Συνέντευξη στον Γιώργο Κίτη,
Ο Χάρης Θεοχάρης (γενν. 1970), έχοντας εργαστεί από νεαρή ηλικία με επιτυχία σε μεγάλες (Lehman Brothers) αλλά και start-up επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, δεν είναι αυτό που λέμε «επαγγελματίας πολιτικός». Στην πολιτική σκηνή της χώρας συστήθηκε το 2011, όταν ανέλαβε τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, ενώ από τις αρχές του 2013 έως και τον Ιούνιο του 2014 διετέλεσε Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων. Στην εκλογική μάχη μπήκε για πρώτη φορά στις εκλογές του 2015, όταν και κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής με Το Ποτάμι τόσο τον Ιανουάριο όσο και τον Σεπτέμβριο. Στις 19 Απριλίου 2016 ο κος Θεοχάρης αποχώρησε από Το Ποτάμι και ύστερα από δύο χρόνια ως ανεξάρτητος βουλευτής προσχώρησε τον Δεκέμβριο του 2018 στην κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας. Στις προσεχείς εκλογές θα δώσει τη μάχη του σταυρού με το «γαλάζιο» ψηφοδέλτιο στην εκλογική περιφέρεια του Νοτίου Τομέα της Β’ Αθηνών. Διαβάστε τι είπε στο offlinepost.gr και τον Γιώργο Κίτη για την αποχώρησή του από Το Ποτάμι, την επένδυση στο Ελληνικό και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Καταρχάς κύριε Θεοχάρη σας ευχαριστούμε πολύ για την ανταπόκρισή σας, είμαστε πολύ χαρούμενοι για την σημερινή συνέντευξη.
Η χαρά είναι όλη δική μου, σας ευχαριστώ για την πρόσκληση.
- Στα τέλη του 2011 αναλάβατε την Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, ενώ στην συνέχεια διατελέσατε Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων, από το 2013 έως και τον Ιούνιο του 2014. Τι σας εξώθησε στο να παραιτηθείτε από την θέση σας, μετά από μία επιτυχημένη θητεία και ενώ απέμεναν ακόμη τέσσερα χρόνια;
Αυτή η περίοδος ήταν πράγματι πολύ δημιουργική και μια περίοδος, κατά την οποία καταφέραμε να πετύχουμε πολλά από αυτά που θέλαμε, τόσο στην Γ.Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, όσο και στην Γ.Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων. Δεν αποφύγαμε κάποιες αποτυχίες σε προσπάθειες για αναμορφώσεις, οι οποίες δεν ολοκληρώθηκαν. Δεν ήταν όμως το πολιτικό σύστημα ώριμο εκείνη την εποχή να συνειδητοποιήσει και να καταλάβει ότι συνολικά το Δημόσιο αλλά κυρίως κάποια νευραλγικά πόστα θα έπρεπε να λειτουργούν με μια πολύ διαφορετική λογική από τη συνήθη κομματικοκρατική σκέψη, η οποία δυστυχώς είναι κυρίαρχη σε όλα τα κόμματα του πολιτικού φάσματος. Θεωρώ ότι πολλά έχουν αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Όμως σίγουρα τότε το καλύτερο που μπορούσα να κάνω ήταν να παραιτηθώ και να επικεντρώσω το πρόβλημα στη σκέψη του κόσμου.
- Θέσατε για πρώτη φορά υποψηφιότητα με «Το Ποτάμι» κατά τις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου 2015, ενώ επανεκλεχθήκατε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Ποιοι ήταν οι λόγοι που σας οδήγησαν στην αποχώρηση, λίγους μήνες αργότερα (Απρίλιος 2016);
Το Ποτάμι ήταν μια ελπιδοφόρα, μια πολύ όμορφη προσπάθεια η οποία αγκαλιάστηκε από πολλούς ανθρώπους που πιστεύουν και πίστεψαν ότι κάτι διαφορετικό, κάτι καινούργιο έπρεπε να γεννηθεί. Όμως πολύ γρήγορα απέκλινε από τα αρχικά οράματα, όπως τουλάχιστον είχαν διατυπωθεί και από τον ίδιο τον Σταύρο Θεοδωράκη και από τους ανθρώπους που τον πλαισίωσαν. Συνεπώς φάνηκε, τουλάχιστον στα δικά μου μάτια, πως το εγχείρημα αυτό δεν είχε τα εχέγγυα για να μείνει πιστό στις αρχές που διακήρυσσε ξεκινώντας. Αυτό όσο πέρασε ο καιρός, και το χρονικό διάστημα μετά την αποχώρηση μου, άρχισε να φαίνεται όλο και περισσότερο στους πολίτες και σε στελέχη. Αυτό εξηγεί εξάλλου και τη σημερινή του κατάσταση.
- Επομένως δεν ξανασκεφτήκατε κάποια περαιτέρω επαφή με «Το Ποτάμι» μετά την αποχώρηση σας;
Σκέφτηκα ότι η προσπάθεια και το πνεύμα του Ποταμιού άξιζε και αξίζει να υπάρχει. Έγινε και μια προσπάθεια σύγκλισης με Το Ποτάμι το περασμένο καλοκαίρι, η οποία δυναμιτίστηκε από τον ίδιο τον επικεφαλής του Ποταμιού και συνεπώς δεν υπήρξε περαιτέρω συζήτηση. Το πνεύμα που πραγματικά πιστεύω ακόμη και σήμερα αξίζει να υπάρχει στο πολιτικό σύστημα, το πνεύμα της ανανέωσης, το πνεύμα της τόλμης, της κίνησης και φυγής της χώρας προς τα εμπρός σήμερα εκφράζεται 100% από τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
- Κατά την διετία που ακολούθησε της ανεξαρτητοποίησης σας, προσπαθήσατε να συμβάλετε στην ανασύνθεση του κεντρώου χώρου. Λάβατε πρωτοβουλίες με ιδιαίτερη δυναμική, εντούτοις τα αποτελέσματα δεν εξελίχθηκαν θετικά. Τι πήγε λάθος στον μεσαίο χώρο; Ήταν οι προσωπικές φιλοδοξίες προσωπικοτήτων ή ο δικομματισμός που εδραιώνονταν με σταθερά βήματα;
Δύο ζητήματα, ένα θετικό κι ένα αρνητικό επηρέασαν κατά την άποψή μου την αποτυχία της συγκρότησης του μεσαίου χώρου. Το πρώτο ήταν ότι υπήρχαν πράγματι προσωπικές φιλοδοξίες αλλά καμία ισχυρή ή ικανή να συγκεντρώσει τις υπόλοιπες κάτω από την σκέπη της. Άρα λοιπόν δεν υπήρχαν οι υποκειμενικές συνθήκες για να συγκροτηθεί ο χώρος. Η δεύτερη, που υπό μια έννοια είναι και πιο θετική, είναι η απουσία των αντικειμενικών συνθηκών. Η χώρα σιγά, σιγά έμπαινε και μπαίνει σε μια κανονικότητα. Αυτή η κανονικότητα δεν ευνοεί να αναπτυχθούν νέες προσπάθειες και πολιτικά εγχειρήματα. Όταν τα πράγματα βαίνουν κανονικά οι πολίτες έχουν την τάση γυρίζουν γύρω από γνωστές πολιτικές διαμορφώσεις δηλαδή τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ, το Κίνημα Αλλαγής και οι ακραίοι στα κόμματα του ακραίου χώρου. Με άλλα λόγια, όταν ομαλοποιούνται οι συνθήκες, οι πολίτες μένουν καθηλωμένοι στα γνωστά, πάγια πολιτικά συστήματα. Δεν πειραματίζονται και δεν αναζητούν νέες σταθερές.
- Ενταχθήκατε τον περασμένο Δεκέμβριο στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ, ύστερα από δύο χρόνια ως ανεξάρτητη φωνή του κοινοβουλίου. Τι ήταν εκείνο που σας οδήγησε στην συμπαράταξη με ένα κόμμα εξουσίας;
Το πρώτο είναι αυτό που ρωτήσατε προηγουμένως, η συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχουν πια οι συνθήκες για να μπορέσει να συγκροτηθεί ένα τρίτος πόλος, ο οποίος θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά και σταθεροποιητικά στις πολιτικές εξελίξεις και στο μέλλον της χώρας. Το δεύτερο είναι το πολιτικό αφήγημα της ΝΔ, το οποίο εκφράζεται αυθεντικά από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, δηλαδή η ανάγκη για ένα προοδευτικό φιλελεύθερο κέντρο, η ανάγκη για συνθέσεις, η αντίθεση στο διχασμό, η προσπάθεια να βρεθούν πραγματικές λύσεις σε υπαρκτά προβλήματα και όχι λύσεις φανταστικές που ικανοποιούν ιδεολογήματα και ψεύτικες ιδεολογίες, όπως θα έλεγε και ο Μαρξ. Όλα αυτά, που πιστεύω ότι έχει η χώρα αυτή τη στιγμή καλύπτονται πλήρως από τον Κυριάκο Μητσοτάκη κι έτσι αποφάσισα να συστρατευθώ μαζί του ανταποκρινόμενος σε ένα κάλεσμα προς όλες τις προοδευτικές, φιλελεύθερες και φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις του τόπου.
- Συνδέεστε με τα Νότια Προάστια και πως προέκυψε η κάθοδος σας στη συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια;
Φυσικά. Μένω στην Άνω Γλυφάδα, εκεί ζω με την οικογένειά μου και είναι μια περιοχή που μ’αρέσει και αγαπώ πάρα πολύ, μια περιοχή όμως που έχει ανάγκη για περισσότερη συνεννόηση. Η ανάπτυξη της περνάει μέσα από ένα στρατηγικό σχέδιο, ένα masterplan για όλη την περιοχή της παραλίας με ένα τρόπο βιώσιμο, που μειώνει στο ελάχιστο τις αρνητικές συνέπειες (κυκλοφοριακό ή οτιδήποτε άλλο), και επιτρέπει την ανοιχτή πρόσβαση αλλά και τις ποιοτικές υπηρεσίες προς τους κατοίκους τους και τους επισκέπτες. Συνεπώς είναι μια περιοχή που –πρώτον- συμβολίζει την ίδια την ανάγκη της ανάπτυξης της χώρας. Δεύτερον είναι μια περιοχή που υπερεκπροσωπείται από αυτό το κοινό στο οποίο η ΝΔ στοχεύει: την μεσαία τάξη. Αυτό το κοινό, το οποίο έχει χτυπηθεί πολύ σκληρά από την κρίση και θα βοηθήσει σημαντικά, όταν δημιουργηθούν συνθήκες ανάπτυξης, να ανοίξει τα φτερά της.
- Τα Νότια Προάστια αποτελούνται από μερικούς εκ των τουριστικότερων δήμων της χώρας. Ποια η άποψή σας για την επένδυση στο Ελληνικό και την έως τώρα εξέλιξη της;
Η επένδυση αυτή είναι μια εμβληματική επένδυση, μια επένδυση που είχε διχάσει στο παρελθόν – είδαμε την αλλαγή στάσης των όμορων δήμων, και του Ελληνικού και της Γλυφάδας και του Αλίμου. Αυτό καταρχάς είναι θετικό, είναι δείγμα ωρίμανσης και των τοπικών κοινωνιών που συνήθως αντιτίθενται σε οποιοιδήποτε είδους μεγάλα σχέδια. Είναι μια επένδυση από την άλλη στην οποία συγκεντρώθηκαν όλες οι παθογένειες του συστήματος: να μην μπορούμε να εγγυηθούμε χρονικά όρια για το πότε θα αδειοδοτηθεί, με ποιους όρους κοκ. Είναι μια επένδυση επίσης, η οποία γίνεται σε κάποιο βαθμό με προχειρότητα, σε σχέση με τοπικές και μεγαλύτερες παραμέτρους. Σας είπα ότι χρειάζεται ένα masterplan όλη η περιοχή, και ευρύτερα ακόμα, η παραλία από τον Πειραιά μέχρι το Σούνιο. Χρειάζεται να εξετάσουμε εκ νέου τις διάφορες επενδύσεις. Για να σας δώσω ένα παράδειγμα η Μαρίνα Αλίμου ιδιωτικοποιείται αυτή την περίοδο, είναι η μαρίνα αυτή ανταγωνιστική ως προς την επένδυση του Ελληνικού ή συμπληρωματική; Πώς μπορούμε να τα συγκεράσουμε και με ποιόν τρόπο; Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το δει κάποιος πέρα και πάνω από τις δύο αυτές επενδύσεις. Οι αγορές την Νέας Σμύρνης, του Παλαιού Φαλήρου, της Γλυφάδας πώς θα επηρεαστούν; Πρέπει να αλλάξουν χαρακτηριστικά και μορφή ώστε να μπορέσουν να συνδεθούν σωστά; Όλες αυτές οι μελέτες και οι σκέψεις δεν έχουν γίνει. Δεν έχουμε ενθαρρύνει τους Δήμους να τις κάνουν ή έστω την Περιφέρεια, η οποία θα έπρεπε να τα επιβλέπει σε ένα ευρύτερο πλαίσιο.
- Έχετε εργαστεί με επιτυχία στον ιδιωτικό τομέα, έχοντας διατελέσει –μεταξύ άλλων- αντιπρόεδρος της Lehman Brothers Λονδίνου, σε νεαρή ηλικία (1998-2002). Θεωρείτε ότι η προηγούμενη απασχόληση στην πραγματική αγορά εργασίας είναι απαραίτητο προσόν για κάθε πολιτικό;
Κάθε εμπειρία είναι απαραίτητη για τους πολιτικούς. Η προηγούμενη απασχόληση εκτός πολιτικής είναι πάρα πολύ σημαντική διότι συνειδητοποιείς την πραγματικότητα. Αν υπάρχει ένα πρόβλημα με τους πολιτικούς είναι ότι πολύ γρήγορα απομονώνονται και δεν καταλαβαίνουν τι περνάει ο κόσμος, άρα δεν έχουν τη δυνατότητα να ιεραρχήσουν τα προβλήματα όπως τα ιεραρχούν οι πολίτες. Επομένως η πραγματική ενασχόληση στην ιδιωτική οικονομία είτε επιχειρηματικά είτε ως υπάλληλος είτε σε κάποια άλλη ασχολία είναι μεγάλο προσόν, το οποίο σου επιτρέπει να βελτιώσεις τον τρόπο που λειτουργείς ως πολιτικός. Δεν είναι το μόνο όμως. Και η εμπειρία που έχω από την διοίκηση του Δημοσίου Τομέα είναι εξίσου πολύτιμη, γιατί είναι πολύ διαφορετικό το περιβάλλον, και πρέπει να το γνωρίζει κανείς αν θέλει πραγματικά να φέρεις αλλαγές. Προπαντός καλλιεργείται η ικανότητα να μην ταυτίζεσαι με συμφέροντα και με ομάδες, Ως πολιτικοί πρέπει να ξεφεύγουμε από αυτό, πρέπει να βλέπουμε τα συμφέροντα αυτά και να κρατάμε ίσες αποστάσεις, ώστε να κρατάμε ισορροπίες και να μην ταυτιζόμαστε με κανέναν. Δεν είναι καθόλου εύκολος αυτός ο στόχος. Είναι όμως αναγκαίος
- Ο πρωθυπουργός και το κυβερνητικό κόμμα επιχειρούν -όπως λένε- προσπάθεια για διεύρυνση στο χώρο του κέντρου, δημιουργώντας το εκλογικό σχήμα «ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία». Αποτελεί, κατά τη γνώμη σας, το κέντρο έναν χώρο τον οποίο οφείλει να διεκδικήσει κατά προτεραιότητα η Νέα Δημοκρατία ώστε να επιτύχει την εφαρμογή του προγράμματός της;
Ο χώρος του κέντρου είναι προνομιακά ο χώρος της ΝΔ και γιατί έχει ένα Πρόεδρο, ο οποίος πράγματι μπορεί να προσεγγίσει αυτόν το χώρο και να κάνει με αξιώσεις και με επιτυχία τη διεύρυνση προς το κέντρο, και γιατί η ΝΔ είναι η κατ’εξοχήν παράταξη που έκανε τις μεγάλες επιλογές για τη χώρα, επιλογές που επέτρεψαν την ευημερία της και τη δημιουργία της μεσαίας τάξης που είναι αυτή που ορίζει το πολιτικό κέντρο ιδεολογικά.. Υπάρχει όμως και ένας τρίτος, ουσιώδης λόγος, ειδικά σήμερα, όταν βλέπουμε τη συγκεκριμένη μάχη για την κυριαρχία στον χώρο του κέντρου μεταξύ του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα. Ο χώρος του κέντρου είναι ο χώρος ο οποίος αμφισβητεί ακόμα και τα ίδια τα πιστεύω του. Εξετάζει κάθε φορά την αποτελεσματικότητα των ενεργειών του, κάνει διορθώσεις, αναγκαίες προσαρμογές, και προχωράει. Ο χώρος των άκρων και ο χώρος του ΣΥΡΙΖΑ ειδικότερα είναι ο χώρος της απόλυτης πίστης, όπου κανένας και τίποτα δεν κρίνεται και δεν αμφισβητείται. Αυτή είναι η ουσιώδης πολιτική διαφορά μας σήμερα. Το να μην αμφισβητείς είναι ένα δείγμα ότι ασκείς εξουσία, μέσα στην οποία δεν υπάρχει περιθώριο διαλόγου και συνεννόησης με τους πολίτες και με τα υπόλοιπα κόμματα. Αυτό το είδαμε σε πάρα πολλές περιπτώσεις, με κορυφαίο παράδειγμα το εθνικό ζήτημα του Σκοπιανού. Δεν υπήρξε συζήτηση και διάλογος – για ένα εθνικό θέμα, κάτι που είναι –κατά την άποψή μου- εγκληματικό. Το βλέπουμε αυτό σε όλα τα πεδία, από τα εργασιακά ως την παιδεία, παντού υπάρχει αυτή η ακατανόητη υπεροψία, αυτή η αφελής σιγουριά.
- Πώς θα βλέπατε μετεκλογικά μελλοντική συμπόρευση με το Κίνημα Αλλαγής;
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης το έχει πει ξεκάθαρα και σε όλους τους τόνους πως ο μόνος τρόπος για να βγούμε από αυτήν την κρίση είναι η αναζήτηση ευρύτερων συγκλίσεων. Κοιτώντας κάποιος το φάσμα των κομμάτων σε μια – ας πούμε- πεντακομματική Βουλή δε μπορεί να δει σε πολλά πεδία ευρύτερες συγκλίσεις παρά μόνο με το Κίνημα Αλλαγής. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι αυτές οι συγκλίσεις θα πρέπει να γίνουν απαραίτητα στο κυβερνητικό επίπεδο, μπορούν να γίνουν στο επίπεδο το κοινοβουλευτικό γιατί, κατά την άποψή μου, δεν πρέπει να τεθούν τέτοιου είδους υπαρξιακά διλήμματα στα κόμματα μέσω της μη ύπαρξης αυτοδυναμίας. Είναι κρίσιμη για την επιτυχία της χώρας, όχι της Νέας Δημοκρατίας, η ύπαρξη της αυτοδυναμίας, αν θέλουμε να ξεφύγουμε απ΄το πολιτικό αδιέξοδο που σχετίζεται με την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, την ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης και της 4ετίας κατά το ένα μέρος, και κατά το δεύτερο με την αλλαγή του εκλογικού νόμου για να μην οδηγηθούμε σε ακυβερνησία.
- Και τέλος, γιατί ο πολίτης του Νοτίου Τομέα Αθηνών να επιλέξει Χάρη Θεοχάρη και Νέα Δημοκρατία; Ποιο είναι το πρόγραμμά σας για αυτή την περιοχή;
Ο πολίτης των Νοτίων Προαστίων, της πρώην Β’ περιφέρειας πρέπει να επιλέξει ΝΔ γιατί είναι η μόνη που θα σταθεί σε δύο σημεία: θα στηρίξει το κοινωνικό κράτος με ασφάλεια, παιδεία και υγεία στο κέντρο των προσπαθειών της και από την άλλη θα ενισχύσει τις οικονομικές προοπτικές των Ελλήνων, νέων, επιχειρηματιών αλλά και υπαλλήλων μέσω της μείωσης της φορολογίας, της βελτίωσης των υπηρεσιών του Δημοσίου, της χρησιμοποίησης της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και της απλοποίησης του κανονιστικού πλαισίου για να μπορέσει ο καθένας από μας να κυνηγήσει την ευημερία του. Αυτά αφορούν σε μεγάλο βαθμό τον Νότιο Τομέα. Όσον αφορά εμένα νιώθω πως το βιογραφικό μου αλλά και αυτά που έχω καταφέρει όταν κλήθηκα να υπηρετήσω τον τόπο μου από τα πόστα που αναφέρατε, δείχνουν πως είμαι ένας άνθρωπος που ξέρει πως να φέρει αλλαγές, ξέρει πως αυτές οι αλλαγές θα είναι αυτές που θα έχουν αντίκτυπο στον πολίτη, ξέρει να τολμάει και να μη φοβάται να συγκρούεται όταν αυτό είναι αναγκαίο, αλλά κυρίως ξέρει πως καμία μεταρρύθμιση δεν είναι μονοσήμαντη, καμία μεταρρύθμιση δεν μπορεί να γίνει χωρίς ένα ελάχιστο κόστος και κάποιο χρόνο μετάβασης από την μια κατάσταση σε μια άλλη.
Κύριε Θεοχάρη ευχαριστούμε πολύ για την ευγενική παραχώρηση της συνέντευξης.
Εγώ ευχαριστώ.