Του Άγγελου Μαρίνου,
Μέτα από δύο συνεχόμενα τρίμηνα οικονομικής συρρίκνωσης, η Ιταλία έκανε την έκπληξη, ξεπερνώντας τις επίσημες προσδοκίες για ανάπτυξη 0,1%, φτάνοντας… στο 0,2%.
Για πολλούς αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης φαίνεται μικρός, κυρίως γιατί είναι. Η Ιταλία έχει αναπτυχθεί κατά μέσο όρο 0,6% για κάθε χρόνο από το 1996. Η βελτίωση της παραγωγικότητας είχε ήδη παγώσει από τα τελευταία χρόνια πριν την είσοδο στην Ευρωζώνη, και καμία ουσιαστική αλλαγή δεν έχει πραγματοποιηθεί έκτοτε στο προφίλ της Ιταλικής οικονομίας. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η Ιταλία δεν έχει εμφανίσει σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης εδώ και μία εικοσαετία, δεν είναι περίεργο που δεν υπάρχει πλεόνασμα αισιοδοξίας για το Ιταλικό ζήτημα.
Η Ιταλική κυβέρνηση έχει αναπτύξει διάφορες θέσεις όσον αφορά το πώς θα επιτύχει τους οικονομικούς της στόχους, δηλαδή τη σταθεροποίηση ή και μείωση του χρέους με τη ταυτόχρονη προστασία του εισοδήματος των πολιτών. Η απλοποίηση του φορολογικού συστήματος, η μείωση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και η αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος, είναι κάποιες από αυτές. Η θέση περί αύξησης των δαπανών ωστόσο, που προκύπτει κυρίως από τις θέσεις του πρώτου κόμματος της κυβέρνησης, του Κινήματος 5 Αστέρων (που ακούγεται σαν να βγήκε από μυθιστόρημα), έχει αναστατώσει τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Η Ένωση ήταν στο «τσακ» να ξεκινήσει διαδικασίες συμμόρφωσης για την Ιταλία πριν από 2 εξάμηνα, λόγω του αυξημένου ελλείμματος. Αυτό όμως αποφεύχθηκε, πρωτίστως για λόγους πολιτικούς, αλλά επίσης για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει υπάρξει απάντηση για το Ιταλικό πρόβλημα εδώ και μία εικοσαετία.
Η πολιτική ισορροπία της Ιταλίας επίσης αποτελεί πρόβλημα.
Όπως γίνεται άμεσα αντιληπτό από την εικόνα, η κυβέρνηση έχει χωρίσει ανάμεσα της Βορρά και Νότο, με το κόμμα του Σαλβίνι να κατέχει ξεκάθαρα τον Βορρά, και το κόμμα του Ντι Μάιο το Νότο. Ο κουρασμένος Ιταλικός Νότος, ο οποίος αποτελεί και το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ιταλικής οικονομίας, βασίζεται κυρίως σε οικογενειακές επιχειρήσεις. Δεδομένης της εγκατάλειψης των οικογενειακών επιχειρήσεων από τα τέκνα, ένα σύγχρονο οικονομικό πρόβλημα, ο Νότος βρίσκεται σε δυσχερή θέση, καθώς έχει επιπλέον να αντιμετωπίσει χρόνια ελλειμματική ζήτηση και ανάπτυξη εισοδήματος. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιον, που οι κουρασμένοι Νότιοι κατέληξαν στο Κίνημα 5 Αστέρων, όπου προεκλογικά έταζε εγγυημένο εισόδημα, αντιμετώπιση της διαφθοράς (πιθανό αίτιο δυσχέρειας για το Νότο) καθώς και άλλες φιλολαϊκές πολιτικές.
Αυτές οι πολιτικές θέσεις του πρώτου κόμματος, έχουν φέρει πονοκέφαλο στο κυρίαρχο -βάσει δημοσκοπήσεων – κόμμα της Λέγκας του Βορρά, το οποίο επιπλέον έχει να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι ο εν ενεργεία υπουργός οικονομικών δεν συμβαδίζει διαλεκτικά με κανένα από τα δύο κόμματα, καθώς αποτελεί αντικατάσταση του ευρωσκεπτικιστή Paolo Savona, και επιλέχθηκε καθαρά για να μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, ο γενικός πολιτικός και τεχνοκρατικός χαρακτήρας του Giovanni Tria γίνεται αντιληπτός, εάν αναφέρουμε την δέσμευση του για ελλείμματα που δεν ξεπερνούν το 2%. Μέτα από πολύ πίεση και αρνητικές οικονομικές συγκυρίες, δέχθηκε να συμφωνήσει σε ένα έλλειμμα που θα φτάνει στο 2,4% δίνοντας εκ νέου αφορμή για ανησυχίες στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Το γεγονός που προκύπτει είναι ένα, και είναι ότι δεν έχει υπάρξει καμία αξιοπρεπής πρόταση, κίνηση, συγκυρία, η οτιδήποτε άλλο το οποίο θα έδινε ανάσα στην Ιταλική οικονομία. Τα προβλήματα των τραπεζών της που αποτελούσαν τεράστιο κίνδυνο στο παρελθόν δεν έχουν ξεπεραστεί ακόμα πλήρως, και η οικονομία συνεχίζει να βαδίζει στην σηψαιμική της μοίρα. Δεδομένης και της αντι-ανταποδοτικής πολιτικής ισορροπίας που έχει επιτευχθεί, η κατάσταση είναι οικτρή.
Γεννηθείς το 1996 στη Κομοτηνή, είναι φοιτητής του Οικονομικού Τμήματος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, με κατεύθυνση στην οικονομική ανάλυση. Διαθέτοντας ακόρεστο ενδιαφέρον για τα πολιτικά, αρθρογραφεί στην κατηγορία των Οικονομικών του OffLine Post.