνει λίγο-πολύ στην σύγχρονη ελληνική πολιτική ιστορία είτε ως οι εκλογές “ρεκόρ δικομματισμού” με τα 2 μεγάλα κόμματα να λαμβάνουν πάνω από το 85% των ψήφων, αλλά και ως οι εκλογές “θρίλερ” με τα δύο κόμματα να εναλλάσσονται στην πρώτη θέση κατά τη διάρκεια της καταμέτρησης, τις περισσότερες εταιρείες δημοσκοπήσεων να προβλέπουν μέσω των exit polls επικράτηση της ΝΔ, και μετά την περιβόητη ενσωμάτωση της Β’ Αθηνών στο συνολικό αποτέλεσμα, εν τέλει να επικρατεί το ΠΑΣΟΚ με μια διαφορά γύρω στο 1,5%. Κάποιοι είπαν ότι έπεσαν για ύπνο με Καραμανλή και ξύπνησαν με Σημίτη. Το αξιοπαρατήρητο στην εκλογική συμπεριφορά στη συγκεκριμένη αναμέτρηση ήταν ότι η ΝΔ κατάφερε να αποσπάσει πολλές ψήφους από πολίτες προερχόμενους από την Αριστερά. Αυτό συνέβη αρχικά λόγω της ιδεολογικής διεύρυνσης προς το κοινωνικό Κέντρο που επιχειρήθηκε από το επιτελείο του Καραμανλή (κάτι που έκανε πολύ εύκολο η μη-κοινωνική πολιτική που (δεν) ασκούσε το ΠΑΣΟΚ), αλλά και ο πολλές φορές ηγεμονικός και “καθεστωτικός” τρόπος που λειτουργούσε το κυρίαρχο κυβερνητικό κόμμα. H δεύτερη τετραετία όμως του Σημίτη στην Κυβέρνηση έδωσε θετικούς οιωνούς στην κεντροδεξιά παράταξη. Η φούσκα του Χρηματιστηρίου, η μετωπική σύγκρουση με την Εκκλησία για το θρήσκευμα στις ταυτότητες, η βύθιση του Σάμινα ήταν μόνο μερικά από τα συγκλονιστικά γεγονότα που στιγμάτισαν το πρώτο εξάμηνο της νέας κυβέρνησης που στηριζόταν σε ένα ούτως ή άλλως ισχνό εκλογικό προβάδισμα. Παράλληλα ο Καραμανλής φρόντισε να συσπειρώσει την παράταξη. Η επιστροφή του Γιώργου Σουφλιά στο κόμμα και η απόφαση του Δημήτρη Αβραμόπουλου να ξανασχοληθεί με την κεντρική πολιτική σκηνή έδωσαν αέρα στα πανιά της ΝΔ. Μεγάλο πλήγμα δέχθηκε η Κυβέρνηση Σημίτη και από μια τεράστια πολιτική ήττα σε ό,τι είχε να κάνει με το νέο ασφαλιστικό το οποίο και αναγκάστηκε να αποσύρει. Λανθασμένοι χειρισμοί στο Κυπριακό κατά την ενταξιακή πορεία της Κύπρου στην ΕΕ αλλά και σε σχέση με το σχέδιο Ανάν επιδείνωσαν ακόμη περισσότερο το προφίλ του Σημίτη, ενώ η ένταξη της χώρας στην ζώνη του ευρώ έφερε μεγάλη αναταραχή στην οικονομία. Αποτέλεσμα αυτών ήταν ο Σημίτης να μην ηγηθεί καν της προεκλογικής εκστρατείας του ΠΑΣΟΚ για τις εθνικές εκλογές του 2004, δίνοντας το “δαχτυλίδι” στον Γιώργο Παπανδρέου. Το σκεπτικό ήταν ότι και μόνο λόγω ονόματος θα κινητοποιούσε μεγάλη μερίδα θαυμαστών του Ανδρέα να επιστρέψουν στις κάλπες για να στηρίξουν το ΠΑΣΟΚ. Παρ’όλα αυτά, η εκλογική νίκη της ΝΔ στις εθνικές εκλογές του 2004 ήταν ευρεία.
Γιώργος Παπανδρέου (Αρχηγός της Αντιπολίτευσης 2004-2009)
Ο Γιώργος Παπανδρέου βρέθηκε στην αξιωματική αντιπολίτευση σε μια χρονική περίοδο που μόνο φιλική δεν ήταν για το ΠΑΣΟΚ και τον ίδιο. Η ΝΔ βρέθηκε στην εξουσία μετά από 11 χρόνια αποχής από αυτήν και ήταν φυσικό να έχει κοινωνικά πολύ μεγαλύτερη περίοδο χάριτος, ακόμα και από κοινωνικές ομάδες που δεν συμπαθούσαν παραδοσιακά τη Δεξιά αλλά είχαν σιχαθεί την κρατικοποίηση του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Εκείνη την περίοδο σημειώθηκαν και σημαντικές νίκες της χώρας και οδήγησαν σε μια γενικευμένη εθνική υπερηφάνεια (Ολυμπιακοί Αγώνες, Euro, ακόμα και Eurovision). Στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ δε, ήταν πολλοί εκείνοι που δεν πήραν ποτέ στα σοβαρά τον Γιώργο Παπανδρέου. Τον άφηναν απλά να ασκήσει το «κληρονομικό του δικαίωμα» όπως είχε χαρακτηριστεί, περιμένοντας την πρώτη του γκάφα ώστε να τον ανατρέψουν και να συνεχίσουν πορεία στην γραμμή Σημίτη μακριά από το παλιό ορθόδοξο Παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ. Πρωτεργάτης αυτών ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Η κυβέρνηση Καραμανλή χαρακτηρίστηκε από μια σειρά από γεγονότα. Ο τότε πρωθυπουργός με τη ρητορική του είχε κηρύξει πόλεμο με μεγάλη μερίδα επιχειρηματικών κύκλων, οι οποίοι με τη σειρά τους και μέσα από τον Τύπο, υπονόμευαν την Κυβέρνηση και στήριζαν έντονα το ΠΑΣΟΚ. Η πενταετής διακυβέρνηση από τον Καραμανλή και τη ΝΔ είδε τη δημοσίευση δεκάδων σκανδάλων (Siemens, υποκλοπές, Βατοπέδι και πολλά άλλα) που έπληξαν την εικόνα της κυβέρνησης, ενώ η προεκλογική περίοδος του 2007 έγινε εν μέσω θρήνου για τα θύματα από τις πυρκαγιές της Ηλείας. Έχοντας όλα αυτά στην πλάτη του ο Καραμανλής ξανακέρδισε τις εκλογές, γεγονός που πυροδότησε εσωκομματική διαδικασία στο ΠΑΣΟΚ. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος αμφισβήτησε και ανοιχτά πια την ηγεσία Παπανδρέου, δίχως όμως αποτέλεσμα, αφού ο γιος του ιδρυτή του κόμματος επανεξελέγη. Οι λάθος χειρισμοί της δεύτερης κυβέρνησης Καραμανλή σε ό,τι είχε να κάνει με την αντιμετώπιση της διεθνούς οικονομικής κρίσης που ξέσπασε το 2008, η συνεχής δημοσίευση σκανδάλων, η μη-λύση και οι αντιδράσεις που επήλθαν από την “εθνική γραμμή” στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι για το Μακεδονικό, με κερασάκι στην τούρτα τη δολοφονία Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκεμβρίου του 2008 είχαν πλέον οδηγήσει την κυβερνητική πορεία του Καραμανλή σε αδιέξοδο. Έπειτα κι από την ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις ευρωεκλογές του 2009, ο Καραμανλής οδήγησε τη χώρα σε πρόωρες εκλογές. Ο Γιώργος Παπανδρέου στον τομέα της Οικονομίας επέλεξε να αγνοήσει τις ενδείξεις της ευρωπαϊκής και διεθνούς κοινότητας για την επικινδυνότητα που υπάρχει και διεξήγαγε μια λαϊκιστική προεκλογική εκστρατεία, με τρανταχτό παράδειγμα αυτής να είναι το περίφημο “Λεφτά υπάρχουν, αν τα διεκδικήσεις”. Ο Καραμανλής έλαβε ένα ταπεινωτικό 33% στις εκλογές, με την ποσοστιαία διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα να γίνεται διψήφια. Το ποσοστό αυτό είναι το μικρότερο που είχε λάβει ως τότε η γαλάζια παράταξη αλλά και ποσοστό που δεν κατάφερε να ξαναγγίξει εκ τότε σε εθνικές εκλογές μέχρι σήμερα.
Αντώνης Σαμαράς (Αρχηγός της Αντιπολίτευσης 2009-2011)
Ο Αντώνης Σαμαράς εξελέγη Πρόεδρος της ΝΔ στην πρώτη (αμφιλεγόμενη) εσωκομματική διαδικασία όπου είχαν το δικαίωμα ψήφου όλα τα μέλη του κόμματος. Ήταν μια εκλογή-σοκ αφού το φαβορί για τη νίκη ήταν η Ντόρα Μπακογιάννη, νίκη που πολλοί λένε ότι θα είχε εξασφαλίσει εάν δεν είχε αποδεχθεί την αλλαγή της τελευταίας στιγμής στην εκλογική διαδικασία και επέμενε στο να εκλεγεί ο Πρόεδρος με τον παραδοσιακό, σύμφωνο με τον καταστατικό, τρόπο. Ο Αντώνης Σαμαράς έκανε στροφή σε ένα πιο παραδοσιακό συντηρητικό μοντέλο αντιπολίτευσης απέναντι από τον προοδευτικό και αμερικανόφερτο Παπανδρέου που ήθελε να αποποινικοποιήσει την κάνναβη. Φυσικά όλα αυτά απασχόλησαν λίγο την κοινή γνώμη, καθώς στις αρχές του 2010 ο Γιώργος Παπανδρέου αντικρίζοντας την όντως άθλια οικονομική κατάσταση του κράτους, οδήγησε τη χώρα στην εποπτεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και η χώρα οδηγήθηκε στην περίφημη μνημονιακή περίοδο. Ο Αντώνης Σαμαράς επέλεξε επί της αρχής να αντιπολιτευτεί σθεναρά το Μνημόνιο (που στην αρχή ονομαζόταν Μεσοπρόθεσμο). Κάποιοι τον κατηγορούν ότι αυτός δημιούργησε το περίφημο αντιμνημονιακό τέρας που έμελλε αργότερα να ποδοπατήσεις και τον ίδιο. Υπήρχαν φωνές εντός του κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης που έκριναν ότι η υπεύθυνη στάση θα ήταν να ασκήσουν προγραμματική κριτική σε πτυχές του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, στηρίζοντας όμως την κυβέρνηση στο μεταρρυθμιστικό της έργο και ψηφίζοντας τα πακέτα στη Βουλή. Πρωτεργάτης της άποψης, η κύρια εσωκομματική αντίπαλος του Αντώνη Σαμαρά, η Ντόρα Μπακογιάννη. Ξεκίνησε έτσι στην Ελλάδα μια περίοδος βαθιάς κομματικής αναδιάταξης. Το ΠΑΣΟΚ ψηφίζει το Μεσοπρόθεσμο, με πολλούς βουλευτές του να αντιδρούν στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα, καταψηφίζοντας το αλλά και αποχωρώντας από το κόμμα και την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Η Ντόρα Μπακογιάννη θεωρεί ευκαιρία να αναδείξει τις διαφωνίες της με την ηγετική ομάδα Σαμαρά, ψηφίζει το Μνημόνιο και διαγράφεται. Την ακολουθεί μερίδα κι άλλων βουλευτών της συντηρητικής παράταξης στην ίδρυση ενός νέου κόμματος. Και τα 2 “κραταιά” κόμματα της Μεταπολίτευσης έχουν υποστεί κοινοβουλευτική ήττα. Η περίοδος 2010-2011 χαρακτηρίζεται από γιγάντιες διαδηλώσεις αγανακτισμένων που συναντούν και έντονη καταστολή από τις αστυνομικές δυνάμεις. Έπειτα από αλλεπάλληλες δημόσιες γκάφες του Πρωθυπουργού αλλά και λόγω της βαθιά αντι-λαϊκής πολιτικής που ασκεί η κυβέρνηση του, σε πλήρη αντίθεση με τις προεκλογικές του εξαγγελίες, το πολιτικό του κεφάλαιο έχει εξαερωθεί και το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε δημοσκοπική καθίζηση. Ο Παπανδρέου παραιτείται από Πρωθυπουργός και σχηματίζεται η κυβέρνηση Λουκά Παπαδήμου με τη στήριξη του εναπομείναντος ΠΑΣΟΚ, μεγάλης μερίδας της ΝΔ αλλά και του ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη. Εκεί η ΝΔ αλλάζει ρώτα, συμπράττει με το ΠΑΣΟΚ στην ψήφιση και εφαρμογή του περίφημου PSI, ενώ το κομματικό τοπίο αλλάζει άρδην, με αντιμνημονιακά στελέχη του ΠΑΣΟΚ να δραπετεύουν προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αντιμνημονιακά στελέχη της ΝΔ να σχηματίζουν νέο κόμμα υπό τον Πάνο Καμμένο (εκεί γεννιούνται οι Ανεξάρτητοι Έλληνες), τη Μπακογιάννη να συνεχίζει αυτόνομα, το νεοφιλελεύθερο Βενιζέλο να παίρνει επιτέλους τα ηνία του κατακερματισμένου ΠΑΣΟΚ, τον Φώτη Κουβέλη να διεκδικεί με τη ΔΗΜΑΡ τον ρόλο της “υπεύθυνης αριστεράς” στη θέση του ΠΑΣΟΚ, στελέχη του ΛΑΟΣ να καταφεύγουν στη ΝΔ ενόψει εκλογικής συρρίκνωσης και τη Χρυσή Αυγή να αναδύεται ως η βασική φωνή της ψήφου διαμαρτυρίας. Το κομματικό τοπίο μετά τις εκλογές του Μαΐου του 2012 στην Ελλάδα δεν θα ‘ναι ποτέ πια το ίδιο.
Αλέξης Τσίπρας (Αρχηγός της Αντιπολίτευσης 2012-2015)
Ο Αλέξης Τσίπρας βρέθηκε στην αρχηγία της Αντιπολίτευσης σε μια από τις μεγαλύτερες εκλογικές ανατροπές της Μεταπολίτευσης. Δέχθηκε επίσημα πρόσκληση να συμμετέχει στην κυβέρνηση μαζί με τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ κάτι το οποίο αρνήθηκε θέλοντας να εκφράσει το έντονο αντιμνημονιακό μέτωπο στην ελληνική κοινωνία. Η αντιπολιτευτική στρατηγική του Τσίπρα χαρακτηρίστηκε ως βαθιά λαϊκιστική, με έντονα συναισθηματικά φορτισμένο λεξιλόγιο που κατά πολλούς δεν άρμοζε πάντα στον πολιτικό πολιτισμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας αξιοποίησαν έντονα παραδοσιακές διαδικασίες διαμαρτυρίας της Αριστεράς όπως ήταν οι συγκεντρώσεις, οι πορείες, τα καλέσματα σε απεργίες κ.α. Βασικό στιγμιότυπο της σύγκρουσης του Αλέξη Τσίπρα με την Κυβέρνηση Σαμαρά ήταν το αντιδημοκρατικό κλείσιμο της ΕΡΤ με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, γεγονός που αποτέλεσε άλλωστε και αφορμή για την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από το κυβερνητικό σχήμα. Οι εξορύξεις στις Σκουριές, οι μειώσεις των συντάξεων, ο “Ξένιος Ζευς”, οι επαναπροωθήσεις προσφύγων και η άρνηση παροχής άδειας στον κρατούμενο Νίκο Ρωμανό αποτέλεσαν άλλες κορυφαίες συγκρούσεις μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Έντονη αντιπαράθεση γινόταν συχνά με κατηγορίες διαφθοράς ενάντια στην Κυβέρνηση, είτε λόγω κατάχρησης της πλειοψηφίας στο Κοινοβούλιο, είτε λόγω άλλων τακτικών (πχ όπως αναφέραμε ήδη τις ΠΝΠ). Ο Τσίπρας κατηγορήθηκε πολλάκις για προσπάθειες αποσταθεροποίησης της Κυβέρνησης, ενώ όταν ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να μην ψηφίσει τον Σταύρο Δήμα για Πρόεδρο της Δημοκρατίας συμπαρασύροντας τους ΑΝΕΛ και τη ΔΗΜΑΡ σε καταψήφιση θεωρήθηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συνωμότησε στο να πέσει η Κυβέρνηση Σαμαρά. Είχε μεσολαβήσει ήδη η ήττα της ΝΔ στις ευρωεκλογές του 2014, ενώ η πλήρης εφαρμογή των μνημονιακών ρυθμίσεων είχε εξαντλήσει σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική συνοχή αλλά και πείσει μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου ότι το πιθανό ρίσκο εξόδου από το ευρώ ή την ΕΕ άξιζε τον κόπο περισσότερο απ’ότι η συνέχιση της λιτότητας. Η όλη προεκλογική περίοδος διακρίθηκε από πολύ χαμηλό επίπεδο πολιτικού λόγου που πολλές φορές άγγιζε τα όρια της πολιτικής ανωμαλίας. Ενδεικτικά να πούμε ότι ο Αντώνης Σαμαράς δεν παρέδωσε καν ο ίδιος την εξουσία στον νεοεκλεχθέντα Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Ο Τσίπρας προεκλογικά πόνταρε πάρα πολύ στο προσωπικό του χάρισμα και στην ανέγερση του δικού του ηγετικού προφίλ, ως τον άνθρωπο που μπορεί να βγάλει τη χώρα από την οικονομική περιδίνηση των τελευταίων χρόνων, ενώ και πριν προκηρυχθούν οι εκλογές (βλ. Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης) αλλά και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας δεν δίστασε να προβεί σε προγραμματικές θέσεις υπερβολικές για τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας, επιμένοντας όμως παράλληλα ότι αποτελούν κοστολογημένες προτάσεις για τη βελτίωση της ζωής των πολιτών.
Βαγγέλης Μεϊμαράκης (Αρχηγός της Αντιπολίτευσης 2015)
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης ξεκίνησε ως μεταβατικός Πρόεδρος της ΝΔ μετά την παραίτηση του Αντώνη Σαμαρά το βράδυ της 5ης Ιουλίου μετά την ήττα του “ΝΑΙ” στο δημοψήφισμα. Ο Μεϊμαράκης ήταν όμως που έμελλε να ηγηθεί της μεγάλης κεντροδεξιάς παράταξης στις τρίτες κάλπες που στήθηκαν μέσα σε μια χρονιά, τον Σεπτέμβριο του 2015. Η επιλογή του Μεϊμαράκη ηματοδότησε μια de facto επιστροφή στην λαϊκή κοινωνική δεξιά. Η επιλογή του είχε να κάνει με το γεγονός ότι ήταν ένας από τους πρεσβύτερους στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, ενώ ο χαλαρός τρόπος ομιλίας του αξιοποιήθηκε σε μια έντονη προσπάθεια επαναπροσέγγισης της νέας γενιάς. Το αντιπολιτευτικό του στυλ πριν προκηρυχθούν οι εκλογές είχε ως στόχο να τονίσει την υπεύθυνη στάση της Νέας Δημοκρατίας σε μια ομολογουμένως πολύ κρίσιμη στιγμή της χώρας, και επεδίωκε τη συναίνεση. Δεν ήταν λίγες οι φωνές εντός της ΝΔ τη δεδομένη χρονική στιγμή που ήθελαν να γίνει κάλεσμα σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Πάντως μπορεί ο Μεϊμαράκης να έμεινε για πολύ μικρό χρονικό διάστημα στη θέση του Αρχηγού της αντιπολίτευσης λόγω και αντίστοιχων αναταράξεων στο εσωτερικό του κόμματος του, αλλά κατάφερε να αφήσει το δικό του στίγμα στην προσέγγιση της αντιπολίτευσης απέναντι στην Κυβέρνηση.
Σημείωση: Τυπικά διετέλεσαν αρχηγοί της αντιπολίτευσης και η γενική γραμματέας του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, ο προσωρινός Πρόεδρος της ΝΔ Γιάννης Πλακιωτάκης που λόγω περιορισμένου χρόνου που πέρασαν στο αξίωμα δεν συμπεριλήφθηκαν, ενώ από το 2016 εν ενεργεία Αρχηγός της Αντιπολίτευσης είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και κρίθηκε απαραίτητο να μην σχολιαστεί η θητεία του στο αξίωμα προτού αυτή ολοκληρωθεί.
Γεννημένος και μεγαλωμένος από το 1998 στην Αθήνα, προπτυχιακός φοιτητής στο Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης & Πολιτικής Επιστήμης του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης στην Κομοτηνή, στην κατεύθυνση της Πολιτικής Επιστήμης.