Του Θάνου Ι. Κουλουβάκη,
Δεν είναι λίγες οι θέσεις, οι απόψεις αλλά ακόμη και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται και ακούγονται στην κοινωνία μας από έναν αρκετά μεγάλο αριθμό ατόμων και είναι άκρως κακοποιητικές. Στην καθημερινή ζωή, ενδεχομένως, η πλειονότητα των ανθρώπων δεν δίνει σημασία – ή δεν αντιλαμβάνεται καν – τέτοιου είδους εκφράσεις· εν τούτοις, θεωρώ πως είναι εύλογο να αναφερθώ σε μία συγκεκριμένη λέξη, η οποία χρησιμοποιείται ακατάπαυστα και είναι άκρως κακοποιητική και ρατσιστική.
Αλήθεια, πόσες φορές έχουμε ακούσει όλες και όλοι να έρχεται στη συζήτηση η λέξη «λαθρομετανάστης»; Πόσες φορές έχουμε βρεθεί μπροστά σε ανθρώπους που δεν διστάζουν να αποκαλούν άλλους ανθρώπους «λαθραίους»; Πόσες φορές έχουμε κληθεί να διαχειριστούμε ανθρώπους με τέτοιες απόψεις και να εξηγήσουμε ότι κανένας άνθρωπος δε μπορεί να είναι λαθραίος, διότι απλούστατα δεν μιλάμε για ένα αντικείμενο, αλλά για έναν άνθρωπο με συναισθήματα, βιώματα, εμπειρίες, ανάγκες;
Υποθέτω ότι πολλές και πολλοί είναι αυτές και αυτοί που έχουν αναγκαστεί να μιλήσουν για αυτό το ζήτημα και να μπουν στη διαδικασία να εξηγήσουν για ποιο λόγο είναι επικίνδυνο να χρησιμοποιεί κάποιος λέξεις σαν και την προαναφερθείσα. Πολλές φορές έχουμε εξηγήσει ότι τυχαία δεν βρισκόμαστε εμείς στη θέση αυτών των ανθρώπων, τυχαία δεν καλούμαστε εμείς να περάσουμε σύνορα για να προστατέψουμε τον εαυτό μας και την οικογένειά μας, τυχαία δεν βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή σε μία βάρκα στη μέση του πελάγους.
Είναι εξοργιστικό και τρομακτικό συνάμα, να βλέπεις ανθρώπους να εξαπολύουν μίσος απέναντι σε άλλους ανθρώπους – δίχως να ξέρουν εν τέλει γιατί τούς μισούν. Είναι τρομακτικό να βλέπεις να βαφτίζουν ανθρώπους «παράνομους», «λαθραίους» και να τους αντιμετωπίζουν σαν εμπόρευμα – σαν άψυχα αντικείμενα. Και όχι, φίλοι και φίλες, δε μπορώ να πιστέψω ότι ένας άνθρωπος έχει έστω και ίχνος καλοσύνης μέσα του αν εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο και πιστεύει όσα λέει. Όχι, δεν δέχομαι ότι είναι καλός άνθρωπος· το μίσος προς τόσους άλλους ανθρώπους δεν είναι σημάδι καλής πρόθεσης. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι φοβάται. Δε φοβάται! Απλώς αισθάνεται ότι έχει εξουσία στα χέρια του – εξουσία πάνω σε αυτούς τους ανθρώπους – και θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα να τους λοιδωρεί και να τους υποτιμά· πάντοτε, βεβαίως, προβαίνοντας σε υπεργενικεύσεις.
Και, εν τέλει, νιώθει καλύτερα με το «εγώ» του (;) έχοντας μια αίσθηση ανωτερότητας να τον κατακλύζει. Έχοντας την αίσθηση ότι ο εαυτός του αξίζει κάτι παραπάνω, ότι η ζωή του είναι πιο σημαντική και πιο πολύτιμη. Μάλλον του αρέσει κιόλας η εξουσία που νομίζει ότι αποκτά.
Αλλωστε, έχουμε δει και ακούσει ανθρώπους «της εξουσίας» να εξαπολύουν αντίστοιχου τύπου εκφράσεις. Ας μη ξεχνάμε ότι πριν από μερικά χρόνια – το 2012 – υπουργός του κόμματος που κατείχε τότε την εξουσία ανήγγειλε ότι «Η Αθήνα θα καθαρίσει σε λίγες ημέρες, σήμερα ή αύριο θα ανακοινωθεί ότι τα διαμερίσματα στα οποία υπάρχουν μαζικά λαθρομετανάστες θα αδειάζουν…».
Η Αθήνα δεν χρειάζεται καθάρισμα κύριε πρώην υπουργέ! Η Αθήνα δεν έχει γεμίσει λαθραίους, παράνομους, ξένους· η Αθήνα έχει γεμίσει με ανθρώπους που προσδοκούν ότι θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον γι’ αυτούς και τους ανθρώπους που αγαπούν. Μαζέψτε, λοιπόν, τον ρατσισμό σας και κοιτάξτε πως θα κατορθώσετε να τους το παρέχετε.
Γεννήθηκε το 1997 στην Αθήνα. Σπουδάζει στο τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης, στο Ρέθυμνο. Αφοσιώθηκε από μικρή ηλικία στη λογοτεχνία – τόσο ως αναγνώστης όσο και ως δημιουργός. Στα εφηβικά του χρόνια ξεκίνησε την ενασχόλησή του με την αρθρογραφία, η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τον χώρο των εκδόσεων και δύο βιβλία του έχουν εκδοθεί.